Θα το μπέρδευε κι ο Ζήκος: Το θρυλικό μαγαζί των 103 ετών που όλοι πιστεύουν ότι εκεί γυρίστηκε ο «Μπακαλόγατος»

Κανένα άλλο μαγαζί εστίασης δεν μπορεί να καμαρώνει ότι φυλάκισε με τόση μαεστρία το χρόνο.

Αν γινόταν να μιλήσουν τα… ντουβάρια του, οι ιστορίες που θα έλεγαν θα μπορούσαν να αντιπαραβληθούν μόνο με τις διηγήσεις ενός αιωνόβιου.

Διότι το οινοπαντοπωλείο «το Ειδικόν» στον Πειραιά, έκλεισε έναν αιώνα ιστορίας (103 και συνεχίζει). Αλλά η βασική ιδιαιτερότητα της πιο ιστορικής ταβέρνας του λεκανοπεδίου είναι άλλη. Σε αυτόν τον έναν και πλέον αιώνα ιστορίας έχει μείνει ίδια και απαράλλαχτη!

Το 1920 ο Αριστείδης Παπακωνσταντίνου ανοίγει το «Οινοπαντοπωλείον το Ειδικόν», στην Αγιά Σοφιά, κοντά στη Δραπετσώνα. Πουλάει είδη μπακαλικής, μαναβικής, έχει και μια χούφτα τραπέζια για να τραπεζώνει τους γείτονες με τυριά από το τυροκομιό που έχει με τα αδέλφια του στο Γαρδίκι Τρικάλων, καμιά ντομάτα, ελιές, σαρδέλες του κουτιού, κρασί δικό του και ό,τι βγάλει το τηγάνι της κυράς. Τριγύρω παράγκες και παραπήγματα. Είναι η εποχή που το μεγάλο κύμα της προσφυγιάς σκάει στον Πειραιά και η Δραπετσώνα γίνεται το σπίτι χιλιάδων Μικρασιατών.

Τέλη της δεκαετίας του ’60 το μαγαζί περνάει στον γιο του Απόστολο. Έναν αιώνα από τότε που πρωτάνοιξε, πάλι Αριστείδης είναι στο κουμάντο, ο εγγονός. Τώρα λειτουργεί μόνο σαν ταβέρνα, αν και πετάγονται οι γείτονες να πάρουν λίγο τυρί ή καμιά κονσέρβα.

Το εσωτερικό απείραχτο. Τα θεόρατα παμπάλαια ψυγεία, τα ζωγραφιστά τσιμπεντοπλακάκια, τα φωτιστικά, τα παλιά ραδιόφωνα, δεκάδες πινακίδες και φυσικά κονσερβοκούτια, ταμπέλες, φωτογραφίες, πολυέλαιοι, τσαγιέρες, ζυγαριές, φιγούρες από θέατρο σκιών, χαμός. Ένα νοσταλγικό συνονθύλευμα, που χαζεύοντας το θαρρείς ότι θα πεταχτεί ο Κώστας Χατζηχρήστος σε ρόλο Ζήκου από κάποια γωνιά. Το μάτι πιάνει και μερικά κουτιά Tide, που πλαισιώνουν το vintage σκηνικό. Κανένα άλλο μαγαζί εστίασης δεν μπορεί να καμαρώνει ότι φυλάκισε με τόση μαεστρία το χρόνο. Περπατώντας στη συμβολή Ψαρών και Σαλαμίνος, μια δρασκελιά ισοδυναμεί με την είσοδο σε μια χρονοκάψουλα. Εκεί, όπου έννοιες όπως η παράδοση και η αυθεντικότητα υπερβαίνουν τα στάνταρ που είχες για αυτές στο μυαλό σου.

Το περιβάλλον είναι τόσο ανέγγιχτο που στα στόρια του μαγαζιού υπάρχουν ακόμα οι τρύπες από τα βλήματα την περίοδο των Δεκεμβριανών! Στην κατοχή το μαγαζί ήταν το καταφύγιο της οικογένειας αλλά και όλης της γειτονιάς που τότε ήταν γεμάτη από παράγκες. Κάτω στο υπόγειο μαζεύονταν για να κρυφτούν και κοιμόντουσαν όλοι μαζί μέσα στα βαρέλια.

Η ταβέρνα είναι πολύ μικρή αλλά για τον κ. Αριστείδη και τον παππού Απόστολο δεν υπάρχει ούτε σαν σκέψη η επέκτασή της. Ούτε το πλακάκι δεν έχουν αλλάξει όλα αυτά τα χρόνια. Άλλωστε σε αυτό έχουν περπατήσει τόσοι και τόσοι επώνυμοι – ρεμπέτικο στέκι γαρ τα παλιά τα χρόνια – από τον Τσιτσάνη και τον Παπαϊωάννου, έως τον Καζαντζίδη, τον Νικολόπουλο, τον Ξαρχάκο και τον Λευτέρη Παπαδόπουλο. Κάποιοι το έκαναν στέκι τους, άλλοι προσπάθησαν το αντιγράψουν. Σχεδόν όλοι από τους τελευταίους απέτυχαν, διότι όπως λέει ο Αριστείδης «συνειδητοποίησαν αργά πως η επιτυχία του μαγαζιού δεν έχει να κάνει τόσο με τη διακόσμηση και την αρχιτεκτονική του χώρου αλλά με την ενέργεια, τις αναμνήσεις και τις χαρές που τον έχουν ποτίσει… ευτυχία».

Και πράγματι, ο βασικός λόγος που δεν έχει πειραχτεί τίποτα τόσα χρόνια είναι τα τραγούδια, τα γλέντια και η ενωτική δύναμη του χώρου, που είχε πάντα τον τρόπο του να κάνει ένα διαφορετικές παρέες και ανθρώπους από κάθε κοινωνική τάξη.

Συχνά από το πουθενά, μαζεύονται καμιά εικοσαριά και ξεκινούν τα τραγούδια -από ρεμπέτικα μέχρι σουίνγκ και τουίστ – και γίνεται χαμός στο μαγαζί και μολονότι στριμώχνονται στα τραπέζια δεν γκρινιάζει κανείς γιατί τη διαδικασία αυτή έχει ένα μαγικό τρόπο ο χώρος να τη μετατρέπει σε κάτι σαν μυσταγωγία.

Άλλωστε αυτό που ξεχώριζε ανέκαθεν το «Ειδικόν» δεν ήταν το πλούσιο μενού του αλλά τα γλέντια και οι χαρές που έχει ζήσει. Όχι βέβαια ότι υστερεί σε γαστρονομική ποιότητα, το κάθε άλλο. Απλώς το γεύμα είναι déjà vu, επαναλαμβάνεται το ίδιο τόσες δεκαετίες. Φάβα κρέμα, κεφτέδες κλασικοί, πατάτες ψιλές κομμένες στο χέρι, ντομάτα σαλάτα με ξερή ρίγανη, συκώτι ζουμερό, λουκάνικο και σουτζούκι δραμινά. Ελιές Θάσου, σαρδέλες Lucas στο λάδι και πικάντ, πικάντικη κεφαλογραβιέρα Αμφιλοχίας και φέτα από τα Καλάβρυτα. Και η καλτ σπεσιαλιτέ του μαγαζιού, ομελέτα με κορν-μπιφ.

Ποικιλίες κρασιού δεν υπάρχουν. Μόνο ρετσίνα παραγωγής της ίδιας της οικογένειας, που αγοράζει τα υλικά αποκλειστικά από ντελικατέσεν, αποφεύγοντας ευλαβικά τα σουπερμάρκετ.

Το μαγαζί έχει αποτελέσει σκηνικό ταινίας, στη «Ρόζα της Σμύρνης», ενώ εκεί γυρίστηκε και η διαφήμιση του Τρικαλινού με πρωταγωνιστή τον Πέτρο Φιλιππίδη στο ρόλο του Ζήκου.

Αλλά θα μπορούσε κάλλιστα βέβαια να έχει χρησιμοποιηθεί ως ντεκόρ και για τον ίδιο τον μπακαλόγατο…