Γίνεται όλο και πιο συχνό το φαινόμενο να απασχολεί την επικαιρότητα ένας τράπερ. Κυριολεκτικά, δεν περνάει εβδομάδα που να μην υπάρχει ένας εκπρόσωπος της τραπ μουσικής στην ειδησεογραφία. Συνήθως δε, αυτό συμβαίνει για εντελώς αμφιλεγόμενους λόγους. Τελευταίο παράδειγμα -και αφορμή συνολικά, για το παρόν κείμενο- είναι η σύλληψη του γνωστού τράπερ Light από άνδρες του τμήματος Δίωξης Εκβιαστών της ΕΛΑΣ.
Όλα ξεκίνησαν το βράδυ της Κυριακής (26/12) όταν ο Light ανέβασε Instagram Story μέσα από κατάμεστο κλαμπ που τραγουδούσε μαζί με άλλους τράπερ, στο οποίο πόζαρε προκλητικά, έχοντας πιστόλια στη ζώνη του! Σύντομα κινήθηκαν οι νομικές διαδικασίες, ο Light συνελήφθη και έπειτα από έρευνα που έγινε στο σπίτι του βρέθηκαν σφαίρες 38 χιλιοστών, ένα τσεκούρι, ένα μαχαίρι 29 εκατοστών και μια αξιοσημείωτη ποσότητα ναρκωτικών.
Θέλοντας ή μη, η συζήτηση για την τραπ και την παρουσία της στους εφηβικούς κύκλους εκκινεί εκ νέου. Και αυτό όχι επειδή ένας τράπερ συνελήφθη με κατηγορίες που θα άρμοζαν σε γκάνγκστερ και όχι σε καλλιτέχνη: αυτό θα μπορούσε να είναι τυχαίο σε σχέση με την μουσική που παίζει ο συλληφθέντας. Το πρόβλημα είναι ακριβώς αυτό: δεν είναι τυχαίο. Το ακριβώς ανάποδο: το lifestyle των όπλων, των ναρκωτικών, της… έκδοσης γυναικών και άλλων τέτοιων «γκανγκστερικών» μοτίβων πλασάρεται από τους εκπροσώπους της τραπ ως ένας ιδανικός τρόπος ζωής. Με περηφάνια τον υπερασπίζονται.
Θα πει κανείς φυσικά ότι η τραπ, ως σύγχρονη μετεξέλιξη του ραπ, δεν θα μπορούσε να μην κουβαλάει αυτό το lifestyle. Οι ράπερς άλλωστε που έχουν υπάρξει εμπλεκόμενοι με όλο αυτό το στιλ ζωής είναι αναρίθμητοι. Φυσικά, μια τέτοια εξήγηση είναι λειψή: το ραπ πράγματι υπήρξε κάτι τέτοιο στις ΗΠΑ αλλά όχι από άποψη αλλά εξαιτίας αντικειμενικών συνθηκών. Ήταν η μουσική τους των μαύρων και άρα περιθωριοποιημένων ανθρώπων, που η εμπλοκή τους στο έγκλημα ήταν αποτέλεσμα της περιθωριοποίησής τους. Κάποιοι από αυτούς μπορεί να έκαναν στιλιστική άποψη αυτόν τον τρόπο ζωής όταν έγιναν διάσημοι ράπερ αλλά κατακρίθηκαν σφόδρα από τη συντριπτική πλειονότητα του υπόλοιπου φάσματος της ραπ για το στιλ αυτό.
Ωστόσο όπως και να έχει, αυτό είναι μια πραγματικότητα που αφορά τις ΗΠΑ. Στην Ελλάδα, όσο λαϊκή μουσική και αν είναι η ραπ και το χιπ χοπ, δεν υπήρξε ποτέ η μουσική του υπόκοσμου. Διότι τα λαϊκά παιδιά της Ελλάδας που παίζουν ραπ δεν μεγαλώνουν ως μαύροι στο Μπρονξ και το Ντιτρόιντ, υπάρχουν άλλα στοιχεία που καθορίζουν τις ζωές τους. Το να κοπιάρουν την πραγματικότητα των μαύρων γκέτο θα ήταν απλά γελοίο και γι’ αυτό, μέχρι την έλευση της τραπ, πολύ συνειδητά αυτό δεν έγινε στην ελληνική χιπ χοπ σκηνή.
Να ποιο είναι το βασικό πρόβλημα με την τραπ: είναι βλακώδες να αντιμετωπίζουμε όλους αυτούς τους τύπους που ποζάρουν με όπλα και κορδώνονται με περηφάνια πως είναι… προαγωγοί ως κάτι παραπάνω από απλούς κάγκουρες.
Δεν αποτελούν καν κάτι γνήσιο: γουστάρουν το νταηλίκι και τον σεξισμό συνειδητά, όχι επειδή απλά έτυχε να μεγαλώσουν στο Μπρονξ. Η μουσική τους δεν εμπεριέχει τίποτα λαϊκό, τίποτα αυθόρμητο, δεν αντανακλά καμία κοινωνική ιδιαιτερότητα που χρίζει εξέτασης. Απλά ρομαντικοποιούν τα όπλα και την εκμετάλλευση γυναικών. Γενικά, έχει παρατραβήξει αυτό το αστείο μαζί τους.
Ίσως κάποιος να αντιλαμβάνεται αυτές τις κατηγορίες απέναντι στην τραπ ως «boomer» λόγια, ως μεσήλικους και κακογερασμένους συντηρητισμούς. Ότι όπως κάποτε στα 80s, κάποιοι έλεγαν πως η μέταλ είναι η μουσική του σατανά, έτσι και τώρα η τραπ βρίσκεται στο στόχαστρο γερασμένων συνειδήσεων. Θα τους συνιστούσαμε προσοχή στις αναγωγές. Η εναντίωση στον εκφασισμό της κοινωνίας που η τραπ προωθεί δεν μπορεί να στοιβάζεται σε καμία αναλογία. Προσοχή στις αναγωγές…