Τι τύπος είσαι ανάλογα με το πουρμπουάρ που αφήνεις στον ντελιβερά

Σέβεσαι καθόλου ή… ζητάς και τα ρέστα;

Σύμφωνα με ένα ρητό που διακινούν επιστήμονες και όσοι προσέχουν τη διατροφή τους, «είμαστε ό,τι τρώμε».

Σύμφωνα με μια άλλη θεωρία όμως που αν τη σκεφτείς, θα συμφωνήσεις πώς ισχύει 100%, είμαστε και ό,τι… δίνουμε σ’ αυτούς που μας φέρνουν να φάμε.

Χωρίς αμφιβολία λοιπόν, ο τρόπος με τον οποίο επιβραβεύει τον άγιο, τον προσωπικό του Μεσσία, αυτόν που έρχεται λυτρωτικά για να γιατρέψει την πείνα του δείχνει πολλά για τον χαρακτήρα ενός ανθρώπου.

Και μπορεί να τον κατατάξει σε μια από τις πέντε βασικές κατηγορίες, ανάλογα με το πουρμπουάρ που αφήνει στον ντελιβερά…

Ο τσιφούτης

Δεν τον νοιάζει αν η παραγγελία του έρχεται από του διαόλου τη μάνα. Δεν τον ενδιαφέρει αν έξω γίνεται ο κατακλυσμός του Νώε. Ουδόλως τον απασχολεί αν έχει χαλάσει το ασανσέρ και πρέπει το παιδί ν’ ανέβει στον πέμπτο από τις σκάλες. Έχει υπολογίσει από πριν ΚΑΙ ΑΚΡΙΒΩΣ τα λεφτά. Έχει επιστρατεύσει μονόλεπτα και πεντάλεπτα (όχι επειδή δεν έχει, αλλά επειδή δεν θέλει να χαλάσει τα χοντρά). Δεν συζητάμε να έχει ρέστα: Θα περιμένει και το τελευταίο σεντ, ακόμα κι αν ο ντελιβεράς χρειαστεί να ψάξει από τις τσέπες μέχρι ολόκληρο το… είναι του.

 

Ο άπλας

Το χρήμα δεν το λογαριάζει τα δυο του μάτια (του ντελιβερά) σαν κοιτάζει! Κιμπάρης και ανοιχτόκαρδος, δεν ξεχνά από πού ξεκίνησε (αν είναι πλούσιος) ή τι περνάει ο ίδιος για να βγάλει το μεροκάματο (αν είναι φτωχαδάκι). Έχει-δεν έχει, του περισσεύουν-δεν του περισσεύουν, θεωρεί το tip αυτονόητο μέρος της τιμής. Δείχνει σεβασμό στον συνάδελφο εργαζόμενο. Και αγνοώντας την πιθανή γκρίνια της συζύγου («καλά, σου περισσεύουνε εσένα»), ξηγιέται γερή στρογγυλοποίηση του ποσού προς τα πάνω.

Ο κοιλιόδουλος

Δεν τον ενδιαφέρει το χρήμα, τον ενδιαφέρει το φαΐ! Ακόμα και αν ανήκει στην πρώτη κατηγορία του εξηντατρίχη, με το πού θα ακούσει το κουδούνι κλειδώνουν οι υπόλοιπες λειτουργίες του. Δεν δουλεύει καμία άλλη αίσθηση εκτός από την όσφρηση. Χωρίς να κοιτάξει καν λοιπόν τον ντελιβερά (αφού το βλέμμα του κλειδώνει επιτόπου στις σακούλες) δίνει ασυναίσθητα τα λεφτά. Κι είναι ικανός ν’ αφήσει ως και πεντάευρω από τα ρέστα, προκειμένου να μη χάσει ούτε λεπτό από την κτηνωδία της μασαμπούκας.

Ο λεζάντας

Θα μπορούσε (βάσει του ποσού που αφήνει) να εντάσσεται στην κατηγορία του άπλα. Όμως όχι. Δεν πρέπει και δεν του αξίζει. Γιατί δεν το κάνει επειδή το νιώθει. Το κάνει για τη μόστρα. Είτε επειδή θέλει να εντυπωσιάσει γκομενάκι που «ψήνει» και θέλει να το παίξει large, είτε επειδή η παρέα του που περιμένει στο σαλόνι έχει οπτική (και ακουστική) επαφή με την πόρτα, προσποιείται τον γενναιόδωρο. Ρωτάει δυνατά «πόσο είναι, αδερφέ μου»; Και ανεξαρτήτως απάντησης, απαντά ακόμα πιο μεγαλόφωνα «τα ρέστα δικά σου».

 

Ο «με τον παρά μου γαμώ και την κυρά μου»

Πάνω που θα πίστευες ότι πιο ενοχλητικός απ’ όλους είναι ο λεζάντας, έρχεται η στιγμή να συμφωνήσεις πώς υπάρχει και χειρότερος: Αυτός που δίνει μεν πουρμπουάρ, αλλά με τον τρόπο που το κάνει θα προτιμούσε ο ντελιβεράς να του δώσει εκείνος! Μπλαζέ και με αφόρητο στιλάκι ανωτερότητας, φτύνει με δυσκολία τις λέξεις «πόσο είναι»; Την ώρα που του προσφέρονται τα ρέστα τα αρνείται με την ίδια χειρονομία που σταματάς ταξί. Και με ύφος «και χάρη σου κάνω», κερδίζει επάξια την ευχή του ντελιβερά να τον πάει το φαΐ… τσιρλιό!