«Η κ. Καρυστιανού έχασε το παιδί της, βάζω τίτλους τέλους εδώ και σκύβω το κεφάλι, δεν έχω να πω τίποτα». Αυτή ήταν η ατάκα του Κυριάκου Μητσοτάκη στη συνέντευξη του στον Alpha όταν κλήθηκε να σχολιάσει τους ισχυρισμούς μελών της παράταξης του περί καθοδηγούμενων κινήτρων των συγγενών των θυμάτων αναφορικά στο δικαστικό αγώνα τους για την τραγωδία των Τεμπών.
Στις 16 Μαΐου του 2023 βέβαια, σε συνέντευξη του στον ΑΝΤ1 και σε ερώτηση του Νίκου Χατζηνικολάου για τη μήνυση των συγγενών κατά παντός υπευθύνου, το σχόλιο θα μπορούσε να εκληφθεί από κάποιον καχύποπτο και σαν έναυσμα στοχοποίησης. «Λυπάμαι που το ζήτημα αυτό εργαλειοποιείται με τέτοιο τρόπο λίγες μέρες πριν τις εκλογές. Πιστεύω ότι ο δικαιολογημένος θυμός των συγγενών των θυμάτων δεν δικαιολογεί τέτοιου είδους συμπεριφορές», είχε δηλώσει, κάπως ασύντακτα είναι η αλήθεια, τότε ο πρωθυπουργός.
Είχε ή όχι συμβολή στη δράση των τρολ, το θέμα είναι ότι αυτή δρομολογήθηκε και μάλιστα με απολύτως οργανωμένο τρόπο. Ασφαλώς accounts που διακινούν fake news και κακόβουλο περιεχόμενο υπάρχουν σε όλες τις κομματικές αποχρώσεις, είναι όμως κομματάκι διαφορετικό να επιτίθεσαι σε ένα κόμμα ή ένα πολιτικό πρόσωπο και σε μία μητέρα που έχει χάσει το παιδί της με ευθύνη του κρατικού μηχανισμού. Ο ισχυρισμός που έγινε viral σε σκληροπυρηνικά accounts υποστηρικτών της κυβέρνησης, βάσει του οποίου η Μαρία Καρυστιανού είχε χάσει την επιμέλεια των παιδιών της λόγω προβληματικού και ψυχολογικά ανισόρροπου χαρακτήρα, θα ήταν χυδαίος ακόμα και αν ήταν αληθινός. Διότι δεν έχει την παραμικρή σχέση και δεν αποδομεί στο ελάχιστο την προσπάθεια ενός γονέα να πέσει άπλετο φως στις συνθήκες κάτω από τις οποίες σκοτώθηκε το παιδί του. Το ότι αποδείχτηκε παντελώς ανυπόστατος δείχνει πόσο χαμηλά είναι διατεθειμένοι να πέσουν κάποιοι προκειμένου να εξυπηρετήσουν κομματικά συμφέροντα που προφανώς συνδέονται με προσωπικά κίνητρα.
Αυτό λοιπόν που αποδείχτηκε είναι ότι η απόφαση δικαστηρίου με την οποία υποτίθεται ότι η επιμέλεια των τέκνων της κ. Καρυστιανού παραδόθηκε στον πρώην σύζυγό της αφορούσε μια εντελώς άσχετη δικαστική διαμάχη, άλλων ανθρώπων. Το δυστύχημα των Τεμπών, όπου μεταξύ άλλων έχασε τη ζωή της η Μάρθη, έγινε ως γνωστόν το Φεβρουάριο του 2023, ενώ η απόφαση, που το κείμενο της αναπαράχθηκε στα social media, εκδόθηκε το 2024. «Δηλώνω κατηγορηματικά ότι το περιεχόμενο αυτών των αναρτήσεων είναι αποκυήματα νοσηρής και μακάβριας φαντασίας», ήταν το σχόλιο του πατέρα της Μάρθης, νομικού Αντώνη Ψαρόπουλου.
Είναι δυνατόν να μην γνώριζαν εκείνος ή εκείνοι που κατασκεύασαν τον εν λόγω ισχυρισμό και τον διακίνησαν στα social media ότι αργά ή γρήγορα θα αποδεικνυόταν fake news; Ασφαλώς όχι, απλώς δεν ήταν αυτή η έννοια τους. Διότι ο στόχος τους πηγάζει από ένα παλιό, δοκιμασμένο κόλπο. Ρίξε όση περισσότερη λάσπη μπορείς και στο τέλος όλο και κάτι θα μείνει. Αυτό ακριβώς βιώνει εδώ και περίπου 1,5 χρόνο η Μαρία Καρυστιανού. Με πρωτεργάτες τα “γαλάζια” τρολ εξαπολύεται εναντίον της όσο το δυνατόν περισσότερη λάσπη. Αυτό είναι το νόημα της ύπαρξης τους. Να γράφουν ό,τι θέλουν, όποτε θέλουν ακριβώς επειδή είναι ανώνυμα. Έχουν έτσι την ευελιξία να ελεεινολογούν χωρίς να δίνουν λογαριασμό σε κανέναν. Το κάνουν όμως από βίτσιο. Από γινάτι; Προφανώς όχι. Και το ερώτημα που τίθεται εδώ είναι για ποιο λόγο η ΝΔ, που κατά τα άλλα σκύβει το κεφάλι μπροστά στους γονείς, δεν μαζεύει αυτού του είδους τα επαίσχυντα τρολ, αλλά και τους επώνυμους οχετούς, τύπου Ψαριανού.
Ασφαλώς υπάρχουν και αντιπολιτευόμενα τρολ που γράφουν «τέρατα» – ο ισχυρισμός ας πούμε ότι ο θάνατος του Βασίλη Καλογήρου σχετίζεται με την υπόθεση των Τεμπών στηρίχθηκε σε μια παντελώς υποθετική επιχειρηματολογία που έμοιαζε γελοία από τη στιγμή που προωθήθηκε ως βεβαιότητα. Αλλά από μια κυβέρνηση το ελάχιστο που περιμένεις είναι να επιδεικνύει σεβασμό στους συγγενείς των θυμάτων στα Τέμπη. Διότι στο τέλος της μέρας αυτοί είναι στον πυρήνα και όχι οποιαδήποτε αντιπολιτευτική παράταξη ή συγκεκριμένης προέλευσης ποστ. Σίγουρα περιμένεις κάτι καλύτερο από «το δεν είδα κανένα συγγενή να παίζει το ρόλο που παίζει σήμερα η κ. Καρυστιανού» του Μάκη Βορίδη. Ή το «ο κ. Καραμανλής έκανε πολύ καλή τη δουλειά του ως υπουργός», που επανέλαβε ο Άδωνις Γεωργιάδης το πρωί της Δευτέρας στο Open.
Μετά τη συνέντευξη του Κυριάκου Μητσοτάκη στον Αντώνη Σρόιτερ η κυβερνητική επικοινωνιακή γραμμή για τα Τέμπη άλλαξε ριζικά. Είτε γιατί διαγνώστηκε ότι έπρεπε πάση θυσία να αναιρεθούν οι παραδοχές και η «παραπλάνηση» του πρωθυπουργού, είτε γιατί κρίθηκε σκόπιμο να γίνει επένδυση στην πόλωση και τον κομματικό χρωματισμό των κινητοποιήσεων της 28ης Φεβρουαρίου. Πιθανότατα να συνέβησαν και τα δύο, πάντως το δεύτερο μοιάζει βέβαιο. Με την επιθετική στάση που υιοθέτησε η κυβέρνηση είναι σαν να αποζητά την τοξικότητα προκειμένου να χάσει το κίνημα την ουδετερότητά του και να σχηματοποιηθούν δύο στρατόπεδα γύρω από αυτό, όπως τότε, στο δημοψήφισμα.
Τα στελέχη της επικοινωνούν τις τελευταίες ημέρες ότι ο σκοπός των επικείμενων συγκεντρώσεων είναι η εναντίωση στην κυβέρνηση και η αποσταθεροποίηση της χώρας. Όχι το αίτημα για δικαιοσύνη και διαφάνεια. Ο στόχος σαφής: να πείσουν τους φίλα προσκείμενους σε αυτήν ψηφοφόρους, αλλά και άλλους που απωθούνται από κομματικά χαρακτηριστικά να μείνουν σπίτι την ερχόμενη Παρασκευή.
Όσο περισσότερο κομματικοποιηθούν οι διαδηλώσεις τόσο θα ασθενήσει το κίνημα της 26ης Ιανουαρίου, που είχε αποκλειστικά εμπνευστές τους συγγενείς. Και αυτή η λαϊκή δύναμη, που υπακούει και αφουγκράζεται μόνο την αγωνία των συγγενών, είναι ο μοναδικός φόβος της κυβέρνησης. Διότι η μορφή του παραπέμπει σε όρους λαϊκής εξέγερσης και όχι σε ορμώμενη από κάποιο πολιτικό συμφέρον απόπειρα εκτροπής.
Θα ισχυριζόταν κάποιος… πονηρός ότι για την κυβέρνηση θα ήταν ευχής έργον να ξεσπάσουν ακόμα και σοβαρά επεισόδια στις 28 του μήνα. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο το αφήγημα της αποσταθεροποίησης της χώρας και «εκφυλισμού» των κινητοποιήσεων θα έβρισκε το τέλειο επιχείρημα. Ίσως μάλιστα αυτός ο πονηρός να συνέδεε μια τέτοια ευχή με την επιδιωκόμενη πόλωση και τα αίσχη κατά της Μαρίας Καρυστιανού…