Μορφή χιονοστιβάδας έχουν αρχίσει να παίρνουν οι παραιτήσεις γιατρών στο ΕΣΥ, με το κύμα αποχωρήσεων να αναμένεται να γίνει ακόμη μεγαλύτερο το επόμενο διάστημα, όσο το ίδιο το κράτος διαχρονικά αδυνατεί να εξασφαλίσει αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας.
Είναι προφανές και ξεκάθαρο ότι τα νοσοκομεία της ελληνικής επικράτειας λειτουργούν με πολύ σοβαρή υποστελέχωση καθώς μπορεί να εγκαινιάζονται νέες πτέρυγες ή μονάδες, αλλά αποτελεί κοινό μυστικό ότι μόλις κοπούν οι κορδέλες και αποχωρήσουν οι κάμερες, οι εργαζόμενοι θα έρθουν αντιμέτωποι με ένα πραγματικό mission impossible.
Στις περισσότερες περιπτώσεις δεν θα υπάρχει το απαραίτητο προσωπικό για να λειτουργήσουν τα πανάκριβα απεικονιστικά μηχανήματα και σε άλλες δεν θα επαρκούν οι γιατροί για να καλύψουν τις βάρδιες, αφού ολοένα και πιο πολλοί αποφασίζουν να αποχωρήσουν από το ΕΣΥ, το οποίο έχει πάψει προ πολλού να αποτελεί ελκυστικό προορισμό.
Στα ήδη εδώ και χρόνια γνωστά προβλήματα του συστήματος, τα τελευταία χρόνια έχει προστεθεί ακόμη ένα. Το φαινόμενο των «γυρολόγων γιατρών» οι οποίοι καλούνται να καλύψουν θέσεις που βρίσκονται μακριά από τον τόπο κατοικίας τους, λες και δεν αρκούν τα εξαντλητικά ωράρια, οι επιπλέον εφημερίες και η μη επαρκής ανάπαυσή τους.
Όπως επισημαίνεται σε άρθρο στην «Καθημερινή», μέχρι τα τέλη Ιουλίου είχαν δημοσιευθεί στη «Διαύγεια» 29 αποφάσεις αποδοχής παραιτήσεων γιατρών του ΕΣΥ, ενώ οι εκτιμήσεις των εκπροσώπων των νοσοκομειακών γιατρών, κάνουν λόγο για αποχώρηση 700-750 μελών τους σε ετήσια βάση. Οι μισοί λόγω συνταξιοδότησης και οι υπόλοιποι λόγω παραίτησης, χωρίς η κυβέρνηση να προχωρά σε άμεση αναπλήρωση των κενών οργανικών θέσεων με άμεσες προσλήψεις και να προτιμά τα ημίμετρα των μετακινήσεων τα οποία αντί να λύνουν το πρόβλημα, το επιτείνουν.
Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Κρήτης όπου προκλήθηκε ένα ντόμινο εξελίξεων το οποίο ξεκίνησε μετά την παραίτηση της διευθύντριας της Παθολογικής κλινικής Ρεθύμνου. Όπως επισημαίνει ο πρόεδρος της Ενωσης Νοσοκομειακών Γιατρών του νομού, Γιάννης Σαριδάκης, αυτή ήταν η αρχή του κακού καθώς σήμερα από τις έξι οργανικές θέσεις της παθολογικής κλινικής, είναι καλυμμένες οι τρεις. Οι δύο εκ των τριών γιατρών τώρα είναι σε γονική άδεια και το νοσοκομείο καλύπτεται με μετακινούμενους παθολόγους από το Ηράκλειο.
Οι τελευταίοι αντιδρούν σε αυτήν την αναγκαστική μετακίνηση ενώ στο Βενιζέλειο Νοσοκομείο Ηρακλείου, παθολόγοι απέστειλαν εξώδικο στην υγειονομική περιφέρεια και απειλούν με παραίτηση και για τον ίδιο λόγο δύο αγροτικοί γιατροί στο Ρέθυμνο πριν από ενάμιση μήνα υπέβαλαν την παραίτησή τους τονίζοντας ότι «είναι επικίνδυνο και εγκληματικό να τοποθετούν ιατρούς χωρίς καμία εμπειρία σε τουριστική περίοδο στο τμήμα επειγόντων, όπου η ροή των περιστατικών είναι ακατάπαυστη και το προσωπικό μετρημένο στα δάχτυλα»…
Αντίστοιχη η κατάσταση και στα Χανιά, με 4 από τους συνολικά 9 χειρουργούς του νοσοκομείου να υποβάλουν την παραίτησή του, ενώ τα πράγματα δεν είναι καθόλου καλύτερα και εκτός Κρήτης.
Απολύτως χαρακτηριστική είναι και η περίπτωση της Αιτωλοακαρνανίας όπου στο Μεσολόγγι υπάρχουν μόλις 3 καρδιολόγοι οι οποίοι προφανώς δεν επαρκούν. Γιατροί από το Αγρίνιο ενημερώθηκαν ότι θα μετατραπούν σε «γυρολόγους», όπως συνέβη και με την μοναδική ακτινολόγο που προέρχεται από την μεγαλύτερη πόλη του νομού. Αντίθετα, στην περίπτωση της γειτονικής Άρτας, η «πατέντα» προέβλεπε την μετακίνηση της ακτινολόγου από το Κέντρο Υγείας, η οποία όμως αρνήθηκε και παραιτήθηκε…
Δηλώσεις στην «Καθημερινή» έκανε και ο πρόεδρος της Ένωσης Νοσοκομειακών Γιατρών Σερρών, Βαγγέλης Παπαμιχάλης, περιγράφοντας ένα ανάλογο ζοφερό σκηνικό και στην Μακεδονία. «Το νοσοκομείο Σερρών έχει οκτώ μόνιμους παθολόγους και μία επικουρική. Η επικουρική παθολόγος έχει δηλώσει ότι δεν θα ανανεώσει τη σύμβασή της και οι τρεις από τους οκτώ μόνιμους έχουν δηλώσει πως, εάν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση, θα παραιτηθούν». Σύμφωνα με τα λεγόμενά του από τον Σεπτέμβριο του 2020 έχουν παραιτηθεί από το νοσοκομείο 13 γιατροί, ενώ από τις 161 οργανικές θέσεις, σήμερα βρίσκονται 89 μόνιμοι και έξι επικουρικοί.
Το μισθολογικό φαίνεται ότι είναι το τελευταίο πράγμα που μπαίνει στη ζυγαριά για τους γιατρούς. Οι περισσότεροι αποχωρούν καθώς δεν αντέχουν στα εξαντλητικά ωράρια και στις συνθήκες που αντιμετωπίζουν και όσο αυτό το θέμα δεν λύνεται με κανονικές και μόνιμες προσλήψεις, η «αιμορραγία» θα συνεχίζεται…