Τους τελευταίους μήνες, η λέξη χρησιμοποιείται όλο και πιο συχνά: γυναικοκτονία. Πολλοί αμφισβητούν το κατά πόσο είναι ορθή η χρήση της υπό την έννοια πως όταν ένας άνθρωπος σκοτώνει έναν άλλο άνθρωπο, υπάρχει λέξη για να περιγράφει την πράξη: ανθρωποκτονία. Και εφόσον οι γυναίκες είναι άνθρωποι για ποιο λόγο να χρησιμοποιούμε μια πιο εξειδικευμένη λέξη προκειμένου να περιγράψουμε ένα έγκλημα;
Η απάντηση δεν εμπεριέχει γλωσσολογικά αλλά κοινωνικά επιχειρήματα. Διότι τους τελευταίους μήνες, η αύξηση περιστατικών όπου ένας άντρας σκοτώνει μια γυναίκα έχοντας ως βασικό του κίνητρο την αντιζηλία ή το αίσθημα κτητικότητας που ανθεί πολλές φορές στις ανθυγιεινές ερωτικές σχέσεις, διαμορφώνει ένα πολύ συγκεκριμένο πλαίσιο: οι δολοφονίες γυναικών δεν προκύπτουν επειδή τυχαίνει τα θύματα να είναι γυναίκες αλλά ακριβώς επειδή είναι γυναίκες. Πρόκειται με άλλα λόγια για ένα φαινόμενο στοχευμένο εναντίον των γυναικών.
Να γιατί είναι μάλλον ακριβές να μιλάμε για έξαρση γυναικοκτονιών και όχι για απλές ανθρωποκτονίες. Διότι θα έπρεπε να κλείσουμε τα μάτια και να εθελοτυφλούμε για να μην παραδεχθούμε ότι ζούμε σε μια κοινωνία που μοιάζει να προωθεί την αντίληψη στα αντρικά μυαλά πως είναι δικαίωμά τους να εγκληματούν εις βάρος εκείνων που τους πληγώνουν ερωτικά. Με τόση ευκολία που είναι πραγματικά ανατριχιαστική.
Το τελευταίο κομμάτι σε αυτό το μαύρο γαϊτανάκι γυναικοκτονιών που έχει εξαπλωθεί τους τελευταίους μήνες στην Ελλάδα ήρθε στη Ιεράπετρα της Κρήτης. Εκεί ένας 54χρονος έστησε ενέδρα στην 48χρονη πρώην σύζυγό του ενώ εκείνη πήγαινε το πρωί στη δουλειά της. Πήρε φόρα με το μηχανάκι και την χτύπησε ενώ εκείνη περπατούσε. Η γυναίκα δεν σκοτώθηκε αμέσως, αντίθετα βρήκε τη δύναμη να μετακινηθεί προκειμένου να του ξεφύγει. Εκείνος την έφτασε, την ακινητοποίησε και την μαχαίρωσε μέχρι θανάτου.
Σαν να μην φτάνει το σοκ που προκαλούν οι λεπτομέρειες της δολοφονίας που είδαν το φως της δημοσιότητας, από το ρεπορτάζ προκύπτει πως ο δράστης το έλεγε στους φίλους του εδώ και μέρες. «Θα την σκοτώσω», φερόταν να λέει στον κοινωνικό του κύκλο. Στην καλύτερη περίπτωση μπορούμε απλά να υποθέσουμε πως κανείς δεν έκανε κάτι για να αποτρέψει τη δολοφονία επειδή δεν τον πίστεψε, επειδή θεωρήθηκε αυτή η απειλή ως λόγια του αέρα. Την χειρότερη περίπτωση ας μην την αναφέρουμε καν…
Και να φανταστεί κανείς ότι η γυναικοκτονία των Γλυκών Νερών δεν έχει σταματήσει ακόμα να απασχολεί την επικαιρότητα. Σε μια εποχή η επικαιρότητα αλλάζει με ρυθμούς κίνησης σφαίρας και όλα τα θέματα παλιώνουν μετά από ένα 24ωρο, η δολοφονία της Κάρολαϊν δεν λέει να σταματήσει να απασχολεί την κοινή γνώμη τόσους μήνες μετά. Και όμως, το γεγονός αυτό δεν έχει σταθεί ικανό για να μειώσει το φαινόμενο των γυναικοκτονιών. Το ακριβώς αντίθετο: κάθε μήνα μια νέα γυναικοκτονία προκύπτει. Λες και όσο περισσότερες γίνονται τόσο περισσότερο σε διάφορα αντρικά μυαλά νομιμοποιείται η ιδέα πως η αντιζηλία και η ερωτική πίκρα έχουν ως φάρμακό τους τον φόνο. Μοιάζει άρρωστο αλλά είναι αλήθεια.
Προφανέστατα, υπάρχει η μακροπρόθεσμη λύση στο πρόβλημα: να διαμορφώσουμε μια άλλη κουλτούρα ως κοινωνία, μια άλλη αντίληψη, να μεγαλώσουμε τα αγόρια αυτής της κοινωνίας πως οι γυναίκες δεν είναι κτήμα τους ούτε κατώτερα όντα ώστε να μην γαλουχηθούν και άλλοι άντρες γυναικοκτόνοι. Αλλά αυτή η μακροπρόθεσμη λύση δεν φτάνει για ένα φαινόμενο που εξελίσσεται στο εδώ και στο τώρα. Στο εδώ και στο τώρα η λύση είναι οι δομές γυναικείας προστασίας. Όταν μια γυναίκα θέλει να ζητήσει διαζύγιο, θέλει να προχωρήσει στη ζωή της να μην φοβάται να το κάνει, να μην το κάνει φοβούμενη την ίδια τη ζωή της.
Κοινωνικές δομές προστασίας γυναικών σε κάθε γειτονιά, γεμάτες ψυχολόγους, νομικούς, κοινωνικούς λειτουργούς: αυτή οφείλει να είναι η λύση. Διαφορετικά θα μείνουμε απλά να μετράμε τη μια γυναικοκτονία μετά την άλλη, να αντιμετωπίζουμε με αποτροπιασμό κάθε τέτοιο φαινόμενο λες και είναι και το πρώτο και απλά να περιμένουμε άπραγοι για το επόμενο.