Το δικαίωμα στην ευθανασία και μια «δολοφονία» που αναζητά ένοχο

Στις 27 Φεβρουαρίου, 11:40 ακριβώς η καρδιά του Φαμπιάνο Αντονιάνι σταμάτησε να χτυπά. Μερικά λεπτά αργότερα ο υποβοηθούμενος θάνατός του έγινε η αφορμή για να φουντώσει ξανά η διαμάχη για το δικαίωμα του ανθρώπου στην ευθανασία.

Από το 1942 η Ελβετία έχει νομοθετήσει υπέρ της ευθανασίας. Φαντάζει ειρωνικό αλλά είναι αλήθεια. Την περίοδο που μαινόταν ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος αφήνοντας πίσω του εκατομμύρια νεκρούς, το συγκεκριμένο κράτος αποφάσιζε ότι ένας άνθρωπος έχει το δικαίωμα στο θάνατο με τους δικούς του όρους.

Στα χρόνια που ακολούθησαν η αδυναμία να βρεθούν μιμητές στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες όπου το θέμα παραμένει ταμπού, οδήγησε σε ακόμη ένα οξύμωρο λογοπαίγνιο. Τον «αυτοκτονικό τουρισμό». Μια έκφραση που δημιουργήθηκε προκειμένου να περιγράψει την ιδιομορφία ενός τέτοιου ταξιδιού με προορισμό -συνήθως- τη Ζυρίχη. Κλείνεις εισιτήριο χωρίς επιστροφή, πηγαίνεις στην πόλη και με τη βοήθεια ενός γιατρού βάζεις τέλος στη ζωή σου.

Ο Φαμπιάνο Αντονιάνι είναι ο τελευταίος που έκανε χρήση αυτού του δικαιώματος που παρέχει ο νόμος στην Ελβετία. Ένας πρώην Ιταλός dj που μετά από ένα τροχαίο στην Ινδία το 2014 έμεινε τυφλός και ανάπηρος από τον λαιμό και κάτω ή όπως περιέγραψε ο ίδιος τον εαυτό του «ένα κεφάλι κολλημένο σε ένα σώμα».

https://www.youtube.com/watch?v=LlabrxfxFw8

Αφού οι γιατροί επιβεβαίωσαν πως ούτε τα βλαστοκύτταρα θα βοηθούσαν την περίπτωσή του, άρχισαν συμβατικού τύπου θεραπείες οι οποίες κυρίως απευθύνονταν στη διαχείριση της δεδομένης κατάστασης και όχι στην αποκατάσταση της λειτουργικότητας των μελών του. Η συνειδητοποίηση πως δεν υπάρχει ελπίδα μετέτρεψε τον αγώνα του Φάμπιο για ζωή σε μάχη για το δικαίωμά του στο θάνατο. Αποφάσισε πως για όσο ακόμη θα μπορούσε να ανασαίνει, θα γινόταν ένα «ζωντανό σύμβολο» για όσους παλεύουν για ένα αυτόβουλο και αξιοπρεπές τέλος.

Όταν πριν λίγες μέρες η προγραμματισμένη συζήτηση στο ιταλικό κοινοβούλιο για την υποβοηθούμενη αυτοκτονία αναβλήθηκε για τρίτη συνεχόμενη φορά, ο Φάμπιο αντιλήφθηκε πως δεν είχε άλλες επιλογές. Κατηγόρησε τους πολιτικούς για έλλειψη θάρρους και κουράγιου και συνοδεία της συντρόφου του, Βαλέρια και του Μάρκο Καπάτο, πρώην ευρωβουλευτή και μέλος του Ριζοσπαστικού κόμματος, βρέθηκε στην Ελβετία όπου μπήκαν οι τίτλοι του δικού του τέλους. Παράλληλα, όμως, η πράξη του αποτέλεσε την απαρχή ενός νέου κύκλου διαξιφισμών σχετικά με την αποκαλούμενη «κουλτούρα του θανάτου» στις πολιτισμένες κοινωνίες.

Για την εκκλησία δεν τίθεται κανένα ζήτημα. Κάθε θάνατος θεωρείται μια χαμένη μάχη, κάθε απώλεια ζωής συνιστά ήττα. Και από τη μέρα που ο Ιούδας ο Ισκαριώτης κρεμάστηκε υπό το βάρος των τύψεων για την προδοσία του Ιησού, η αυτοκτονία διαφέρει μεν από κάθε άλλη περίπτωση, αλλά κατατάσσεται μεταξύ των μεγαλύτερων αμαρτημάτων που μπορεί να διαπράξει ένας πιστός. Η αιτιολόγηση πίσω από αυτή τη στάση σχετίζεται με το γεγονός ότι ο αυτόχειρας αφαιρεί από τον εαυτό του τη δυνατότητα μετάνοιας, ενώ Ορθόδοξοι και Καθολικοί παρά τις διαφορές τους, συμφωνούν πως έτσι διαπράττεται ύβρις προς το Άγιο Πνεύμα. Καθόλα σεβαστή η άποψη, αλλά εκ προοιμίου αφορά μόνο το ποίμνιο.

Ένα συγκεκριμένο, δηλαδή, κομμάτι της κοινωνίας που έχει το δικαίωμα να καθορίζει τη θέση του πάνω στο ζήτημα με βάση ό,τι αυτό επιθυμεί. Διατηρώντας λοιπόν το δικαίωμα να ρυθμίζει τα του οίκου της, η στάση της εκκλησίας μπορεί να είναι οποιαδήποτε, αρκεί να μην αποτελεί τροχοπέδη για τους νόμους του κράτους. Με την ίδια λογική που ισχύει, ας πούμε για τις αμβλώσεις. Το αν είναι νόμιμες ή όχι δεν μπορεί να καθοριστεί από τις δικές της επιταγές, αλλά ο καθένας μπορεί να κρίνει για τον εαυτό του και στη συνέχεια να υποστεί τις συνέπειες των επιλογών του.

Ωστόσο κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει κανέναν από ένα δημόσιο διάλογο για ένα τόσο ακανθώδες και δυσεπίλυτο πρόβλημα των κοινωνιών μας. Το πραγματικό πρόβλημα έγκειται στην απροθυμία που συναντά κανείς στο να συζητηθούν περιπτώσεις όπως εκείνη του Φάμπιο. Η ηθική είναι η μαγική λέξη και αφορά και την ιατρική κοινότητα της οποίας ένα μεγάλο ποσοστό συνεχίζει να τοποθετείται ακριβώς απέναντι στο αίτημα πολλών ανθρώπων για αυτοδιάθεση την ύστατη ώρα. Υπό την έννοια πως ένας γιατρός εκ προοιμίου και εκ θέσεως οφείλει να προστατέψει και όχι να αφαιρέσει μια ζωή, συνταγογραφώντας φάρμακα που δεν απαλύνουν τον πόνο, αλλά είναι θανατηφόρα.

Στις ΗΠΑ η υπόθεση του επονομαζόμενου «Dr Death», του Τζακ Κεβορκιάν συγκλόνισε όταν πριν περίπου 20 χρόνια έγινε γνωστό πως συμμετείχε σε τουλάχιστον 120 υποθέσεις υποβοηθούμενης αυτοκτονίας. Καταδικάστηκε για ανθρωποκτονία κι έμεινε στη φυλακή για 8 χρόνια, ενώ μάλλον περιέργως (σύμφωνα με τους δικηγόρους του), ο ίδιος δεν κατέφυγε στη λύση της οποίας υπήρξε σταυροφόρος. Πέθανε από θρόμβωση ενώ νοσηλευόταν με καρκίνο, οκτώ μέρες μετά τα 83α γενέθλιά του. Από πολλούς αντιμετωπίστηκε ως σωτήρας. Ως ένας γιατρός που δεν φοβήθηκε και στάθηκε σχεδόν μόνος απέναντι σε ένα νόμο που θεωρούσε απάνθρωπο. Ύστερες έρευνες υποστηρίζουν ότι το 60% των ασθενών στους οποίους χορήγησε το ενέσιμο θανατηφόρο κοκτέιλ δεν ήταν σε τελικό στάδιο. Τουλάχιστον 13 δεν υπέφεραν από αβάσταχτους πόνους, ενώ το λιγότερο σε 19 περιπτώσεις  η ένεση έγινε μόλις 24 ώρες μετά την πρώτη συνάντηση που είχαν με τον Κεβορκιάν.

Για την Ελβετία που έχει νομοθετήσει υπέρ της πρακτικής, κάθε υπόθεση ερευνάται ξεχωριστά προκειμένου να διαπιστωθεί εάν συντρέχουν λόγοι που να υποδηλώνουν εγκληματική πράξη. Εάν δεν προκύψει αμφιβολία για την νοητική ικανότητα του ατόμου να κάνει αυτόνομες επιλογές ή τα κίνητρα εκείνων που συμμετέχουν, το θέμα κλείνει.

Αυτό δεν ισχύει, βέβαια, για την Ιταλία και τον Φάμπιο. Οι αρχές της χώρας θεωρούν πως στη Ζυρίχη έγινε ένα έγκλημα, μια δολοφονία και ήδη κινούν τις διαδικασίες ώστε να κατηγορηθούν για ανθρωποκτονία τόσο η Βαλέρια όσο και ο Καππάτο. Εκείνοι οι δύο άνθρωποι που στάθηκαν μέχρι την τελευταία στιγμή στο πλευρό ενός ανθρώπου που είδε τη ζωή του να χάνεται και ζήτησε να έχει λόγο και γνώμη στο πώς και το πότε θα παραιτηθεί. Στον τόπο και το χρόνο του αντίο του. Ζήτησε να έχει το δικαίωμα να μπορεί να καθορίσει το μόνο πράγμα το οποίο ένα τραγικό τροχαίο τον άφησε ικανό να κάνει.

Η πολιτεία το αρνήθηκε, αλλά δεν θα μπορεί να το κάνει για πάντα.  Πέρα από ζήτημα ηθικής ή ιατρικής, είναι και θέμα νόμου. Ορισμένοι συνταγματολόγοι κάνουν λόγο για διάκριση σε βάρος των ατόμων με αναπηρία, που σε αντίθεση με τους υπόλοιπους που μπορούν να αυτοκτονήσουν και να λογοδοτήσουν για αυτό μόνο στο Δημιουργό τους και κανέναν άλλον, εκείνοι μένουν και σε αυτό τον τομέα τρομακτικά αβοήθητοι και ανυπεράσπιστοι τη στιγμή που χρειάζονται μια χείρα βοηθείας. Ακόμη κι αν αυτή έρχεται να τους πάρει τη ζωή που δεν αντέχουν πια.