Το μήνυμα της αποφυλάκισης του... ακίνδυνου «ό,τι κινείται σφάζεται»

Το σκεπτικό της απόφασης είναι μάλλον η πιο επικίνδυνη παράμετρος της υπόθεσης

Είναι φορές που μια δικαστική απόφαση έρχεται σε πλήρη αντίθεση με το κοινό περί δικαίου αίσθημα και μία από αυτές, όπως έχει αποκρυσταλλωθεί ήδη στα social media, είναι η περίπτωση αποφυλάκισης του Γιώργου Πατέλη.

Η αλήθεια είναι ότι οι λόγοι στους οποίους στηρίχτηκε αυτή μοιάζουν παραδόξως να διέπονται από όρους… ελαφρότητας και προχειρότητας, καθώς χρειάστηκαν μόλις 30 από τους 133 μήνες ποινής που είχαν επιβληθεί στον καταδικασθέντα χρυσαυγίτη για να κριθεί ότι μπορεί να κυκλοφορήσει ξανά ελεύθερος. Βεβαίως, εφ’ όσον ο Πατελης καταδικαστεί και σε δεύτερο βαθμό, θα εκτίσει κανονικά την ποινή που θα του επιβληθεί, η οποία μπορεί να είναι ίδια ή και μικρότερη.

Ο κατηγορούμενος είχε το δικαίωμα να ζητήσει την αναστολή εκτέλεσης της πρωτοβάθμιας καταδικαστικής απόφασης από το Πενταμελές Εφετείο και αυτό έπραξε. Η απόφαση αφορά ζήτημα του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και για την δεκαετή κάθειρξη του Πατέλη (αν φυσικά αυτή παραμείνει στο εφετείο – για την ώρα καμιά ποινή δεν υπάρχει ουσιαστικά, αφού η απόφαση είναι πρωτόδικη) προβλέπεται πραγματική έκτιση ποινής έξι ετών.

Αλλά και πάλι προκαλεί εντύπωση η αποδοχή των επιχειρημάτων του συνηγόρου από την πλευρά του Πενταμελούς, καθώς μοιάζει αμφίβολο αν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.

Ας υποθέσουμε ότι ο Γιώργος Πατέλης δεν ήταν ο πυρηνάρχης της Χρυσής Αυγής στη Νίκαια, δεν όρκιζε νεοσύλλεκτους χρυσαυγίτες στον ποταμό Νέδα και δεν ξεστόμιζε το ανατριχιαστικό «ό,τι κινείται σφάζεται», κατά την ηγετική ομιλία του σε τάγμα εφόδου πριν από μια επιχείρηση πογκρόμ εναντίον μεταναστών στον Άγιο Παντελεήμονα.

Ας υποθέσουμε ότι δεν ήταν εκπαιδευτής αυτών των ταγμάτων εφόδου και ο διαβιβαστής της εντολής από την ηγεσία στο δικό του για «ανάληψη δράσης» λίγο πριν τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Ότι δεν είχε σειρά τηλεφωνικών επικοινωνιών με τον Γιάννη Λαγό, πριν και μετά τη δολοφονία, όπως και με τον Ρουπακιά μετά τη σύλληψη του. Ας υποθέσουμε επίσης ότι δεν εμφανίστηκε ποτέ να οπλοφορεί και να κρατά με καμάρι τη σημαία των SS, ούτε ότι φωτογραφήθηκε να χαιρετά ναζιστικά και να τον μιμούνται, δίπλα του, μικρά παιδιά.

Τι σόι μήνυμα είναι αυτό που στέλνει η ελληνική δικαιοσύνη σε κάθε συνήγορο καταδικασμένου αυτής της χώρας, επιδεικνύοντας τόση ευαισθησία για την ψυχολογική κατάσταση του γιου του πελάτη του; Προφανώς και μία από τις αρνητικές επιπτώσεις στην οικογένεια ενός φυλακισμένου είναι τα ψυχικά τραύματα που αφήνει πίσω του, κυρίως σε ανήλικα τέκνα. Αυτό συνέβαινε και θα συμβαίνει πάντα. Δεν πρόκειται περί κυνικής διαπίστωσης, αλλά για αναγκαίο κακό. Μακάρι να μην υπήρχαν γονείς με εγκληματική δράση ώστε να μην υπήρχαν και παιδιά με ψυχολογικά προβλήματα (εξαιτίας αυτής). Ο ρόλος σου ως Δικαιοσύνη όμως ποιος είναι; Να υποχρεώσεις την πολιτεία να σταθεί με δικούς της πόρους πλάι σε αυτά τα παιδιά, παρέχοντας ψυχολογική υποστήριξη ή να αποφυλακίζεις κάθε γονιό που θα προσκομίζει στο δικαστήριο μια ψυχιατρική γνωμάτευση υποστηρίζοντας ότι η απουσία του από το σπίτι επιδεινώνει την κατάσταση του παιδιού;

Με όλο το σεβασμό προς τους ψυχολόγους αυτής της χώρας, δεν είναι δύσκολο να φανταστούμε ποιο μπορεί να είναι το επίπεδο… δυσκολίας χορήγησης μιας τέτοιας γνωμάτευσης.

Το σκεπτικό της απόφασης είναι μάλλον πιο επικίνδυνο και απ’ το να επιστρέψει ο Πατέλης εκεί έξω. Άλλωστε όπως ανέφερε και ο εισαγγελέας αποκόμισε την αίσθηση «ότι η πράξη (σ.σ. η δολοφονία Φύσσα) έγινε για συγκεκριμένους λόγους εν όψει συγκεκριμένων συνθηκών και δεν υπάρχει σοβαρά μεγάλη πιθανότητα τέλεσης νέας πράξης…».

Σημαίνει δηλαδή περίπου ότι, σύμφωνα με τον εισαγγελέα, ο άνθρωπος είχε τους λόγους του να βγάλει τους ναζί στο δρόμο για να δώσουν ένα μάθημα στον Φύσσα και ότι η πιθανότητα να συμβεί κάτι ανάλογο στο μέλλον δεν είναι σοβαρά μεγάλη… άρα μικρή.

Και όταν υπάρχει έστω μικρή πιθανότητα υποκίνησης δολοφονίας από κάποιον που η… κακιά στιγμή τον έμπλεξε σε περιπέτειες με τη δικαιοσύνη, όλοι ξέρουμε ότι είναι νομίμως και ηθικώς ορθό να κάνει χρήση του δικαιώματος αναστολής της πρωτόδικης απόφασης.

Ο Γιώργος Πατέλης μιλούσε απταίστως τη ναζιστική γλώσσα – όλοι το ξέρουν αυτό. Το να το έχουν ξεχάσει λειτουργοί σε θέσεις τόσο μεγάλης ευθύνης μόλις 2,5 χρόνια μετά, ήταν ένας καλός… λόγος για να παρέμβει ο ανώτατος εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, ζητώντας να φτάσει στο γραφείο του ο φάκελος της αποφυλάκισης.

Ίσως και ο Βασίλειος Πλιώτας να είναι ένας από εκείνους που προβληματίζονται και από μία άλλη παράμετρο του ζητήματος. Η απόφαση δεν κάνει πουθενά λόγο για «μεταμέλεια» του κατηγορούμενου, αλλά για το ότι «ανεξάρτητα από την ιδεολογία του και τη φύση της κατηγορίας, ήταν υποδειγματικός κατηγορούμενος καθώς έθεσε τον εαυτό του στη διάθεση των Αρχών».

Και με αυτό το σκεπτικό υποδηλώνεται ότι το στοιχείο του «σωφρονισμού» δεν εξετάστηκε (και συνεπώς δεν τεκμηριώθηκε ποτέ) από κάποιον εντενταλμένο εμπειρογνώμονα, αλλά παρ’ όλα αυτά λήφθηκε σε καταλυτικό βαθμό υπόψιν η ανάγκη του πατέρα να βρεθεί δίπλα στο γιο του.

Αλήθεια, πόσο καλύτερα θα είναι για αυτό το παιδί να αναλάβει ξανά την κηδεμονία του ο άρτι αποφυλακισθείς, έχοντας τις ίδιες και απαράλλαχτες ιδέες με εκείνες που τον έστειλαν στη φυλακή;