Ο θάνατος του σύγχρονου «δημοσιογράφου» σε δύο περιστατικά

Με ηθικό αυτουργό τον θεατή-αναγνώστη-ακροατή.

Αν υπάρχει ένα επάγγελμα στη σημερινή Ελλάδα που θα πέθαινε είτε ερχόταν κρίση είτε όχι, αυτό είναι ο δημοσιογράφος. Είναι τέτοιος ο ξεπεσμός που έχει επέλθει στο επάγγελμα με την κυριαρχία του διαδικτύου και ιδίως του Facebook, που το πετσόκομμα σε ηθικές αξίες και στην έννοια του δημοσιογράφου γίνεται χωρίς ιδιαίτερη σκέψη. Όλα για τους αριθμούς, όλα για μια ψευδεπίγραφη «ευημερία». Κι εκεί που νομίζεις-ελπίζεις-πιστεύεις ότι δε γίνεται να πάει πιο κάτω, έρχονται δύο περιστατικά για να σου υπενθυμίσουν ότι είμαστε πολλοί αυτοί που περισσεύουμε σε αυτή την ορθάνοιχτη φατρία.

Το πρώτο είναι το λιγότερο σημαντικό, αλλά άκρως ενδεικτικό του τι σημαίνει αναγνώστης του Facebook και πόσο ανίκανο κριτικής σκέψης τον θεωρούν τα mainstream media. Από χθες το πρωί κυκλοφορεί ένα βίντεο που δείχνει τον παρουσιαστή ειδήσεων της ΕΡΤ, τον Αντώνη Αλαφογιώργο, να απευθύνεται προς την Έλενα Μπουζάλα με το πέρας του δελτίου και να της λέει με ύφος «Έλα έφυγες. Θα μας πάρεις και τη θέση;». Κάτι τέτοια είναι φιλέτο για την ελληνική τηλεόραση και για τις ιστοσελίδες της μηχανής του κιμά, που πέφτουν πάνω στην είδηση σαν αρπακτικά και τρέχουν να την αναρτήσουν σε όλα τα social media τους.

Η αλήθεια είναι πως είναι εύκολο να παρασυρθείς. Και ο καθένας θα μπορούσε να το πάθει. Όλοι το έχουμε πάθει. Κι αυτό είναι αρκετό για να καταλάβουμε ποια είναι η θέση του δημοσιογράφου σήμερα. Γιατί στην πραγματικότητα ο Αλαφογιώργος δεν είπε ποτέ αυτά τα λόγια. Ήταν όλο ένα δημιούργημα της ομάδας του Περρή και της εκπομπής Rodeo.

Ένα παιδί της ομάδας που έχει όμοια φωνή με τον δημοσιογράφο έκανε το voice over και έπεσαν όλοι στην παγίδα. Κι όχι μόνο αυτό. Το θεώρησαν και λόγο ανάλυσης στην εκπομπή τους. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα το πρωινό του Alpha που δεν θα έλεγες ότι απαρτίζεται από φωστήρες του επαγγέλματος.



Το παραπάνω περιστατικό είναι μόνο ένα από την ευπιστία που διακατέχει το κοινό στη σημερινή εποχή. Και το τραγικό είναι ότι κι ο δημοσιογράφος συγκαταλέγεται στην ομάδα αυτή. Δεν είναι πια ο διαμορφωτής. Είναι κι ο ίδιος ένα «χάπατο». Οικειοθελώς ή υπό την πίεση των αρχισυντακτών του που θέλουν να βγάζει 50 ειδήσεις στο 8ωρο για να κρατήσει μια δουλειά των 500 ευρώ. Και είναι λογικό να το βλέπεις αυτό από τυχάρπαστες ιστοσελίδες. Αλλά να το βλέπεις κι απ΄αυτές που κοκορεύονται για τα νούμερα τους και έχουν την οικονομική δύναμη να πληρώνουν σωστή δημοσιογραφία είναι εξωφρενικό.

Ακόμα κι από την σημερινή τηλεόραση είναι αναμενόμενο. Άνθρωποι που ζουν στον μικρόκοσμο τους είναι όλοι. Τους νοιάζει να πουλήσουν τη μούρη τους. Και για να φτάσουν οι περισσότεροι σε ένα σημείο έχουν κάνει απίστευτες εκπτώσεις σε αξίες και σε πιστεύω.

Όλα αυτά ίσως να έρχονται σε δεύτερη μοίρα μπροστά στη μεγάλη εικόνα. Κι αυτή είναι το fact checking. Κάτι που το 90% των αναγνωστών-τηλεθεατών δεν έχουν μάθει να κάνουν. Η δίψα του δημοσιογράφου που είναι ένα όρνιο που παρεπιδημεί, ποτίζεται από έναν δέκτη. Κι αυτός ο δέκτης δεν έχει το υπόβαθρο ή δεν επιθυμεί να το έχει ώστε να ορίζει καλύτερα τις πληροφορίες που λαμβάνει.

Η παθητικότητα και η αδιαφορία του ενός, οδηγεί στην επιλογή της ευτέλειας από τον δεύτερο. Αυτή τη στιγμή στιγματίστηκε ένας από τους λίγους αξιόλογους ανθρώπους στο δυναμικό της ΕΡΤ. Κι αυτό γιατί; Γιατί κάποιοι δεν ενδιαφέρθηκαν να μάθουν. Γιατί πήραν απλώς ότι τους σερβιρίστηκε και το ξανασέρβιραν. Γιατί κάποιοι τρίτοι έφτιαξαν αυτό το ψεύτικο βίντεο γνωρίζοντας τι μπορεί να συμβεί. Αλλά μπροστά σε μια κακόγουστη πλάκα, τι αξία έχει μια αξιοπρέπεια;

Το βίντεο του Buzzfeed με τον Jordan Peele και τον Obama είναι όσο πιο χαρακτηριστικό γίνεται.



Στον κόσμο του Facebook καλούμαστε όλοι να γίνουμε ρεπόρτερ. Να μπούμε στο πετσί του δημοσιογράφου και να ξεκινήσουμε να κρίνουμε το περιεχόμενο που μας προσφέρεται. Σε αυτό εδώ θέλω να προσθέσω και αυτό που έγραψε ο Σταύρος Διοσκουρίδης στο Popaganda με αφορμή την ατάκα Κωστόπουλου.

Το πρόβλημα γίνεται ακόμα μεγαλύτερο αν δούμε ότι όλη αυτή η απαθής στάση ημών και υμών δεν μένει σε αυτό το παράδειγμα με τον Αλαφογιώργο. Έχει και πιο άσχημες προεκτάσεις.

Όπως την Espresso που αποφάσισε να κυκλοφορήσει στις 21 Απριλίου με δώρο cd με τραγούδια της 7ετίας της Χούντας. Μιλάμε για μια εφημερίδα που όλοι μας αναρωτιόμαστε πώς συνεχίζει και υπάρχει. Πώς βγάζει τα έξοδα της; Για μια εφημερίδα που από τα λίγα πράγματα που ξέρω είχε στο παρελθόν, και ίσως να χει ακόμα, κάποιους καλούς δημοσιογράφους. Επέλεξε να τους ευνουχίσει και να ποντάρει σε κάτι κακοφορμισμένο. Το κίνητρο αυτής της κίνησης είναι παραπάνω από προφανές.

Θα μου πείτε, στις άλλες χώρες δεν έχουν τέτοιες γραφικότητες; Έχουν και παραέχουν. Αλλά με πολύ βραχύβια ύπαρξη. Και σίγουρα όχι σε τέτοιο βαθμό όσο εμείς. Γιατί σαν την Espresso υπάρχουν άλλες 3-4 εφημερίδες και άλλες 15 ιστοσελίδες από το πάνω ράφι. Αυτά τα μέσα κάπως κάνουν νούμερα. Είναι νούμερα αληθινά, είναι νούμερα πλασματικά, κανείς δεν ξέρει. Είναι σίγουρα μια κατασκευή. Μια κατασκευή που στεγανώνεται από τους διαφημιστές. Να σου οι αριθμοί αφέντες του δημοσιογράφου. Να σου και η ανάγκη για επιβίωση που υπερβαίνει της ανάγκης να διατηρήσεις έστω ένα έσχατο σημείο ηθικής.

Τα δύο αυτά περιστατικά έρχονται να επιτείνουν ακόμα περισσότερο την ανάγκη. Την ανάγκη να αποκτήσουμε επαφή με την πληροφορία. Να μην αναζητάμε την υπερπληθώρα της, γιατί εκεί σίγουρα θα χάσουμε τη μπάλα. Να έχουμε άποψη γι΄αυτό που διαβάζουμε χωρίς να είμαστε πανεπιστήμονες.

Εστιάζω περισσότερο στον αναγνώστη, σ΄εσένα που διαβάζεις. Κι αν αναρωτιέσαι γιατί δεν αναφέρω την ευθύνη του δημοσιογράφου, δεν χρειάζεται να πάει ο νους σου στο κακό. Ο δημοσιογράφος αντλεί δύναμη από σένα. Εγώ αντλώ δύναμη από σένα. Όσο περισσότερη μου δίνεις, τόσο καλύτερη δουλειά μπορώ να βγάλω. Αν δε μου δώσεις, αναγκαστικά θα σε υποτιμήσω.

Τι λες; Αλλάζουμε;