Αν ο παραπάνω τίτλος έπρεπε υποχρεωτικά να είναι σύμφωνος με τους κανόνες γραμματικής, πολλές λέξεις θα έμπαιναν σε εισαγωγικά αφού πρόκειται για έννοιες καθαρά μεταφορικές που ελάχιστη σχέση έχουν με την κυριολεξία. Και ο «διαχωρισμός» και η «Αριστερά» και -αν θέλουμε να λέμε την αλήθεια- σίγουρα το «Κράτος», όταν μιλάμε για το ελληνικό κακέκτυπό του.
Σημασία εδώ δεν έχει το πού στέκεται ιδεολογικά ο καθένας στο ακανθώδες ζήτημα του διαχωρισμού των δύο κυρίαρχων θεσμών, αλλά κατά πόσο αυτό το «προσχέδιο συμφωνίας» που ανακοινώθηκε συνοδευόμενο από τις συνήθεις τυμπανοκρουσίες και υπερβολές συνιστά διαχωρισμό.
Το κρέας, ψάρι
Δια των εκπροσώπων της η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα μένει πιστή στην δοκιμασμένη συνταγή του… βαπτίσματος και της ονοματοθεσίας. Μπορεί οι παππάδες να κουβαλούν την «ρετσινιά» πως βαφτίζουν το κρέας, ψάρι, μα η αλήθεια είναι πως σε αυτό το πεδίο η παρούσα διοίκηση του κράτους δεν έχει ταίρι. Πρόκειται για τους ίδιους ανθρώπους που ονόμασαν την τρόικα, θεσμούς. Για τους πολιτικούς που μετέτρεψαν τα επάρατα μνημόνια σε απλή και εύηχη «εποπτεία». Και σε τελική ανάλυση, μέσα σε μια νύχτα, έκαναν το «Όχι», «Ναι».
«Μα αφού αντιδρούν οι ιερείς»
Η κυβέρνηση δεν πρωτοτύπησε, αλλά αντίθετα ακολούθησε την ίδια προβλέψιμη τακτική και στον τρόπο με τον οποίο επιχειρηματολόγησε για το πόσο επωφελής είναι για τους λαϊκούς η συμφωνία, προτάσσοντας την αντίδραση του κλήρου. Στη λογική του «αφού φωνάζουν, σημαίνει πως κάτι τους παίρνουμε», η οποία είχε παίξει πολύ και στο «Σκοπιανό». Καμία έκπληξη. Όταν δεν μπορείς ουσιαστικά να στηρίξεις με ακλόνητα δεδομένα την θέση σου, καταφεύγεις σε αντίστοιχα τερτίπια.
Όμως τέτοιες αποφάσεις και κορυφαίες –πολιτικά και κοινωνικά- συμφωνίες οφείλουν να αναλύονται με όρους του τι κερδίζεις εσύ (όπου «εσύ», βάλε το κράτος και τους πολίτες του) και όχι του τι χάνουν (αν χάνουν) οι απέναντι. Μόνο πάνω σε αυτό μπορεί να υπάρξει οποιαδήποτε συζήτηση. Για τίποτα άλλο.
«Χάσαμε» 10.000 δημοσίους υπαλλήλους
Μένοντας στο πρακτικό μέρος του deal, αναμφισβήτητα στεκόμαστε στην «απαλλαγή» από 10.000 δημοσίους υπαλλήλους, όσοι δηλαδή οι κληρικοί και λαϊκοί που εργάζονται για την ελλαδική εκκλησία, οι οποίοι πλέον δεν θα εγγράφονται στα αντίστοιχα μητρώα. Θα συνεχίσουν, όμως, να πληρώνονται από το ίδιο το Δημόσιο. Απλά αυτό θα συμβαίνει μέσω της δέσμευσης περί εσαεί ισόποσης της μισθοδοσίας κρατικής επιχορήγησης. Ουσιαστικά, δηλαδή, η εκκλησία καταφέρνει de facto να δεχτεί ακόμη και μια θεωρητικά πολέμια προς αυτήν «αριστερή» κυβέρνηση, ότι θα φέρει για πάντα την υποχρέωση καταβολής μισθοδοσίας στους ιερείς! Αναμφισβήτητα σε δύσκολους για τον κλήρο καιρούς, κάτι τέτοιο συνιστά επιτυχία για την οποία μπορεί να είναι υπερήφανος ο Ιερώνυμος. Όχι ο Τσίπρας, που φαντάζομαι στα νιάτα του έδινε διαφορετική έννοια και περιεχόμενο στον όρο του διαχωρισμού.
Επιπλέον ο Αρχιεπίσκοπος μπορεί να αισθάνεται πολύ καλά με τον εαυτό του και την διαπραγματευτική ισχύ του και από την απόφαση για κοινή διαχείριση μέρους της εκκλησιαστικής περιουσίας. Τουλάχιστον εκείνου του κομματιού που υποτίθεται πως το ελληνικό κράτος θα μπορούσε νόμιμα να διεκδικήσει. Η κοινή επιτροπεία επί των γαιών και των κτισμάτων σημαίνει αυτόματα την αναγνώριση από το Κράτος των δικαιωμάτων της εκκλησίας επί αυτών. Άλλωστε εάν οποιαδήποτε κυβέρνηση θεωρούσε ότι είχε οποιαδήποτε ελπίδα να δικαιωθεί, θα είχε προσφύγει στα αστικά διεθνή δικαστήρια για να διεκδικήσει αυτό που πιστεύει πως δεν ανήκει στον αντίδικό της. Το να μην το κάνει και να προτιμά τέτοιου τύπου μεσοβέζικους συμβιβασμούς, δύο πράγματα μπορεί να σημαίνει. Είτε γνωρίζει εκ των προτέρων ότι έχει άδικο (κι επομένως η εκκλησία δίκιο), είτε πως επιδιώκει να κερδίσει ψίχουλα από μια έτσι κι αλλιώς χαμένη υπόθεση.
«Βρήκαμε» 10.000 προσλήψεις
Αν κοιτάξετε γύρω σας θα διαπιστώσετε πως κανένας άλλος θεσμός δεν έχει να επιδείξει πιο σταθερή και διαρκή παρουσία από αυτήν την εκκλησίας. Η διαδρομή της, 2.000 χρόνια τώρα, δεν ήταν απρόσκοπτη. Όμως, όταν έχεις αντιμετωπίσει λιοντάρια στις ρωμαϊκές αρένες, τι να σου πουν και τα «γατάκια» του ΣΥΡΙΖΑ; Η εκκλησία επιβίωσε χάρη σε δύο πράγματα. Την στήριξη που απολαμβάνει από τα πλήθη (δικαίως ή αδίκως είναι αντικείμενο άλλης συζήτησης) και της ικανότητάς της να συνδιαλέγεται ακόμη και εκείνους που αυτοαποκαλούνται «εχθροί» της. Στις δικές της «μπίζνες» προτιμά διαλλακτική στάση, με σαφείς «κόκκινες γραμμές», αλλά δίχως τους δογματισμούς που συναντά κανείς στο κομμάτι της λατρευτικής και θρησκευτικής διάστασής της.
Με την παρούσα συμφωνία –αν κι εφόσον αυτή υλοποιηθεί- ο επίσημος κλήρος κλείνει το μάτι στην κυβέρνηση, προσφέροντάς της το ελάχιστο δυνατό αντάλλαγμα. Εξασφάλισε πως τα 200 εκατ.€ της μισθοδοσίας θα καταβάλλονται από το Κράτος, βρήκε τρόπο για την (από κοινού έστω) αξιοποίηση μέρους της περιουσίας της δίχως εντάσεις και αμφισβητήσεις, θωρακίζοντας και επισημοποιώντας για άλλη μια φορά τους τίτλους ιδιοκτησίας της και το μόνο που πραγματικά προσφέρει ως ενέχυρο είναι η δυνατότητα του μεταμνημονιακού ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ να προχωρήσει σε 10.000 προσλήψεις ενόψει των επερχόμενων εκλογών.
Για την Κυβέρνηση τα όποια οφέλη θα είναι μιας και μοναδικής χρήσης και θα εξαντληθούν την ώρα που θα στηθούν οι επόμενες κάλπες. Οπότε ένας δίκαιος χαρακτηρισμός της συμφωνίας θα ήταν «μπίζνες Κράτους-Εκκλησίας» και σίγουρα όχι ο «διαχωρισμός» τους.