Ακρόπολη-Gucci όπως λέμε πολιτισμός εναντίον εμπορικότητας; Όχι ακριβώς.

Τα πράγματα δεν είναι μονοσήμαντα. Δεν υπάρχει μόνο το άσπρο και το μαύρο. Κι αυτό είναι κάτι που δεν αλλάζει ανάλογα με το άτομο.

Σε όλη αυτή την ιστορία με την πρόταση του Οίκου Gucci για επίδειξη μόδας μεταξύ Ερεχθείου και Παρθενώνα, λίγο χαμηλότερα από την Ακρόπολη, έχουν πέσει στη Στρογγυλή Τραπέζη αρκετά σωστά και αρκετά όχι τόσο σωστά επιχειρήματα. Ας ξεκινήσουμε από το «έστω Χ» της υπόθεσης. Η πρόταση του Οίκου δεν είναι απαραίτητα προσβλητική και χυδαία όπως χαρακτηρίστηκε από ένα μέλος του ΚΑΣ που απέρριψε το όποιο ενδεχόμενο. Ούτε είναι απόλυτα συμφέρουσα, με την έννοια του ευρύτερου καλού. Η αλήθεια εδώ βρίσκεται όπως τις περισσότερες φορές κάπου στη μέση. Ίσως να τείνει ελάχιστα προς την πλευρά του Οίκου.

Η πρόταση που κατατέθηκε δεν είχε σκοπό να προσβάλλει το παρελθόν και τον συμβολισμό αυτού του μνημείου. Χωρίς να αναιρούνται οι όποιες εμπορικές προεκτάσεις της κίνησης. Τουλάχιστον έτσι φάνηκε από την μεγάλη προσπάθεια των εκπροσώπων να καταδείξουν τον σεβασμό τους. Η προσφορά του ποσού των 2 εκατομμυρίων δεν ανάγεται ως επιχείρηση εξαγοράς. Είναι μια κίνηση κατανόησης. «Δεν έχουμε σκοπό να βλάψουμε την σημασία του χώρου, αντιθέτως θέλουμε να τον βοηθήσουμε». Αυτό ηχεί στ΄αυτιά μου ως υποθετική διαλεκτική των δικηγόρων του Οίκου ενώπιον του ΚΑΣ. Αν βάλεις στο σκεπτικό σου ότι η ίδια κυρία (Ευγενία Γατοπούλου, γενική διευθύντρια Αναστήλωσης, Μουσείων και Τεχνικών Έργων του ΥΠΠΟΑ) που την χαρακτήρισε προσβλητική είπε και κάτι άλλο αχαρακτήριστο, τότε καταλαβαίνεις ότι άσχετα με το αποτέλεσμα της απόφασης, η βάση της σκέψης ήταν περισσότερο παρελθοντολαγνεία παρά λογική αντιμετώπιση.

Τι πρότεινε η κ. Γατοπούλου; «Θα μπορούσε να είναι μια πρόταση συμβολική, για παράδειγμα μια φωτογράφηση στον Παρθενώνα και μια άλλη αντίστοιχη στα Γλυπτά που βρίσκονται στο Βρετανικό Μουσείο. Ενδεχομένως δεν θα την δεχόμασταν πάλι, αλλά θα ήταν μια πρόταση άλλου επιπέδου».

Αντιθέτως, τα άλλα δύο μέλη της επιτροπής, Μαρία Ανδρεαδάκη – Βλαζάκη και Ελένη Μπάνου έθεσαν ένα άλλο ζήτημα ως απόκριση στο δεδικασμένο που ανέφεραν οι εκπρόσωποι του Gucci. Αν συμφωνηθεί να γίνει αυτή η επίδειξη τώρα, τότε με τι επιχείρημα θα μπορούν να αρνηθούν μελλοντικές προτάσεις; Και πάλι όμως, δεν μπορεί να λογιστεί ως αρκετό. Ιδίως, όταν απέναντι σου υπάρχουν άνθρωποι που μελέτησαν πολύ αυτή την κίνηση. Την εξέτασαν τόσο ενδελεχώς, ώστε έβγαλαν για χάρη σου και το εκτιμώμενο κέρδος σε βάθος 5ετίας. Κέρδος από την χορηγία, κέρδος από την δημόσια προβολή. Μια προβολή που θα ξεπερνούσε το γραφικό σύνδρομο «Ελλάδα, Ακρόπολη, μουζάκα, Πλάτωνας Αριστότελες». Απεσταλμένοι από διεθνή περιοδικά, αστέρες του Χόλιγουντ θα προσέθεταν με την επίδραση τους στην τουριστική δυναμική των επόμενων μηνών. Όχι της Ακρόπολης. Αυτή δεν έχει καμία ανάγκη. Αλλά της ίδιας της Αθήνας που παραμένει μια αγαπημένα άσχημη πόλη. Με τόσους μύθους των τελευταίων ετών να τη συνοδεύουν στις εισηγήσεις των ξένων τουριστικών πρακτορείων.

Βέβαια, τίποτα από τα παραπάνω δεν είναι αυτόνομο στη λήψη μιας απόφασης. Το πιο σημαντικό που χρειάζεται να απαντηθεί είναι αν μπορεί η Ελλάδα να συντηρήσει ιδίοις πόροις τα μνημεία. Αν μέσα σε μια γενική διάβρωση μνημείων παγκόσμιας κληρονομιάς, ένα αδύναμο οικονομικά κράτος μπορεί να τα βγάλει πέρα. Είναι απόλυτα θετικό και ιδεαλιστικό να λες ότι δε γίνεται να υποκύψουν όλα στο χρήμα. Όταν όμως η εναλλακτική είναι να υποκύψουν στην καταστροφή, τότε καλύτερα το χρήμα.

Τα 55 εκατομμύρια ευρώ που έβγαλε ως προσδοκώμενο έσοδο σε παρόν και μεσοπρόθεσμο μέλλον ο Οίκος, αποτελούν ένα ποσό που κάποιο άλλο κράτος θα είχε πλάνο για να το αποταμιεύσει μόνο του. Μόνο που δεν είμαστε αυτό το κάποιο άλλο κράτος.

Σε τέτοιες περιπτώσεις είθισται να τίθενται επί τάπητος παραδείγματα άλλων χωρών. Στο συγκεκριμένο θέμα δε νομίζω ότι χωράνε συγκρίσεις. Για πολλούς λόγους διαφορετικότητας της εκάστοτε περίπτωσης. Χρήσιμο πάντως είναι να δείτε το άρθρο που έγραψε η Αργυρώ Μποζώνη στο elculture.gr για την Ιταλία. Αν με ρωτάτε, ούτε εγώ βρίσκω κάποια χρησιμότητα στο να γίνει επίδειξη στην Ακρόπολη. Σε πολύ θεωρητικό επίπεδο όμως και δίχως γνώση όλων των δεδομένων.

Τελική και σταθερή εκτίμηση για την Ακρόπολη δε μπορεί να υπάρξει. Και στις δύο πλευρές στέκονται βάσιμα επιχειρήματα. Η απόρριψη σκέτη είναι μάλλον η λιγότερο λογική. Η απόρριψη που συνοδεύεται από ένα σχέδιο χορηγιών προς το Υπουργείο Πολιτισμού, ώστε να αντιμετωπίζει τα φαινόμενα διάβρωσης και να συντηρεί τα μνημεία είναι το ιδανικό. Για να μην χρειάζεται να σκεφτείς ότι μια αποδοχή ισοδυναμεί με έκπτωση στις αξίες, την διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς και του συμβολισμού που έχει.