Φυσικά και η «πιάτσα» γνώριζε εδώ και καιρό (άλλος νωρίτερα, άλλος αργότερα) την κατάσταση της υγείας του Ντέιβιντ Μπλατ. Κι όταν λέμε «πιάτσα», εννοούμε τους πάντες. Εντός και εκτός Ολυμπιακού.
Παρά το νοσηρό κλίμα που σκέπασε οτιδήποτε άλλο στο ελληνικό μπάσκετ από τον Γενάρη και μετά, με την κόντρα «αιωνίων» να ξεφεύγει και τις τραγελαφικές καταστάσεις που ακολούθησαν και οδήγησαν σε αυτό το #mexritelous, το οποίο τελικά οδήγησε τους ερυθρόλευκους στην Α2, ο «όρκος σιωπής» δεν έσπασε.
Διαβάζοντας αναρτήσεις στο διαδίκτυο, που ξεφύτρωναν παντού αμέσως μετά την δημοσιοποίηση από τον ίδιο τον τεχνικό των Πειραιωτών της πλήρους αλήθειας για την υγεία του, στέκεται κανείς στην διαπίστωση ότι –αν όχι όλοι- τουλάχιστον οι περισσότεροι είχαν γνώση της καθημερινής μάχης την οποία δίνει εδώ και καιρό ο Μπλατ.
Και αυτό συνέβαινε την ίδια ώρα που οι δύο μεγαλύτερες ομάδες της Ελλάδας στο μπάσκετ βρίσκονταν ήδη στα «χαρακώματα» επιδιδόμενοι σε ένα πρωτοφανές μπρα-ντε-φερ, καταφεύγοντας ακόμη και σε χτυπήματα κάτω από τη μέση, ξεπερνώντας ακόμη και τα όρια ευπρέπειας ή λογικής, άσχετα με τον τρόπο που η μία ή η άλλη πλευρά προσπάθησε να αιτιολογήσει και να δικαιολογήσει τις κινήσεις της.
Δεν χρειάζεται καν να γίνει αναφορά στα γεγονότα που προέκυψαν μέσα στο 2019 και κατέδειξαν στον ουδέτερο παρατηρητή την κατάντια του ελληνικού μπάσκετ. Προφανώς οποιοσδήποτε (ορμώμενος από τις οπαδικές προτιμήσεις του) μπορεί να ρίξει εύκολα το φταίξιμο στους «απέναντι», αλλά συνήθως σε τέτοιες περιπτώσεις η αλήθεια είναι κάπου στη μέση, πράγμα που μεταφράζεται σε συνυπευθυνότητα σε ό,τι αφορά στις συνέπειες και τις πληγές που αφήνει στο σπορ η αέναη, κουραστική πια και συνεχιζόμενη ακόμη διαμάχη μεταξύ του Δημήτρη Γιαννακόπουλου και των αδελφών Αγγελόπουλων.
Η διαχείριση της υπόθεσης Μπλατ είναι ένας από τους λίγους λόγους για τους οποίους κάποιος τρίτος μπορεί να πει μια καλή κουβέντα για τον τρόπο που λειτουργεί το οικοδόμημα του μπάσκετ στην Ελλάδα. Η «ομερτά», δηλαδή αυτή η σιωπηρή, άτυπη συμφωνία που αγγίζει και τους δημοσιογράφους που ασχολούνται με το ρεπορτάζ, συχνά έχει κατηγορηθεί (για… μασώνους κάνει λόγο ο κόσμος) και έχει δαιμονοποιηθεί από πολλούς, αλλά δεν παύει να είναι κι ένας από τους λόγους που το σπορ στην Ελλάδα κατά καιρούς προστατεύθηκε και μπόρεσε να ανθίσει, δίχως να επιτρέπει σε πάσης φύσεως ζιζάνια να το καταστρέψουν.
Ωστόσο το τελευταίο διάστημα οι «αιώνιοι» έμοιαζαν έτοιμοι να ξεπεράσουν τα όρια που και οι ίδιοι είχαν θέσει τα προηγούμενα χρόνια. Έδειχναν τόσο απορροφημένοι στη δική τους προσωπική κόντρα, που φάνταζαν ικανοί να χρησιμοποιήσουν οποιοδήποτε όπλο είχαν διαθέσιμο προκειμένου να χτυπήσουν τον αντίπαλο ή να ανέβουν στην εκτίμηση του δικού τους «κοινού», δηλαδή των οπαδών της ομάδας, για την… αγάπη των οποίων άλλωστε γίνονται πολλά.
Είναι απορίας άξιο πώς ο Μπλατ και το σοβαρό πρόβλημα υγείας του έμειναν έξω από αυτό. Σε έναν πόλεμο που μοιάζει ανηλεής και συχνά διεξάγεται δίχως ιδιαίτερους ηθικούς φραγμούς, ο προπονητής του Ολυμπιακού κατέστη «ανέγγιχτος» και αυτό είναι το πιο ελπιδοφόρο μήνυμα που προκύπτει, μετά –φυσικά- από εκείνο της συγκλονιστικής εξομολόγησής του, που ήρθε να δώσει κουράγιο στον κάθε «ανώνυμο» που βρίσκεται αντιμέτωπος με οριακές καταστάσεις, ανίατες ασθένειες και δίνει καθημερινά τον δικό του αγώνα.
Για την βαλλόμενη πανταχόθεν (όπως τουλάχιστον νιώθει) διοίκηση του Ολυμπιακού το θέμα της υγείας του προπονητή της ομάδας θα μπορούσε να είχε χρησιμοποιηθεί ως ασπίδα. Ως δικαιολογία για την αγωνιστική καθίζηση της ομάδας, την ώρα που ακόμη και εντός… ΣΕΦ δεν ήταν λίγοι εκείνοι που χρέωναν στους Αγγελόπουλους και τα… τερτίπια τους ή το θέμα που προέκυψε με τις πληρωμές. Προς τιμήν τους, δεν το έκαναν. Ούτε επίσημα ούτε φυσικά ανεπίσημα, μέσω κάποιας διαρροής στον φίλα προσκείμενο Τύπο και τους εκπροσώπους του.
Και αντίστοιχα, κάτι ανάλογο συνέβη και στην άλλη πλευρά, που επίσης γνώριζε τι συμβαίνει. Όσο κι αν λοιδορήθηκε ο «αιώνιος» για την κατάσταση στην οποία βρέθηκε, ουδείς διανοήθηκε να χρησιμοποιήσει την υγεία ενός ανθρώπου προς όφελός του, αφήνοντας σπόντες και υπόνοιες για την ικανότητα του να κοουτσάρει όντας αντιμέτωπος με ένα «τέρας», όπως είναι η πολλαπλή σκλήρυνση.
Πράγματα, δηλαδή, που μοιάζουν αυτονόητα, αλλά για στην Ελλάδα δεν είναι συνήθως τέτοια. Συνήθως οι «συνωμοσίες της σιωπής» μαρτυρούν καμαρίλα, σαπίλα, τρομοκρατία, απειλές, φόβο. Σπάνια συνδέονται με κάτι καλό. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, όμως, αυτή η ιδιότυπη «ομερτά» που έγινε σεβαστή από όλους, είναι μάλλον το μόνο γεγονός για το οποίο μπορούν όλοι όσοι ασχολούνται με το μπάσκετ να αισθάνονται υπερήφανοι…