1,5 χρόνο μετά το πείραμα: Δες τα τελικά νούμερα της Σουηδίας και θα καταλάβεις τι πέτυχε η ανοσία της αγέλης

Η χώρα που επέλεξε μια τακτική πιο επιθετική από τις άλλες

Όταν ξέσπασε η πανδημία και η στρατηγική των λοκντάουν αντιμετωπίστηκε ως αυτονόητη για τις περισσότερες χώρες του κόσμου, υπήρξε ένα τρανταχτό αντι-παράδειγμα που για πολλούς που διαφωνούσαν με τον περιορισμό των δραστηριοτήτων έγινε αληθινή σημαία: το παράδειγμα της Σουηδίας. Σε αντίθεση με ένα σωρό χώρες του κόσμου και υπερτονίζοντας την ετοιμότητα του συστήματος Υγείας της, η Σουηδία δεν επέβαλε κανένα μέτρο, δεν περιόρισε ούτε στο ελάχιστο την κυκλοφορία, δεν έκανε καν υποχρεωτική τη χρήση μάσκας.

Αρχικά, η Σουηδία περηφανευόταν πως η μέθοδός της ήταν η τέλεια μέθοδος διαχείρισης του κορωνοϊού: η οικονομία της δεν πληγώθηκε ούτε στο ελάχιστο, οι αριθμοί κρουσμάτων και θανάτων ήταν χαμηλότεροι σε σχέση με τις χώρες που έβαλαν στο γύψο τις κοινωνικές και οικονομικές τους δραστηριότητες και μια αναίμακτη ανοσία της αγέλης έμοιαζε να καταπολεμά με φυσικό τρόπο την πανδημία. Όλα αυτά ωστόσο ήταν οι αρχικές εντυπώσεις. Ένα χρόνο μετά έχει γίνει πλέον ξεκάθαρο ότι σε βάθος χρόνου ο δρόμος της Σουηδίας είναι ο λανθασμένος.

Οι σημερινοί αριθμοί είναι αμείλικτοι για την χώρα της Σκανδιναβίας. Περίπου 11 στους 100 Σουηδούς έχουν προσβληθεί από κορωνοϊό τη στιγμή που η Μεγάλη Βρετανία μετράει 9,4 στους 100 και η Ιταλία 7,4 στους 100. Η Σουηδία επίσης μετράει 145 θανάτους για κάθε 100.000 κρούσματα, περίπου δηλαδή τρεις φορές παραπάνω από την Δανία, οκτώ φορές παραπάνω από τη Φιλανδία και 10 φορές παραπάνω από τη Νορβηγία.

«Οι υπεύθυνοι υποτίμησαν την κατάσταση. Η Σουηδία έγινε ένα ονειρικό μέρος για όσους δεν ήθελαν να βρεθούν σε καραντίνα. Όμως μάλλον δεν ήταν καλή ιδέα όλο αυτό», λέει η πανεπιστημιακή Κλαούντια Χάνσον. Δεν ήταν άλλωστε λίγοι και οι επιστήμονες που εξαρχής είχαν τις αντιρρήσεις τους για την εν λόγω στρατηγική. Ωστόσο ο Άντερς Τέγκνελ, ο άνθρωπος που κλήθηκε να διαχειριστεί εξαρχής την πανδημία στη Σουηδία υπήρξε αδιάλλακτος.

«Δεν μπορούν να ανοίγουν και να κλείνουν, θα ήταν καταστροφικό κάτι τέτοιο. Ούτε μπορούν να ανοίγουν και να κλείνουν τα εστιατόρια. Μπορεί να γίνει αυτό για μια ή δύο φορές αλλά όχι διαρκώς. Οι άνθρωποι θα κουραστούν, ολόκληρες επιχειρήσεις θα καταστραφούν και τελικά, η ζημιά θα είναι μεγαλύτερη σε σχέση με την πανδημία. Είναι σαν να θες να χτυπήσεις έναν τοίχο με ένα σφυρί για να σκοτώσεις μια μύγα», είχε πει χαρακτηριστικά ο Τέγκνελ για να καταδείξει το γιατί δεν πίστευε στη λύση ενός λοκντάουν.

Παρά το γεγονός ότι η Σουηδία πήρε την απόφαση να κλείσει για λίγο τα σχολεία και τους χώρους εστίασης, το μέτρο κράτησε για πολύ λίγο. Σε γενικές γραμμές, έμεινε πιστή στην απόφασή της να συντηρήσει ρυθμούς κανονικότητας παρά την πανδημία. Και όσο πιο πολύ η κυβέρνηση επέμενε πεισματικά σε αυτή την απόφαση τόσο περισσότερο αυξάνονταν οι φωνές των επιστημόνων που εξέφραζαν την αντίθεσή τους στην συγκεκριμένη πολιτική.

Είναι χαρακτηριστικό πως κάποια στιγμή, μέσω μιας ανοιχτής επιστολής που συνυπέγραφαν 2000 ειδικοί, η απόφαση περί μη λοκντάουν γνώρισε μια πολύ έντονη και κεντρική κριτική. Τον ίδιο ρόλο έπαιξε και μια αντίστοιχη ανοιχτή επιστολή 23 Σουηδών γιατρών που κατέκρινε την πολιτική της κυβέρνησης να ορίζει ως προαιρετική τη χρήση μάσκας στους δημόσιους χώρους.

«Οι χώρες που ακολούθησαν διαφορετική στρατηγική τα έχουν πάει πολύ καλύτερα από εμάς. Υποτίθεται πως οι Σουηδοί ήμασταν πάντα λογικοί και πραγματιστές. Δεν μπορώ να αναγνωρίσω πλέον τη χώρα μου», τόνισε πρόσφατα ο Λαρς Κάλμφορς, ένας από τους πιο γνωστούς επιστήμονες της Σουηδίας. «Κάποιοι άνθρωποι είδαμε πολύ έγκαιρα το τσουνάμι που ερχόταν. Απορώ γιατί δεν έγινε τίποτα για το αποφύγουμε», πρόσθεσε και πλέον είναι μάλλον αυτονόητο πως τα λόγια του εκφράζουν μια κοινή λογική που στην Σουηδία δεν εφαρμόστηκε ποτέ.