Δεν σου φταίει σε τίποτα. Δεν έκανε τίποτα κακό.
Ήταν απλώς ο λάθος άνθρωπος στη λάθος στιγμή. Ή αυτός που έκανε τη λάθος κίνηση στη λάθος στιγμή.
Όπως και να ‘χει, όλοι ζούμε καταστάσεις όπου η πράξη κάποιου (εντελώς ανυποψίαστου για το πόσο ενοχλητικός γίνεται) μας κάνει τα νεύρα κορδόνια.
Όπου κάποιος εκτελεί μια φαινομενικά άκακη ενέργεια και (χωρίς να έχει το παραμικρό μερίδιο ευθύνης) εσύ θες να του σπάσεις τα μούτρα.
Όπως συμβαίνει, για παράδειγμα, στις εξής περιπτώσεις:
Να σου παίρνει το πάρκινγκ τελευταία στιγμή
Έχεις κάνει 25 κύκλους. Η διαδρομή από ‘κει που ‘ρθες κράτησε λιγότερη ώρα από την ώρα που ψάχνεις που ν’ αφήσεις το αμάξι. Κι ενώ έχεις σιχτιρίσει μηχανάκια που πιάνουν μια ολόκληρη θέση ή γιαγιάδες που έχουν κάνει το ίδιο με πλαστικές καρέκλες για να παρκάρει κάτω από το σπίτι ο γιος τους, βλέπεις ν’ ανοίγει μπροστά σου μια θέση. Πιστεύεις ότι λυτρώθηκες. Μέχρι να δεις τον μπροστινό να το βάζει εκείνος και να του κατεβάζεις (απόλυτα δίκαια) ό,τι καντηλάκι υπάρχει.
Να μασουλάει σε χώρο που υπάρχει ησυχία
Ναι, εντάξει, δεν φταίει αυτός. Τι να κάνει δηλαδή, να μη φάει; Ή να το κατεβάσει αμάσητο και να του κάτσει; Όσο και να μη φταίει όμως, όσο κι αν αδικείται από τη συγκυρία, αυτός που τρώει σε περιβάλλον όπου μπορεί ν’ ακουστεί το μασούλημα, σε διαολίζει. Σε κάνει (άθελά του) να θες να τον χτυπήσεις. Γιατί το «χλατς-χλατς» που σκίζει την ησυχία ή (ακόμα χειρότερα) το τραγάνισμα παξιμαδιού/καρότου/οποιουδήποτε σκληρού τροφίμου σου τρυπάει τ’ αυτιά.
Να βήχει όλη την ώρα
Ίσως έχει συνάχι. Ίσως έχει κάτσει κάτι στον λαιμό του και προσπαθεί να τον καθαρίσει. Ίσως καπνίζει καμιά κούτα σιγαρέτα την ημέρα και έχει γίνει η καταπιόνα του εργοτάξιο. Όποια κι αν είναι η αιτία (και εφόσον δεν μιλάμε φυσικά για άνθρωπο που είναι σοβαρά άρρωστος), το να βρίσκεσαι στο ίδιο μέρος με άτομο που βήχει ΣΥΝΕΧΕΙΑ είναι εφιαλτικό. Σαν δοκιμασία νεύρων. Ένα μικρό βασανιστήριο, όπου στο επόμενο «γκουχ» πιστεύεις ότι το κεφάλι σου θα εκραγεί.
Να συνεχίζει να κοιμάται ενώ εσύ πρέπει να ξυπνήσεις νωρίς
Μπορεί να είναι ο άνθρωπος της ζωής σου. Η γυναίκα με την οποία είσαι ερωτευμένος, η σύζυγός σου, η μάνα των παιδιών σου… Ρε κι ο θεός ο ίδιος να ‘ναι, από τη στιγμή που συνεχίζει τον γλυκό της ύπνο κι εσύ ξυπνάς χαράματα είναι (εκείνη την ώρα) εχθρός σου. Τη βλέπεις να γυρίζει πλευρό κι εύχεσαι να πέσει στο πάτωμα. Την παρακολουθείς να απλώνεται για να κερδίσει και το δικό σου κενό στο κρεβάτι και θες να την ξυπνήσεις με μπουγέλο από παγάκια.
Να πιάνει στοίχημα ενώ εσύ πας κουβά
Δεν είναι σκατοψυχιά. Δεν είναι ότι χαλιέσαι με τη χαρά του άλλου. Είναι απλή, ανόθευτη ζήλια: Που όσο περισσότερο βυθίζεσαι στον κουβά, τόσο περισσότερο γιγαντώνεται γι’ αυτούς που πιάνουν (έστω και) μια τριαδούλα. Εκτός κι αν εσύ είσαι τόσο… ιεραπόστολος που ενώ έχεις χάσει όβερ με το σκορ 1-1 από το 7’ και ο κολλητός σου πιάνει τέσσερα ημίχρονα/τελικά που (λες και) τα ‘χει δει στον ύπνο του, ΔΕΝ σου ξεφεύγει απόγνωση σαν του Χάρυ Κλυνν «έναν π…η κοίτα ρε».