Το πρόγραμμα ενίσχυσης του έντυπου Τύπου που δρομολόγησε ο ΣΥΡΙΖΑ λίγο πριν από τις εκλογές του Ιουλίου δεν είναι δικής του εμπνεύσεως. Ήταν απλώς μια καινοτομία συμβατή με τα ευρωπαϊκά δεδομένα.
Σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες οι εφημερίδες θεωρούνται στοιχείο δημοκρατικής κουλτούρας και ένα εργαλείο που προάγοντας την ελευθερία του λόγου και της έκφρασης δεν πρέπει να εκλείψει ποτέ από την πολιτιστική ζωή τους. Η επιδρομή της τεχνολογίας και του διαδικτύου το έχει θέσει σε κίνδυνο έως σημείου αφανισμού και οι κυβερνήσεις αυτών των χωρών προσφέρουν ένα μέρος από τον προϋπολογισμό για την επιχορήγηση και επιβίωσή τους. Ένα παραπάνω στην Ελλάδα, που σε συνδυασμό με την οικονομική κρίση οι εφημερίδες βρέθηκαν από τη μία μέρα στην άλλη να φυλλοροούν σε πωλήσεις.
Δεν προσπαθώ να αλλάξω τη γνώμη κάποιου που θεωρεί ότι είναι αδιανόητο να επιδοτούνται από το κράτος συγκεκριμένου τύπου ιδιωτικές επιχειρήσεις. Απλώς να σημειώσω ότι δεν πρόκειται για ελληνική πατέντα, αλλά για μια διαδεδομένη στο δυτικό κόσμο ανάγκη, μέσω της οποίας επιδιώκεται να εξασφαλιστεί η παράταση ζωής ενός κλάδου που οι τεχνολογικές εξελίξεις (συμπεριλαμβανομένων των social media) έπληξαν βάναυσα.
Η ρύθμιση του ΣΥΡΙΖΑ ήταν εν γένει προς τη σωστή κατεύθυνση, με μοναδικό ψεγάδι ότι εφημερίδα με 20 άτομα προσωπικό θα έπαιρνε το ίδιο ποσό (200.000 ευρώ) με την Καθημερινή των 309 εργαζομένων. Ωστόσο ο Δρόμος της Αριστέρας του… ενός υπαλλήλου θα έπαιρνε 10.000 ευρώ με τη ρύθμιση της προηγούμενης κυβέρνησης, ενώ ο Στέφανος Χιός θα έμενε στην απέξω.
Η νυν κυβέρνηση τερμάτισε κυριολεκτικά την έννοια πελατοκρατεία. Αύξησε οριζόντια ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ το ποσό της επιχορήγησης στις 200.000 ευρώ, εξισώνοντας το Δρόμο της Αριστεράς και το Μακελειό με την Καθημερινή.
Κατήργησε το κριτήριο που προέβλεπε ότι για να επιχορηγηθεί μια εφημερίδα θα πρέπει να έχει τακτοποιήσει τις οφειλές σε εφορία, ασφαλιστικά ταμεία και εργαζόμενους και παρέβλεψε το αντίστοιχο που απέκλειε από την κρατική βοήθεια τα έντυπα με ρατσιστικό, ακροδεξιό, ομοφοβικό και γενικώς μισαλλόδοξο περιεχόμενο. Έτσι, στη λίστα των 200.000 βρέθηκαν οφειλέτες, υβριστές και έντυπα που δεν τα διαβάζει ούτε ο ίδιος ο… συντάκτης τους (για ορισμένες περιπτώσεις ο ενικός είναι κυριολεκτικός).
Βέβαια από τα χρήματα που θα έπαιρνε κάθε χρεωστικό μέσο το πρώτο που θα είχε υποχρέωση να κάνει θα ήταν να εξοφλήσει τις οφειλές του. Όπως και να ‘χει, υπάρχει μια διαφορά «έξωθεν καλής μαρτυρίας» αυτών που έσπευσαν να τακτοποιήσουν όλα τα χρέη τους για να υπαχθούν στη ρύθμιση σε σχέση με αυτούς που απλώς στήθηκαν στην ουρά για ελεημοσύνη. Και τελικά οι πρώτοι είναι αυτοί που θα πληρώσουν την κόντρα κυβέρνησης – αξιωματικής αντιπολίτευσης και το φιάσκο με την εξαγγελία και άρση του μέτρου.
Υπάρχουν επιχειρήσεις που έβαλαν βαθιά το χέρι στην τσέπη παίρνοντας ακόμα και δάνεια, γνωρίζοντας ότι έχουν λαμβάνειν έως τις 31/12 αυτά τα 200.000 ευρώ. Το επιχειρηματικό πλάνο τους έφτασε να είναι αποκλειστικά βασισμένο πάνω σε αυτά τα προσδοκώμενα έσοδα, τα οποία εν μια νυκτί είδαν να γίνονται καπνός, μετά την κατακραυγή της κοινής γνώμης και της αντιπολίτευσης. Για να ακριβολογούμε αυτοί που θα την πληρώσουν θα είναι οι εργαζόμενοι αυτών των εφημερίδων, όπως είθισται να συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις.
Με παροιμιώδη ανευθυνότητα η κυβέρνηση ανέστειλε τελευταία στιγμή τη ρύθμιση και από εκεί που επρόκειτο να βοηθήσει ώστε να μην χαθούν θέσεις εργασίας, ουσιαστικά θα προκαλέσει μπαράζ απολύσεων. Οι ιδιοκτήτες ήξεραν από τον Ιούνιο ότι αν κλείσουν τις εκκρεμότητες τους θα μπορούν να υπολογίζουν στη συγκεκριμένη επιχορήγηση. Πάνω σε αυτό το project στήθηκαν μισθοδοσίες μηνών. Οι υπάλληλοι όσων το έκαναν είναι οι μεγάλοι χαμένοι της υπόθεσης και πιστέψτε με πολύ λίγοι εξ’ αυτών έχουν παχυλούς μισθούς και γυρνούν στο «αλήτες, ρουφιάνοι, δημοσιογράφοι».
Είναι μεγάλη η κουβέντα για το αν είναι ή όχι ηθικά νόμιμο να εκταμιεύεται κρατικό βοήθημα για τέτοιο σκοπό (όπως προαναφέρθηκε στην κουλτούρα άλλων χωρών δεν τίθεται καν τέτοιο ζήτημα). Είναι όμως δεδομένα ανάλγητο να έχεις εκπληρώσει όλα τα προαπαιτούμενα ενός κυβερνητικού μέτρου και στο και πέντε να βγαίνεις και χρεωμένος με δάνεια, επειδή κάποιοι διαπίστωσαν κατόπιν εορτής ότι στην προσπάθεια τους να ικανοποιήσουν όλους τους εκδότες… μακέλεψαν την ίδια τη λογική.