Ο Ηρακλής είναι ατόφιο βινύλιο ρε φίλε...

Κάπως, έτσι μια ωραία συνωμοτική ιστορία με εθνικό σκοπό εξελίχτηκε σε μια υπέροχη ιστορία για τον ελληνικό αθλητισμό, αναθρέφοντας στους κόλπους του παιχταράδες και παιχταράδες, στο σύνολο των ομαδικών σπορ

Δεν ήταν ποτέ από τα αγαπημένα σου. Δεν θυμάσαι καν πότε το άκουσες για τελευταία φορά. Τις τελευταίες το έπιασες μόνο για να το ξεσκονίσεις. Είναι όμως από τα εκλεκτά κομμάτια της δισκοθήκης σου. Με αξία συλλεκτική, που έχουν μόνο τα premium. Γιατί είναι βινύλιο ρε φίλε…

Ο σύλλογος των «μπαγιάτηδων», δηλαδή των παλαιών, βέρων, Θεσσαλονικέων, θα έπρεπε κανονικά να αποτελεί προστατευόμενο είδος σε μια χώρα που επιβίωσε φυλετικά -σε βάθος τεσσάρων αιώνων- λόγω της διατήρησης των παραδόσεων της.

Οι καταβολές του Ηρακλή τέμνονται – ταυτίζονται σχεδόν – με αυτή την αγωνία του έθνους να διατηρήσει την ταυτότητά του. Το (αφελώς) υποτιμητικό εκ μέρους οπαδών άλλων ομάδων «γριές» είναι τίτλος τιμής για τους ίδιους τους Ηρακλειδείς. Διότι αυτοί ξέρουν πολύ καλά πως προέκυψε.

Γνωρίζουν δηλαδή ότι ο Ηρακλής ιδρύθηκε ως ποδοσφαιρικό σωματείο εν καιρώ Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στη Θεσσαλονίκη (1908), αλλά η γέννηση του ως «Γυμναστικός Σύλλογος» χρονολογείται πολύ πριν. Πρόκειται για τον αρχαιότερο σύλλογο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, με έτος δημιουργίας το 1870 και «λίκνο» του την περιοχή Ταταύλα της Πόλης.

Σε συνάντηση που έγινε το 1892 στη Βιέννη, ανάμεσα σε επικεφαλής του συλλόγου και Θεσσαλονικέων πατριωτών, αποφασίστηκε η ταυτόχρονη επίσημη ίδρυση του Ηρακλή σε Θεσσαλονίκη και Κωνσταντινούπολη, με σκοπό τη βοήθεια του αγώνα για την αποτίναξη του τούρκικου ζυγού.

Εύλογα τα χρώματα της ομάδας δεν θα μπορούσαν να είναι διαφορετικά. Επιλέχτηκαν αυτά της ελληνικής σημαίας, προκειμένου να υπογραμμιστεί η εθνικότητα και το πάθος των μελών του για την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης.

Μόλις τέσσερα χρόνια μετά τη γέννηση του ποδοσφαιρικού Ηρακλή το όραμα της απελευθέρωσης έγινε πραγματικότητα. Το νερό είχε μπει όμως στ’ αυλάκι, ο Ηρακλής δεν ήταν πια μόνο (επαναστατική) ιδέα. Το 1914 αναγνωρίζεται ως αθλητικός σύλλογος από το πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης και ένα χρόνο αργότερα καταχωρείται στο βιβλίο αναγνωρισμένων σωματείων.

Κάπως, έτσι μια ωραία συνωμοτική ιστορία με εθνικό σκοπό εξελίχτηκε σε μια  υπέροχη ιστορία για τον ελληνικό αθλητισμό, αναθρέφοντας στους κόλπους του παιχταράδες και παιχταράδες, στο σύνολο των ομαδικών σπορ. Μεταξύ άλλων φιλοξένησε τον κορυφαίο ποδοσφαιριστή που κλότσησε μπάλα στην Ελλάδα και «κάμωσε» τον κατά πολλούς δεύτερο καλύτερο μπασκετμπολίστα όλων των εποχών στη χώρα.

Που να το πεις (έξω) και να σε πιστέψουν. Ότι το μεγαλύτερο τμήμα αυτού του συλλόγου, που άνθισε επί τουρκοκρατίας, βαράει διάλυση επί «λαμογιοκρατίας». Δεμένο χειροπόδαρα τις αμαρτίες των εκάστοτε αφεντικών του, κατακερματισμένο από το φιρμάνι ατιμωρησίας που έχει εκδόσει χρόνια τώρα το κράτος ακόμα και για αυτούς που αποδεδειγμένα λυμαίνονται τα οικονομικά των ΠΑΕ.

Σύλλογοι μιας χρήσης, με παράδοση πιο ελαφριά κι από τσιγαρόχαρτο, έχουν αναδυθεί στον αφρό λόγω διασυνδέσεων και γερού βιογραφικού σε παρασκηνιακή δραστηριότητα. Σύλλογοι με «αρχόντους» που κανονικά θα έπρεπε να σκύβουν το -κόκκινο από ντροπή- κεφάλι τους, στο άκουσμα της είδησης για τη διάλυση του Γηραιού.

Όπως είπε όμως και ο Απόστολος Βέλλιος, στο γεμάτο αγανάκτηση ποστάρισμά του, οι «κύριοι» που οδήγησαν εκεί τα πράγματα λησμονούν ότι «οι ιδέες δεν πεθαίνουν ποτέ».

Θα δανειστώ (και) μια φράση των ίδιων των οργανωμένων οπαδών, που με ανακοίνωση τους καλούν σε συσπείρωση και κοινή δράση τη λαϊκή βάση του συλλόγου.

«Ψηλά το κεφάλι γριές!»

Δεν είναι cd. Ούτε ένας ακόμα ψηφιακός δίσκος, γεμισμένος από downloads στο internet. Είναι ο Ηρακλής ρε φίλε…