Ας ξεκινήσουμε από τα βασικά: το revenge porn είναι μια διαδικτυακή μορφή σεξουαλικής βίας, που μοναδικός στόχος του είναι να προκαλέσει ψυχική βλάβη και πόνο στο θύμα.
Ελάχιστα διαφέρει από τη face to face σεξουαλική κακοποίηση – μάλιστα με τόσες κατάπτυστες σελίδες και blogs που στρώνουν κόκκινο χαλί φιλοξενώντας αυτού του βδελυρού είδους αναρτήσεις, το τραύμα – εκ της δημόσιας διαπόμπευσης – μπορεί να γίνει πολύ βαθύτερο για το θύμα.
Το Νοέμβριο του 2016 η 22χρονη φοιτήτρια Λίνα Κοεμτζή αυτοκτόνησε πέφτοντας από την ταράτσα φοιτητικής εστίας στη Θεσσαλονίκη, λυγίζοντας με τον πιο τραγικό τρόπο στο μπούλινγκ και στους εκβιασμούς για δημοσιοποίηση υλικού σεξουαλικού περιεχομένου.
Ο άνθρωπος που ευθύνεται για τέτοιες ενέργειες δεν αποκλείεται να είναι τόσο αδίστακτος όσο ένας κοινός βιαστής. Άλλωστε και στις περιπτώσεις της σωματικής κακοποίησης είναι το ψυχικό τραύμα αυτό που στο τέλος της μέρας έχει συντριπτικές επιπτώσεις για τον συναισθηματικό κόσμο του θύματος.
Ένας άνθρωπος που φτάνει στο σημείο να «τιμωρήσει» με αυτό τον τρόπο μια γυναίκα είναι εξαιρετικά δύσκολο να είναι «ουρανοκατέβατος». Έχει μάθει να κινείται αθόρυβα στα ερεβώδη υπόγεια του αυτοεξευτελισμού (διότι εκεί τελικά ανατέλλει όλο του το είναι) και να περιφρουρεί την ιδιωτικότητά του.
Εννοείται ότι είναι καθ’ όλα ικανός να μην έχει πει κουβέντα σε κανέναν και να βρίσκει τρόπο να κουκουλώνει οποιαδήποτε διαρροή, ακόμα και από τους συνεργάτες του. Γνωρίζει καλά το «παιχνίδι» και τους κανόνες του, δεν είναι ένας άνθρωπος που ξύπνησε μια ωραία πρωία και τη στιγμή που έπινε το καφεδάκι του είχε τη «φαεινή» ιδέα να αναζητήσει κανάλια επικοινωνίας για να ξεφτιλίσει με τον πιο αποκρουστικό τρόπο μια πρώην σύντροφό του.
Όφειλαν οι Κανάκης, Σερβετάς και Κιούσης να έχουν τις «κεραίες» τους τεντωμένες και να είναι γνώστες μιας τέτοιας καταγγελίας; Πιθανόν, αλλά η αντίδραση τους, προτού καν ο συνεργάτης τους κριθεί ένοχος από τη δικαιοσύνη, καταδεικνύει ότι αν η υπόθεση είχε υποπέσει στην αντίληψή τους, έστω και υπό το σενάριο των «ανυπόστατων κατηγοριών», θα είχαν διαχωρίσει αυτόματα τη θέση τους από αυτόν.
Η καταδίκη του Στάθη Παναγιωτόπουλου από τους ίδιους τους κολλητούς του σε ένα βίντεο που έχει δει όλη η Ελλάδα ήταν καθολική, χωρίς το παραμικρό ίχνος «what if» και δίχως την αναγνώριση οποιουδήποτε δικαιώματος επί του τεκμηρίου αθωότητας.
Που σημαίνει ότι ακόμα και αν ο Παναγιωτόπουλος πέσει στα μαλακά στην περιπέτεια του με τη δικαιοσύνη, δεν πρόκειται να απεκδυθεί ποτέ τον τίτλο του ενόχου στα μάτια σύσσωμης της κοινής γνώμης.
Και αυτό είναι αποτέλεσμα μιας γενναίας πράξης από τους συντελεστές της εκπομπής που τον έκανε διάσημο: της δημόσιας διαπόμπευσης του θύτη.
Ή αλλιώς, της «θείας δίκης»…