Σοκαριστικά (και αυτός είναι μάλλον ήπιος χαρακτηρισμός) είναι τα στοιχεία που προκύπτουν για την καταστροφή που έχουν προκαλέσει τα τελευταία χρόνια οι πυρκαγιές στην Αττική.
Όπως προκύπτει, σε στάχτη (στην κυριολεξία) έχουν μετατραπεί περίπου 550.000 στρέμματα. Ένας αριθμός που από μόνος του είναι συγκλονιστικός και γίνεται ακόμη πιο ζοφερός εάν αναλογιστεί κανείς ότι αντιπροσωπεύει το 23% της γης στην Περιφέρεια Αττικής, η έκταση της οποίας είναι 2.500.000 στρέμματα χωρίς τις περιοχές νήσων, Τροιζηνίας και του Λεκανοπεδίου.
Ωστόσο οι φρικιαστικές διαπιστώσεις δεν σταματούν εδώ… Τα παραπάνω νούμερα δεν αφορούν μια ιδιαίτερα μεγάλη χρονική περίοδο, αλλά μόλις μια επταετία και συγκεκριμένα το διάστημα από το 2017 μέχρι το 2023 και την απαραίτητη υποσημείωση ότι βρισκόμαστε μόλις στις αρχές Αυγούστου και –δυστυχώς- υπάρχουν πολλές πιθανότητες να γίνουμε μάρτυρες περαιτέρω καταστροφών από φωτιές…
Σύμφωνα με το meteo το οποίο χρησιμοποιεί αναφορές από την Υπηρεσία Ταχείας Χαρτογράφησης Copernicus και το Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο για Δασικές Πυρκαγιές, περίπου το ¼ της Αττικής γης έχει καεί μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, με την Ελλάδα να παραμένει έρμαιο των καιρικών συνθηκών, των εμπρηστών και της κλιματικής αλλαγής και να αποδεικνύεται ανήμπορη (και ανίκανη) στην αντιμετώπισή τους.
Αυτά τα 550.000 στρέμματα αφορούν ουσιαστικά μία (τουλάχιστον) μεγάλη πυρκαγιά κάθε χρόνο και αναλύεται ως εξής: 30.000 στρέμματα το 2017 στον Κάλαμο, 68.800 στρέμματα το 2018 σε Κινέττα και Μάτι, 258.700 στρέμματα το 2021 σε Γεράνεια, Βαρυμπόμπη, Κερατέα, Βίλια, 32.600 στρέμματα το 2022 σε Πεντέλη και Γλυφάδα και 156.100 στρέμματα φέτος (μέχρι τα τέλη Ιουλίου) στις φωτιές σε Κουβαρά και Δερβενοχώρια. Φανταστείτε, λοιπόν, πόσο μεγαλύερο θα ήταν αυτό το νούμερο εάν είχαν προκύψει ανάλογα περιστατικά και τα έτη 2019 και 2020 που (μάλλον) ο ίδιος ο Θεός φύλαξε και δεν προέκυψαν ίδια φαινόμενα…
Στο άρθρο, το οποίο συνυπογράφουν οι Κ. Λαγουβάρδος, Β. Κοτρώνη, Θ. Γιάνναρος και Γ. Κύρος γίνεται ξεκάθαρη αναφορά στο νέο πλαίσιο και την διαφορετική στρατηγική την οποία οφείλει να ακολουθήσει ο κρατικός μηχανισμός αφού πλέον οι πυρκαγιές είναι αποτέλεσμα πυρομετεωρολογικών συνθηκών από τις οποίες καθορίζεται και καθίσταται πιο εύκολα αντιληπτό το πότε ένα δάσος θα εγκυμονεί μεγαλύτερο κίνδυνο προκειμένου να καταστεί εύφλεκτο και ως εκ τούτου συνίσταται σφόδρα η συνδρομή της Μετεωρολογικής Υπηρεσίας.