Είναι ένα μεγάλο ερώτημα, διαχρονικό και φορτισμένο με την ένταση που γεννούν οι μεγάλες διαφωνίες: Ποια είναι τα όρια της τέχνης – υποθέτοντας πως υπάρχουν τέτοια; Το debate επανήλθε στη δημόσια σφαίρα με την υπόθεση της ροζ σημαίας στο προξενείο της χώρας μας, στη Νέα Υόρκη.
Το έργο αυτό, της Γεωργίας Λαλέ, δημιουργήθηκε από σεντόνια, δωρεά κακοποιημένων γυναικών που ζουν στην Ελλάδα. «Αυτές οι γυναίκες έχουν φαινομενικά λίγα κοινά πράγματα, αλλά όλες έχουν ξαπλώσει σε αυτά τα σεντόνια απελπισμένες και φοβισμένες…», όπως αναγράφεται, ως σχόλιο.
«Σκάνδαλο, ντροπή!», ήρθε η αντίδραση από ορισμένους. «Προσβολή εθνικού συμβόλου» και τα συναφή. Πόσο στενόμυαλο… Το να προσβληθεί κάποιος για το ροζ χρώμα – γιατί αυτό ενοχλεί περισσότερο, μην κρυβόμαστε – είναι τουλάχιστον αναχρονιστικό εν έτει 2023.
Δεν ζούμε σε μια φανταστική πολιτεία, ξέρουμε πως συμβαίνει, ότι δηλαδή πολλοί συμπολίτες μας σκέφτονται ακόμα με οπισθοδρομικούς όρους αλλοτινών (ή μήπως όχι και τόσο;) εποχών. Δεν παύει όμως να (μας) ενοχλεί, να (μας) προβληματίζει.
Αντί να στεκόμαστε στο μήνυμα, στην ουσία του πράγματος, μπλέξαμε σε μια συζήτηση που δεν έχει πρακτικό νόημα. Η σημαία εκφράζει έναν λαό. Άρα και τους πόνους αυτού. Και η ιστορία αυτών των γυναικών σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο κινείται – περισσότερο δεν γίνεται. Η ροζ σημαία γίνεται η αγκαλιά της χώρας μας, συμβολικά, στα δεινά τους. Το κακό είναι αυτό που τους έχει συμβεί, όχι αυτό που συνέβη στο προξενείο.
Τα παρακάτω λόγια του Μάνου Στεφανίδη, κριτικού τέχνης και καθηγητή στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών είναι μεστά νοήματος και εξηγούν το γιατί όλο αυτό το θέμα δεν θα έπρεπε ποτέ να «σηκωθεί» τόσο, ή πιο σωστά με τέτοιο τρόπο.
«Είναι χοντρό λάθος να λέμε ότι αυτό το έργο είναι η ελληνική σημαία. Είναι ένα σχόλιο πάνω στην ελληνική σημαία. Όπως ας πούμε το Άξιον Εστί του Ελύτη είναι θεομητορικός ύμνος για την Παναγία».
Η τέχνη δικαιούται να «πειράζει» ακόμα και ιερά σύμβολα αν το κάνει με τρόπο που δεν θίγει την πραγματική υπόσταση ενός έθνους. Τα κακώς κείμενα είναι που στηλιτεύονται, όχι η Ελλάδα ως χώρα, ως άνθρωποι. Καμία γελοιοποίηση εθνικού συμβόλου δεν υπάρχει σε αυτό.
Ο Γιώργος Γεραπετρίτης από μεριάς του, υποστήριξε πως το πρόβλημα δεν είναι το έργο αυτό καθαυτό, αλλά το ότι εκτέθηκε στο χώρο του προξενείου. Υποστήριξε επίσης πως είχε δώσει εντολή να αποσυρθεί η επίμαχη σημαία πριν από τη σχετική τοποθέτηση του προέδρου της «Νίκης», Δημήτρη Νατσιού που ανέδειξε δημοσίως το θέμα, παίζοντας εξαίρετα το ρόλο του έμπορα πατρίδας, πίστεως και εθνικοφροσύνης. Δικαίως η κυβέρνηση κατηγορείται για «διολίσθηση σε ακροδεξιά ατζέντα».
Είναι παρήγορο και ενθαρρυντικό πως υπήρξαν φωνές ακόμα και μέσα από τη Νέα Δημοκρατία που εξέφρασαν ανοιχτά και δυνατά τη διαφωνία τους με την απόφαση απόσυρσης του έργου τέχνης. Μια εξ αυτών ήταν η Ντόρα Μπακογιάννη. Ξεκάθαρη ήταν και η απάντηση του γενικού πρόξενου της Ελλάδας στη Νέα Υόρκη, Ντίνου Κωνσταντίνου, ο οποίος υπερασπίστηκε το έργο της Γεωργίας Λαλέ:
«Η τέχνη είναι έκφραση, η ελευθερία του ανθρώπου που εκφράζει την άποψή του. Εάν συμφωνούμε όλοι σε όλα δεν θα είχε νόημα ο κοινωνικός διάλογος. Εγώ θα σας πω το επιχείρημα που λέει η ίδια η καλλιτέχνις και με το οποίο συμφωνώ: Ακριβώς επειδή είναι πολύ δυνατό το σύμβολο της σημαίας, ήθελε μέσα από αυτό να περάσει ένα ισχυρό μήνυμα: Ότι πρέπει η κοινωνία να σταθεί απέναντι σε αυτά τα φαινόμενα που πρέπει να παταχθούν εντελώς από την κοινότητά μας».
Δεν μπορείς να κρίνεις με πολιτικά κριτήρια τα έργα τέχνης. Λένε κάποιοι πως υπουργοί είναι υποχρεωμένοι να εφαρμόζουν τον νόμο και τα περί τέχνης είναι εκτός θέματος εν προκειμένω. Πόσο ψυχρή, στείρα και κυνική προσέγγιση. Τυπολατρική αλλά διόλου πολιτιστική.
Η τέχνη, αν την αφήσεις, σε διδάσκει να κατανοήσεις τη διαφορά ανάμεσα στο σωστό και στο νόμιμο. Ανάμεσα στο ηθικό και στο ανήθικο. Για ακόμη μια φορά αντί να κοιτάμε το δάσος χανόμαστε στο δέντρο. Είναι, σε τελική ανάλυση, κρίμα. Και δείγμα μιας χώρας που ακόμα φοβάται να αντικρίσει το πραγματικό της πρόσωπο, που δεν έχει την απαραίτητη αυτοπεποίθηση για να προχωρά με σιγουριά και υπερηφάνεια για το ποια είναι και πού (θέλει να) πάει.