Το «σκουπίδι» του Κώστα Γαβρά είναι πιο πατριωτικό από κάτι... Ελληνάρες

Ο καθένας έχει το δικαίωμα να κρίνει τη δουλειά του σεναριογράφου και σκηνοθέτη (ασφαλώς αν πρώτα την έχει δει...), όχι όμως και την εκάστοτε πηγή έμπνευσης του

«Το 2015, Τσίπρας και Βαρουφάκης πήγαν να παίξουν σκάκι με δεινούς σκακιστές. Ο μεν Βαρουφάκης γνώριζε τη Θεωρία Παιγνίων, αλλά δεν ήξερε τις βασικές κινήσεις, γιατί δεν είχε ξαναπαίξει σκάκι. Ο δε Τσίπρας έριχνε συνεχώς ζάρια, γιατί νόμιζε οτι παίζουν τάβλι», έγραψε ένας χρήστης του Twitter σε ένα από τα πιο trend hashtags των ημερών, το #AdultsInTheRoom. Ψύχραιμη και ενδιαφέρουσα τοποθέτηση ομολογουμένως.

«Αυτοί που υστεριάζουν με τη νέα ταινία του Γαβρά #AdultsInTheRoom θυμίζουν εκείνους που υστέριαζαν με τον Αλέξανδρο του Όλιβερ Στόουν για τη σκηνή με τον Ηφαιστίωνα», ανέφερε ένας άλλος. Επίσης ενδιαφέρουσα – τροφή για σκέψη – τοποθέτηση, σε εντελώς αντίθετη κατεύθυνση.

Μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινής γνώμης περιγράφει την ταινία του Κώστα Γαβρά ένα «σκουπίδι», που μοναδικό στόχο έχει να «απενοχοποιήσει» τον Γιάνη Βαρουφάκη για τα γεγονότα του εξαμήνου του 2015, αφηγούμενη τη δική του ιστορία, όπως αυτή δημοσιοποιήθηκε μέσα από το βιβλίο του «Ανίκητοι Ηττημένοι». Θα ήταν σεβαστή η άποψη τους αν είχαν, έστω, δει την ταινία. Είναι αδύνατο όμως να έχει συμβεί κάτι τέτοιο, από τη στιγμή που στις ελληνικές αίθουσες θα ξεκινήσει να προβάλλεται από τις 3 Οκτωβρίου (η avant premiere έχει προγραμματιστεί για τις 28 Σεπτεμβρίου).

Μπορεί το σενάριο να είναι γνωστό και να αποτυπώνει τη διάθεση του διεθνούς φήμης Έλληνα σκηνοθέτη να οικειοποιηθεί τα επιχειρήματα του πρώην υπουργού Οικονομικών την ταραχώδη περίοδο των διαπραγματεύσεων με τους δανειστές. Μπορεί επιπλέον να είναι πολύ νωρίς χρονικά για να μεταφερθούν με ιστορική χροιά τα γεγονότα μέσω ενός συγγράμματος, πολύ περισσότερο δε της 7ης τέχνης.

Θα ήταν όμως εξαιρετικά αφελές να ισχυριστεί κάποιος ότι ο Κώστας Γαβράς είχε την ανάγκη να γίνει αρεστός στον Γιάνη Βαρουφάκη, στα 86 χρόνια του και λίγο καιρό πριν αναδειχτεί ο «εκλεκτός» του φετινού φεστιβάλ της Βενετίας για το βραβείο αναγνώρισης καριέρας που απονέμεται κάθε χρόνο.

Ο καθένας έχει το δικαίωμα να κρίνει τη δουλειά του σεναριογράφου και σκηνοθέτη (ασφαλώς αν πρώτα την έχει δει…), όχι όμως και την εκάστοτε πηγή της έμπνευσης του. Ο Γαβράς εμπνεύστηκε διαβάζοντας το βιβλίο του Βαρουφάκη και όταν μιλάμε για τέχνη αυτό είναι κάτι που δεν μπορεί να μπει στο μικροσκόπιο της κριτικής. Για να την κάνει ταινία ωστόσο δεν αρκέστηκε στην ανάγνωση. «Άκουσα ώρες και ώρες ηχογραφήσεων που είχε κάνει εκείνος και επιβεβαίωσα μέσω ομιλιών και σημειώσεων αυτά που ήθελα να αναδείξω», έχει πει ο Γαβράς, για τον οποίο βασικό ερέθισμα υπήρξε η στάση των Υπουργών Οικονομικών στο Eurogroup.

«Μιλούσαν για ώρες, επαναλαμβάνοντας τα ίδια πράγματα. Οι αναφορές τους ήταν μόνο για οικονομία, χρήματα και τράπεζες, καμία παρουσία ανθρώπων στα λεγόμενα. Μόνο γραφικά και νούμερα, πουθενά άνθρωποι. Ήταν συναρπαστικό να διαπιστώνεις την απουσία του ανθρώπου από όλο αυτό, έστω και αν πίσω από τα πάντα κρύβονται και επηρεάζονται άνθρωποι».

Κάποτε, μια μεγάλη εταιρία παραγωγής, εμπνευσμένη από το έργο ενός συγγραφέα ανέθεσε σε έναν φέρελπι σκηνοθέτη να βασίσει πάνω σε αυτό μια ταινία, που θεωρείται σήμερα ως μία από τις κορυφαίες όλων των εποχών. Το βιβλίο βασιζόταν σε αληθινά γεγονότα, οι κεντρικοί ήρωες όμως μεταφέρθηκαν με τέτοιο τρόπο στη μεγάλη οθόνη, ώστε όροι όπως «μαφία» και «Νονοί» να «εξευγενιστούν» στα μάτια εκατομμυρίων ανθρώπων σε όλο τον κόσμο και η Σικελία να αποκτήσει αίφνης συμπάθειες για τους λάθους λόγους.

Προφανώς η ταινία είναι ο «Νονός», ο σκηνοθέτης ο Φράνσις Φορντ Κόπολα και ο συγγραφέας ο Μάριο Πούτζο. Και προφανώς δεν επιχειρείται κάποια σύγκριση μεταξύ των δύο έργων. Το δικαίωμα του Γαβρά όμως να πει την ιστορία του για τον Βαρουφάκη όπως ο ίδιος την εκτίμησε, δεν μπορεί να διαφέρει από το αντίστοιχο του Κόπολα στην περίπτωση του Ντον Κορλεόνε, με την «αγιοποίηση» του οποίου ουδέποτε ασχολήθηκε κανείς.

Η καλλιτεχνική και η ιστορική ματιά είναι οι δύο διαφορετικοί τρόποι για να προσεγγίσει κανείς το «Ενήλικοι στην αίθουσα». Για τον πρώτο ο κάθε θεατής έχει τα δικά του κριτήρια και η συζήτηση τελειώνει στο περί ορέξεως κολοκυθόπιτα. Για το δεύτερο καλό είναι προτού ρίξει το «ανάθεμα», να βάλει στη ζυγαριά τη βασική επιδίωξη του σκηνοθέτη. Η ταινία του Γαβρά αποτελεί ουσιαστικά ένα «κατηγορώ» κατά των δανειστών και της τάσης τους να μιλούν μόνο για νούμερα, την ώρα που ο Έλληνας εκπρόσωπος στα Eurogroup προσπαθούσε να τους μιλήσει για ανθρώπους.

Και η αλήθεια είναι ότι η υπογραφή του διάσημου Έλληνα σκηνοθέτη αποτελεί εγγύηση για ασπαστούν αυτή την οπτική γωνία αρκετοί Ευρωπαίοι πολίτες και όχι μόνοι οι φίλα προσκείμενοι στο ιδεολογικό πλαίσιο του Μέρα25.