Ευημερία, υγεία, εκπαίδευση: Θα άντεχες έστω και μια ημέρα σε αυτό το μικρό, απομονωμένο κράτος;

Εύκολο να το λες, δύσκολο να το εφαρμόσεις

«Στριμωγμένο» ανάμεσα σε τερατώδεις (από άποψη μεγέθους» γείτονες, κάπου στον πάλαι ποτέ «Δρόμο του Μεταξιού», χτισμένο σε απόκρημνες κορυφές, το Μπουτάν είναι ένα κράτος όπου τα πάντα είναι προσανατολισμένα για να υπηρετούν την προσπάθεια ενός έθνους να κάνει τους πολίτες του ευτυχισμένους, παρά το γεγονός ότι σε καθαρά οικονομικούς όρους, από την Δύση θεωρείται υπανάπτυκτο.

Από μακριά είναι σχετικά εύκολο να εξυμνήσεις την στάση των Αρχών της χώρας, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο συντάσσεται σχεδόν το σύνολο του πληθυσμού στα σχέδιά της. Σχέδια τα οποία δεν επικεντρώνονται στην προσπάθεια εκβιομηχάνισης, εξόρυξης ορυκτού πλούτου ή εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων στο όνομα της ανάπτυξης.

Ας ξεκινήσουμε, όμως, από τα θετικά πριν μιλήσουμε για τα υπόλοιπα.

Με έκταση 38.394 τετραγωνικά χιλιόμετρα και λιγότερους από 750.000 κατοίκους, αυτό το περήφανο, αλλά μικρό έθνος, έμεινε απομονωμένο στη διάρκεια της μακραίωνης ιστορίας του, καθώς η δύσβατη, ορεινή μορφολογία του ήταν πάντα αφιλόξενη προς τους ξένους και παράλληλα σκληρή απέναντι στους ίδιους τους δικούς της ανθρώπους.

Η μοίρα του θα μπορούσε να αλλάξει στα τέλη της δεκαετίας του ’70, όταν εμφανίστηκε μια ιστορική «ευκαιρία». Ο τουρισμός, που σε πολλές άλλες περιοχές του πλανήτη έγινε δεκτός σαν ευλογία, πριν αποδεχθεί (σε πολλές περιπτώσεις) κατάρα για αυτούς.

Στο Μπουτάν το άνοιγμα των συνόρων δεν έγινε άκριτα ή δίχως προϋποθέσεις. Η χώρα δεν παραδόθηκε σε ξένες επενδυτικές εταιρείες ούτε θέλησε να εκμεταλλευτεί αυτή την αλλαγή προς όφελος της οικονομίας της, αλλά σε βάρος του περιβάλλοντος και της φύσης που για αιώνες ήταν ένα με τους πολίτες της.

Σήμερα ο νούμερο ένα δείκτης που παρακολουθείται στενά από τις Αρχές δεν είναι ούτε το ΑΕΠ ούτε το κατά κεφαλή εισόδημα, αλλά ο «Συντελεστής Ακαθάριστης Εθνικής Ευτυχίας», μια έννοια η οποία δεν έχει μόνο ποιοτικά, αλλά και ποσοτικά (και απολύτως μετρήσιμα) χαρακτηριστικά.

Ουσιαστικά πρόκειται για έναν τρόπο προσέγγισης της ανάπτυξης όχι αποκλειστικά με οικονομικούς όρους, αλλά με σεβασμό στον άνθρωπο και τις υπόλοιπες ανάγκες που οφείλει να καλύψει για να νιώσει πλήρης και ευτυχισμένος. Μια ευημερία, δηλαδή, που  δεν μετριέται μόνο με το χρήμα.

Το Κέντρο Μελετών του Μπουτάν υπολογίζει βάσει ερωτηματολογίων και άλλων παραγόντων εννέα βασικούς τομείς ευτυχίας, σε μια έρευνα που διεξάγεται ανά πενταετία. Την ψυχολογική ευημερία, την υγεία, την εκπαίδευση, την καλή διακυβέρνηση, την οικολογία, τη χρήση του χρόνου, τη ζωτικότητα της κοινότητας, τον πολιτισμό και το βιοτικό επίπεδο.

«Δεν νομίζω ότι είμαστε η πιο ευτυχισμένη χώρα του κόσμου. Αλλά αυτό που κάνει το Μπουτάν να ξεχωρίζει από τις άλλες χώρες είναι ότι το όραμά μας είναι σαφές» τονίζει σε συνέντευξή του ο Τσόκι Ζάνγκμο, μέλος του Κέντρου, προσπαθώντας να εξηγήσει αυτό που για άλλους μοιάζει κομμάτι του φαντασιακού και όχι μια πραγματικότητα.

Υπό την παραπάνω έννοια, η πλειοψηφία των νόμων είναι προσανατολισμένη προς το γενικότερο όφελος, βάζοντας το ατομικό συμφέρον και κέρδος σε πολύ υποδεέστερη μοίρα. Και όλα αυτά, ενώ την ίδια ώρα βρίσκεται σε εξέλιξη και μια προσπάθεια ανάπτυξης και εκσυγχρονισμού των δομών που σε πολλές περιπτώσεις λειτουργούν με συνθήκες περασμένων αιώνων.

Ουσιαστικά δηλαδή, αυτό που φαντάζει επίγειος παράδεισος δεν έρχεται χωρίς ένα παράλληλο κόστος. Τουλάχιστον, αν μιλάμε με τους πιο γνώριμους σε εμάς τους δυτικούς όρους του καταναλωτισμού, της κερδοφορίας και της τεχνολογικής ανάπτυξης.

Μεγάλο μέρος της χώρας παραμένει ακόμη και σήμερα χωρίς ηλεκτρισμό ή ύδρευση, παρά τις δεδομένες προσπάθειες των κυβερνήσεων να διαθέσουν σημαντικό μέρος των πενιχρών κρατικών πόρων προς αυτή την κατεύθυνση. Στην πρωτεύουσα της χώρας, δεν υπάρχουν καν φανάρια για τον έλεγχο της κυκλοφορίας (αν και τα αυτοκίνητα δεν είναι και τόσα πολλά), ενώ η τηλεόραση εισήχθη στο Μπουτάν μόλις το 1999

Το Μπουτάν είναι μια μοναρχία, με τον Βουδισμό να παραμένει κάτι παραπάνω από μια κυρίαρχη θρησκεία. Αν το δει κανείς ψυχρά, πρόκειται για μια θεοκρατία, με έντονα φεουδαρχικά στοιχεία, έννοιες δαιμονοποιημένες στη Δύση, και με τον κόσμο να έχει πίστη στον Βούδα και προσήλωση στον βασιλιά, τον οποίο αποθεώνει ακόμη και ο ίδιος ο πρωθυπουργός της χώρας, ο οποίος την ίδια ώρα εκτός από τα καθήκοντά του συνεχίζει να εξασκεί την ιατρική επιστήμη σε νοσοκομείο της χώρας.

Κάθε Πέμπτη και αυτός όπως και το σύνολο των πολιτών σχεδόν καθημερινά, ανεβαίνει με το ποδήλατο έναν λόφο έξω από το Θίμφου, για να προσκυνήσει το θεόρατο άγαλμα του Βούδα, που στέκει πάνω από όλους προκειμένου να τους υπενθυμίζει την φθαρτή και εφήμερη φύση τους αλλά και την «υποχρέωσή» τους για προσευχή και διαλογισμό ως τρόπο ενδυνάμωσης και αντίστασης στις προκλήσεις του ατελούς σώματος και μυαλού τους.

Σε αυτό το περιβάλλον οι άνθρωποι του Μπουτάν είδαν στοιχεία της ανάπτυξης που για άλλους αποτελεί μοναδικό στόχο και αυτοσκοπό. Είδαν το προσδόκιμο ζωής να εκτοξεύεται από τα 50 στα 70 χρόνια μέσα σε μερικές δεκαετίες, ενώ την ίδια ώρα βελτιώνεται το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης, η εκπαίδευση, η παραγωγή και παράλληλα το Μπουτάν διατηρεί τόσο την φύση του, όσο και αυτό που ο πρωθυπουργός δίχως ενοχές αποκαλεί «εθνική συνείδηση» και «εθνικές αξίες», μιας χώρας που θέλει να αλλάξει αλλά όχι να μεταλλαχθεί.