Ελάχιστα κτίσματα, αν υπάρχουν κιόλας τέτοια, διαθέτουν τη σχεδόν υπερφυσική δυνατότητα που έχουν εκείνα που συνθέτουν αυτό που ονομάζουμε Ακρόπολη των Αθηνών. Χωρίς να το ξέρουν, όσοι συνεισέφεραν στην αποπεράτωσή ή την καταστροφή της, πρόσθεσαν από ένα πετραδάκι που οδήγησε στη μοναδική ικανότητα του χώρου να κάνει όμορφο οτιδήποτε πέφτει στην περιδίνηση που δημιουργεί η έλξη και η γοητεία που ασκεί στο ανθρώπινο μάτι.
Μονίμως υπέροχη, με ήλιο, με φεγγάρι, κάτω από το φως των αστεριών ή ζωσμένη από σύννεφα και το γκρίζο φόντο μιας ανήλιας μέρας, η Ακρόπολη είναι εκείνο το στοιχείο που κάνει την Αθήνα να είναι αυτό που είναι: Μια άθλια, κακάσχημη πόλη που όμως από όποιον δρόμο του εγκαταλελειμμένου και παρηκμασμένου κέντρου της σηκώσεις το κεφάλι, με μιας θα γλυκάνεις τις σκέψεις σου χάρις σε αυτό το ασύγκριτο στολίδι.
Είναι η τελειότητά της που την κάνει να ολοκληρώνει το ατελές που την περιβάλλει. Και ρίχνοντας ένα βλέμμα στο τι υπάρχει γύρω της, εύκολα οδηγείσαι στο συμπέρασμα πως μια επίδειξη μόδας, ένα πολιτισμικό γεγονός της εποχής δηλαδή, αποκλείεται να είναι ό,τι χειρότερο θα μπορούσε να της συμβεί.
Άλλωστε έχει επιβιώσει από πολιορκίες, από σεισμούς, βομβαρδισμούς, κατακτητές, πολέμους, εκρήξεις, αποτυχημένες προσπάθειες αναστήλωσης, την κατάρα που λεγόταν λόρδος Έλγιν, συνδικαλιστικές απεργίες, ακραίους τρόπους έκφρασης κομματικών διεκδικήσεων και γενικότερα από κάθε στοιχείο που μπορεί να συμπεριληφθεί σε αυτό που ονομάζεται μανία της φύσης ή ανθρώπινη αστοχία και παρέμβαση.
Εκφράζοντας ο καθένας την άποψή του για το θέμα των ημερών δεν οφείλει a priori να ενστερνιστεί την επιχειρηματολογία της μίας ή της άλλης πλευράς, αλλά να προβάλει τους λόγους για τους οποίους ο ίδιος θεωρεί ότι θα υπάρχει κέρδος από αυτή την ιστορία.
Βάζοντας λοιπόν στην άκρη τις αιτιάσεις του ΚΑΣ για την αρνητική γνωμοδότησή του, που δεν υιοθετούνται απαραίτητα από όσους στέκονται τουλάχιστον με σκεπτικισμό απέναντι στην ιδέα της πασαρέλας, ας δούμε τι μπορεί να κερδίσει ο τόπος από αυτή την ιστορία.
Κάποιοι στέκονται στο οικονομικό σκέλος της συμφωνίας. Δύο εκατομμύρια ευρώ «στο χέρι» και περίπου άλλα πενήντα σε βάθος χρόνου. Δεν ακούγονται ούτε είναι λίγα. Συγκρινόμενα όμως με εκείνη την υποθετική πρόταση παραχώρησης του Παρθενώνα ως έναντι για το χρέος της χώρας που είχαν προβάλει στην αρχή της κρίσης κάποια γερμανικά έντυπα, είναι ψίχουλα. Αν, όπως και ο γνωστός οίκος μόδας, οι δυνητικοί αγοραστές μας υπόσχονταν ότι κι εκείνοι θα σέβονταν το μνημείο και δεν θα προχωρούσαν σε κακή χρήση του, γιατί να συμβιβαστούμε με τα λίγα; Ας τη βάλουμε σε πλειοδοτικό διαγωνισμό να ξεχρεώσουν μέχρι και τα τρισέγγονά μας. Αρκεί βέβαια να μην εμπλακεί στη διαδικασία το ΤΑΙΠΕΔ που όπως διαπιστώσαμε με την υπόλοιπη δημόσια περιουσία, πουλάει κοψοχρονιά…
Άλλοι μιλάνε για την προβολή που θα έχει ένα τέτοιο εγχείρημα, το οποίο αναγκαστικά θα ωφελήσει και την Ακρόπολη. Με συγχωρείτε, αλλά είναι σαν να υποστηρίζω πως θα φωτογραφηθώ δίπλα στον Δαλάι Λάμα και θα τον κάνω διάσημο. Εγώ τον Δαλάι Λάμα… Σαφώς και πρόκειται για εντελώς ετεροβαρή σχέση υπέρ του οίκου μόδας, ο οποίος έχει να κερδίσει πολύ περισσότερα από τη συνύπαρξή του με ένα από τα πλέον αναγνωρίσιμα σημεία της γης. Μια σχέση που δεν ισοσκελίζεται φυσικά ούτε από τα δύο ούτε από τα πενήντα εκατομμύρια ευρώ ή πολύ περισσότερα. Όσο για το επιχείρημα περί τουριστικής εκμετάλλευσης λόγω αυτής της παρουσίασης μιας μοντέρνας εκδοχής της πόλης, το μόνο που μπορεί να απαντήσει κανείς είναι πως ο επισκέπτης θα προτιμούσε πιο καθαρούς δρόμους, καλύτερες συγκοινωνίες και πιο προσεγμένες υπηρεσίες. Αυτά θα τον έπειθαν περισσότερο ότι η Αθήνα αλλάζει.
Ακούστηκαν επίσης και οι φωνές εκείνων που λένε ότι τα χρήματα αυτά είναι απαραίτητα για τη συντήρηση του μνημείου, ειδικά στις μέρες μας που η κρατική χρηματοδότηση βαίνει διαρκώς μειούμενη. Όταν δεν έχεις έτοιμο ένα εναλλακτικό σχέδιο είναι πιο εύκολο να ενδώσεις στον πειρασμό για το εύκολο χρήμα που προέρχεται από τις τσέπες άλλων. Δεν θα πρέπει όμως να μπερδεύουμε την αδυναμία ενός κράτους να πράξει το αυτονόητο με την ανοχή στο πατρονάρισμα και τη λογική της χορηγίας, λόγω ανάγκης. Και αυτό διότι, νομοτελειακά, όσο μεγαλύτερα είναι τα ελλείμματα των προϋπολογισμών και οι ανάγκες για ρευστό, τόσο μικρότερες θα είναι οι αντιδράσεις και οι αντοχές απέναντι σε αντίστοιχους «πειρασμούς».
Το εικαστικό αποτέλεσμα ανάλογων ενεργειών, όπως δοκιμάστηκε σε άλλες χώρες, διαφέρει κατά περίπτωση. Η εμπορική χρήση δεν συνεπάγεται απαραίτητα και ακαλαισθησία. Δεν είναι εκεί το θέμα. Το αν δηλαδή όσα συμβούν στον ιερό βράχο θα προσβάλλουν ή όχι την ιστορία του. ΟΤΙΔΗΠΟΤΕ κι αν γίνει, όσο καλόγουστο ή αισθητικά άρτιο κι αν είναι, θα υπολείπεται κατά πολύ του μεγαλείου της. Και μια τέτοια προσέγγιση μας βγάζει από τη δύσκολη θέση του να πρέπει να χαράξουμε μια γραμμή σχετικά με το τι θα ήταν αποδεκτό και τι όχι. Μια θέση που μεταβάλλεται από άνθρωπο σε άνθρωπο και από εποχή σε εποχή, πράγμα ικανό να οδηγήσει σε ατυχήματα.
Το πρόβλημα δεν είναι μήπως ο οίκος μόδας αφαιρέσει κάτι από την αίγλη της Ακρόπολης. Πιθανότατα κιόλας οι άνθρωποι να έκαναν μια εξαιρετική δουλειά. Ο πραγματικός προβληματισμός έγκειται σε εκείνα που θα προσθέσει στο μνημείο. Όσο ωραία κι αν φαντάζουν, για την ιστορία που κουβαλούν αυτά τα μάρμαρα, δεν θα είναι τίποτα περισσότερο από το να πάει κάποιος να χαράξει το όνομά του και να προσπαθήσει να δικαιολογηθεί λέγοντας πως το έκανε σκαλίζοντας τα πιο όμορφα καλλιγραφικά γράμματα του κόσμου. Αυτά δεν ταιριάζουν στην Ακρόπολη.