Είναι γενικά αδύνατο να αποσυνδεθεί ο αθλητισμό από την κοινωνία εντός της οποίας λαμβάνει χώρα, συνεπώς είναι γενικά αδύνατο να κρατηθεί μακριά από τις κοινωνικές και πολιτικές συζητήσεις που αναπτύσσονται τριγύρω του ή και με αφορμή αυτόν: ακόμα και όσοι επιχείρησαν να κρατήσουν τις αθλητικές δραστηριότητες «μακριά από την πολιτική» υπέπεσαν σε μια μεγάλη αντίφαση, καθώς αυτή ακριβώς η θέση περί αμόλυντου από την πολιτική αθλητισμού είναι πέρα για πέρα πολιτική.
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες είναι η διοργάνωση που επιβεβαιώνει παραδοσιακά τον συσχετισμό της πολιτικής με τον αθλητισμό: κυριολεκτικά θα μπορούσαν να γραφτούν ολόκληροι τόμοι περί αυτού. Και στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2024 ήταν η ιστορία της Ιμάν Κελίφ, της πυγμάχου που αμφισβητήθηκε πως είναι γυναίκα και που εν τέλει κατέκτησε το χρυσό στην γυναικεία πυγμαχία, που καθόρισε την πολιτική συζήτηση περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη.
Η intersex Κελίφ πρώτα έπεσε θύμα διασποράς fake news, τα οποία προέκυψαν από ξεκάθαρα ακροδεξιά σκοπιά και ορίστηκε ως τρανς (δηλαδή βιολογικά μη) γυναίκα. Στο άτυπο δικαστήριο που στήθηκε από την παγκόσμια ακροδεξιά αναφορικά με το αν θα έπρεπε να έχει η Κελίφ το δικαίωμα να αγωνίζεται κόντρα σε γυναίκες, την άτυπη υπεράσπισή της ανέλαβε αυτός ο κάπως καινούριος στη μορφή αλλά τόσο παλιός όσο ο φιλελευθερισμός στο περιεχόμενο και την ουσία χώρος που ακούει στο όνομα «woke».
Alt right από τη μια. Woke από την άλλη. Η Κελίφ έγινε η αφορμή για να αναπτυχθεί ένας μεγάλος πολιτικός διάλογος ανάμεσα στα δυο ρεύματα που αυτή τη στιγμή ηγεμονεύουν παγκοσμίως. Ο φανατισμός που διακατείχε τη συζήτηση ήταν τόσο μεγάλος και από τα δυο αυτά στρατόπεδα που αν κάποιος τολμούσε να μην υιοθετήσει πλήρως τη γραμμή είτε της μίας είτε της άλλης πλευράς, αυτόματα βρισκόταν στην απέναντι. Αυτό είναι το κακό με τις συζητήσεις που ορίζονται από δυο απόλυτα διαμορφωμένους πόλους: αγνοούν πως η αλήθεια είναι πολλές φορές πιο σύνθετη από τη μανιχαϊστική μορφή που της δίνουν. Εντελώς ειρωνικά ωστόσο, στην προκειμένη περίπτωση, η αλήθεια για την Κελίφ είναι πιο απλή: έγινε περίπλοκη εξαιτίας της μεγάλης καούρας να χωρέσει ντε και καλά σε ένα προαποφασισμένο αφήγημα.
Ποια είναι η αλήθεια για την Κελίφ; Πρώτον, είναι γυναίκα. Το αν τα βιολογικά χαρακτηριστικά αποκλίνουν από αυτά μιας συνηθισμένης γυναίκας είναι άσχετο. Τα υπόλοιπα είναι βιολογικοποίησεις της ακροδεξιάς. Δεύτερον, είναι δίκαιο να αγωνίζεται κόντρα σε άλλες γυναίκες με δεδομένη τη μυοσκελετική της κατανομή και τα επίπεδα τεστοστερόνης που εκκρίνει ο οργανισμός της; Η απάντηση είναι και πάλι απλή: όχι. Είναι άδικο για τις υπόλοιπες γυναίκες.
«Μα», θα πει κανείς, «δεν είναι άδικο, εφόσον αναγνωρίζουμε πως είναι γυναίκα, να αποκλείεται από τη γυναικεία εκδοχή ενός ολυμπιακού αθλήματος λόγω ορισμένων βιολογικών αποκλίσεων;». Ναι. Και αυτό άδικο είναι. Αλλά έτσι είναι ο πρωταθλητισμός, άδικος και ανισομερής από τη φύση του. Και καμιά φορά νομιμοποιεί μια αδικία εις βάρος μιας άλλης «ζυγίζοντας» το ποια είναι μεγαλύτερη.
Οι παραπάνω διαπιστώσεις δεν είναι κάποιες τρελές και παλαβές αποκαλύψεις ούτε τίποτα βαθυστόχαστες πρωτοτυπίες. Αποτελούν αντικειμενικές πραγματικότητες, απλές και κατανοητές: η κυρίαρχη μορφή των σύγχρονων πολιτικών αντιθέσεων περιπλέκει πράγματα που είναι απλά. Διότι έτσι συμβαίνει όταν μια πολιτική θέση δεν χρησιμεύει ως εργαλείο κατανόησης του κόσμου αλλά ως ένα μέσο διαρκούς προσπάθειας να έρθει ο κόσμος στα μέτρα της. Και αυτό το πολιτικό συμπέρασμα που αναδεικνύεται από την πιο viral πολιτική συζήτηση των φετινών Ολυμπιακών Αγώνων είναι και το πιο απαισιόδοξο που θα μπορούσε να προκύψει.