Δύο ήταν τα μεγάλα ερωτηματικά της παιδικής μου ηλικίας σχετικά με τον αθλητικό Τύπο της εποχής. Και αφορούσαν τη συμπεριφορά του μεγάλου αδελφού που προσπαθούσε -όχι μάταια- να προσηλυτίσει για λογαριασμό του Παναθηναϊκού όλα τα παιδάκια της γειτονιάς. Εκείνος ο ιδεολογικός καθοδηγητής, λοιπόν, πήγαινε στο περίπτερο και ζητούσε «Αθλητική» χωρίς να συμπληρώνει ποτέ το «Ηχώ», κάτι το οποίο μου φαινόταν παράξενο. Όχι όμως τόσο όσο το γεγονός πως εκτός από την αγαπημένη εφημερίδα των Παναθηναϊκών, ο τύπος αγόραζε και το «Φως». Πριν εκφράσω την απορία μου, πρόλαβε ο περιπτεράς. «Ρε φίλε, αφού είσαι βάζελος, γιατί το διαβάζεις»;
Η απάντηση θα μπορούσε να κρύβεται σε αυτό το πρωτοσέλιδο από το μακρινό πια 1996…
Το «Φως των Σπορ» αντικατόπτριζε την προσέγγιση του Θόδωρου Νικολαΐδη στα πράγματα. Προϋποθέτει μεγαλείο το να μην αναγάγεις σε εχθρό τον αντίπαλο στη δική του μεγαλειώδη στιγμή. Στο δικό του ραντεβού με την ιστορία, ακόμη κι όταν αυτό έρχεται στην κορύφωση μιας άνυδρης και άτιτλης δεκαετίας για την ομάδα που αγαπάς. Και ο εκδότης της νούμερο 1 ολυμπιακής εφημερίδας στα χρονικά του τόπου ήταν πληγωμένος από τα «πέτρινα χρόνια» των ερυθρολεύκων. Αυτό, όμως, δεν στεκόταν αρκετό για να θολώσει την κρίση του σχετικά με την έκταση και τη σημασία των μεγάλων γεγονότων που μπροστά τους ένα φαλτσοσφύριγμα ή παράπονα για μια κάρτα σε ματς της Κυριακής, δεν ήταν τίποτα παραπάνω από μια εφήμερη ασημαντότητα.
Δυο βδομάδες αργότερα, όταν ο Άγιαξ επικρατεί με 3-0 στο ΟΑΚΑ ανατρέποντας το 0-1 του Άμστερνταμ, αρκετοί οπαδοί του συλλόγου του λιμανιού βγαίνουν να πανηγυρίσουν στους δρόμους του Πειραιά. Δικαίωμά τους. Όπως και δικαίωμα της κάθε εφημερίδας να επιλέγει τι είδους «εκπτώσεις» είναι διατεθειμένη να προσφέρει προκειμένου γίνει ελκυστικότερη. Για το «Φως» οι εκπτώσεις συνείδησης δεν ήταν κάτι συνηθισμένο…
Το «παραμύθι» της αντικειμενικότητας
Είναι, επομένως, τόσο αντικειμενική αυτή η εφημερίδα; Η απάντηση είναι «όχι». Και γι’ αυτό δεν φταίει το Μέσο, αλλά η ίδια η σημασία του όρου. Η απόλυτη αντικειμενικότητα προϋποθέτει μια υπερβατική τελειότητα που σπάνια συμβαδίζει με την ατελή ανθρώπινη φύση. Κανείς δεν μπορεί να είναι ξεκάθαρα αντικειμενικός εφόσον πορεύεται με τις ιδέες, τις αξίες και το παρελθόν που καθορίζει το ποιος είναι. Και ειδικά όταν μιλάμε για μια εφημερίδα, ακόμη κι ένα παιδί μπορεί να αντιληφθεί πως το «Φως» βλέπει τα πράγματα με κόκκινα γυαλιά. Με τη διαφορά ότι η δική του ματιά σπάνια μπερδευόταν από τους παραμορφωτικούς φακούς του κακώς εννοούμενου οπαδισμού που τόσο ξεδιάντροπα προώθησαν άλλοι.
Και σε τελική ανάλυση, κάθε Μέσο και κάθε δημοσιογράφος εκ προοιμίου είναι «πουλημένο» στο κοινό του(ς). Γράφει, μιλάει, μεταδίδει γι’ αυτούς κι εφόσον έχει τσίπα πάνω του φροντίζει η όποια υποκειμενικότητά του να μην συναντά και (πολύ περισσότερο) να μην ευνοεί την καφρίλα του τυφλού οπαδού.
Οι αναγκαίες συνθήκες του σεβασμού και της συνέπειας
Οπότε τι ήταν εκείνο που έκανε φίλους άλλων ομάδων να αγοράζουν ένα έντυπο που στην πρώτη σελίδα του φιλοξενούσε φωτογραφίες με μωρά ντυμένα στα ερυθρόλευκα; Το ότι δεν ήταν «αρκετά Ολυμπιακό»; Όχι βέβαια. Στον δείκτη ολυμπιακοφροσύνης δύσκολα βρίσκεις κάτι ή κάποιον που να μπορούσε να ανταγωνιστεί εκείνη του κυρ-Θόδωρου. Κάτι που εκφραζόταν απαράμιλλα από επικολυρικούς τίτλους που έκαναν λόγο για «λεόντειες ερυθρόλευκες καρδιές» και «θηρία που δάμαζαν τις τίγρεις του ΠΑΟΚ».
Οι μαγικές λέξεις, εκείνες που κάνουν τη διαφορά, είναι ο σεβασμός και η συνέπεια. Μένεις συνεπής στα πιστεύω σου, σεβόμενος τους αναγνώστες σου. Μια συνταγή που ακούγεται εύκολη, αλλά ειδικά στο σύγχρονο ασφυκτικό και πολωμένο περιβάλλον γίνεται διαρκώς δυσκολότερη. Και -φυσικά- σεβασμό δεν δείχνεις μόνο σε ό,τι αγαπάς, αλλά και σε εκείνο που έχεις απέναντί σου.
Τόσο μεγάλο που τους χώρεσε όλους
Αναμφίβολα το πρώτο πράγμα που εντυπωσιάζει, ιδιαίτερα τα παιδικά μάτια, είναι το σχήμα του. Ένα… κανονικό σεντόνι που θα έπρεπε να συνοδεύεται από οδηγίες διπλώματος και απλώματος για τους μη μυημένους που θα το πιάσουν πρώτη φορά στα χέρια τους. Η παραλία με ελαφρύ αεράκι ήταν πάντα το απόλυτο τεστ. Αν τα κατάφερνες εκεί, δεν είχες να φοβηθείς τίποτα. Έπαιζες (κυριολεκτικά) στα δάχτυλα τα πάντα! Άσε που εκεί μέσα διάβαζες τα πάντα. Ακόμη κι αν χρειαζόταν να στριμωχθούν σ’ ένα ταπεινό μονόστηλο, θα ήταν κάπου εκεί μέχρι και τ’ αποτελέσματα μιας ημερίδας στίβου. Σαν αυτά που μελετούσε ο αδελφός μου σε μια από τις τελευταίες φορές που τα είπαμε.
Οι συνθήκες είχαν αλλάξει. Εμείς είχαμε αλλάξει. Το «Φως», όμως, όχι. Ο Βασίλης στεκόταν στο πλευρό της γυναίκας του, που ανάρρωνε από πολύ σοβαρή εγχείρηση στο ΚΑΤ. Πάλευε να μην φανερώνει την ανησυχία του για την υγεία της, αλλά και να… διπλώσει το «Φως». Τον κοίταξα και αντιγράφοντας τον περιπτερά της… πρώτης φοράς, επανέλαβα εκείνη την ερώτηση. «Αφού είσαι Παναθηναϊκός, γιατί διαβάζεις Φως»; Χαμογέλασε και πήγε κατευθείαν σε μία από τις εσωτερικές σελίδες. Μου έδειξε με καμάρι το όνομα του γιου του που είχε έρθει 3ος στη σφαιροβολία εφήβων. «Αυτά δεν τα έχει καμία άλλη εφημερίδα», πρόσθεσε χαμογελώντας. Και είχε δίκιο στην παρατήρησή του. Γιατί να δίνεις χώρο σε ένα παιδάκι από τη Ζάκυνθο όταν μπορείς να τον παραχωρήσεις σε «αρθρογράφους» που «προάγουν» τα συμφέροντα εκείνου που κάνει κουμάντο; Η απάντηση είναι «επειδή είσαι το Φως». Και δίνεις καθημερινά αναφορά στους αναγνώστες σου και κανέναν άλλον.