Το παράδειγμα της Γουχάν έχει δείξει αναμφίβολα ότι τα σκληρά μέτρα απομόνωσης έχουν εντυπωσιακά αποτελέσματα στο ρυθμό μετάδοσης του κορωνοϊού.
Το μεγάλο ερώτημα βέβαια είναι τι γίνεται όταν αυτά αρθούν, διότι δεν μπορεί φυσικά μια περιοχή με τόσο κόσμο και τέτοια οικονομική δραστηριότητα να ζει έτσι επ’ αόριστον. Αυτός είναι και ο λόγος που η Αγγλία επέλεξε να μεταθέσει για αργότερα τη λήψη των όποιων δραστικών μέτρων, προβλέποντας ότι το peak της επιδημίας απέχει αρκετές εβδομάδες. «Παρατηρούμε τα στοιχεία, μαθαίνουμε και προσαρμοζόμαστε ανάλογα», είναι το μότο των Άγγλων, που θεωρούν ότι η καραντίνα σε αυτό το χρονικό σημείο δεν θα έχει αποτέλεσμα λόγω της αναγκαιότητας για μεγάλη διάρκεια.
Τα μάτια επιστημόνων και αναλυτών βρίσκονται πλέον στη Γουχάν, από την οποία θα μάθουμε ουσιαστικά αν δυνατότητες του ιού εξαντλούνται σε ένα μεγάλο κύμα επιδημίας. Ο στόχος των κινεζικών Αρχών είναι να επιστρέψει η ζωή στην πόλη βήμα-βήμα. Ήδη τέθηκε σε εφαρμογή η επαναλειτουργία υπηρεσιών και εταιρειών που παράγουν αγαθά ή προσφέρουν υπηρεσίες που θεωρείται πως απαιτούνται για την καθημερινή ζωή ή για την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Οι υπόλοιπες εταιρείες θα λάβουν άδειες λειτουργίας προοδευτικά, ενώ με τον ίδιο τρόπο θα αποκατασταθούν οι μεταφορές με αεροσκάφη, τρένα, αυτοκίνητα, λεωφορεία και πλοία.
Ασφαλώς το «προοδευτικά» έχει να κάνει με την παρατήρηση της συμπεριφοράς του ιού και το απευκταίο σενάριο να δημιουργηθεί νέα εκτεταμένη εστία μόλυνσης. Κανείς δεν είναι ακόμα σε θέση να γνωρίζει αν τα αντισώματα των ατόμων που ανάρρωσαν θα λειτουργήσουν πια ως «ασπίδα προστασίας». Αλλά ακόμη και αυτό να συμβεί, στην πολυπληθέστατη Χουμπέι των 60 εκατ. κατοίκων η συντριπτική πλειονότητα του κόσμου δεν έχει «συναντηθεί» – λόγω καραντίνας – με τον ιό και απομένει να φανεί αν θα αναζωπυρωθεί η επιδημία.
Ένας από τους λόγους που η Αγγλία ακολουθεί τελείως διαφορετικό δρόμο είναι γιατί πολλοί στο νησί, μεταξύ των οποίων και οι στενοί επιστημονικοί συνεργάτες του Μπόρις Τζόνσον, θεωρούν ότι το μέτρο του lockdown δεν έχει καλές πιθανότητες να δουλέψει. «Υπάρχουν στοιχεία που δείχνουν ότι η μεγάλη πλειονότητα του πληθυσμού στη Γουχάν εξακολουθεί να είναι ευαίσθητη στον ιό», λέει ο Άνταμ Κουχάρσκι, αναπληρωτής καθηγητής στη Σχολή Υγιεινής και Τροπικής Ιατρικής του Λονδίνου. Εκτιμά ότι το ποσοστό αυτό ήταν περίπου στο 95% στα τέλη Ιανουαρίου. «Μόλις αρθούν τα μέτρα ελέγχου υπάρχει ο κίνδυνος να δημιουργηθεί μια νέα εστία επιδημίας».
Ο Αντουάν Φλαχό, επικεφαλής επιδημιολόγος στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Γενεύης, θεωρεί ότι σχέδιο δεν είναι βιώσιμο. «Είναι κάτι που αποδίδει βραχυπρόθεσμα, η δυναμική της επιδημίας θα επιστρέψει μόλις αρθούν τα μέτρα». Την ίδια περίπου άποψη έχει και ο Ισαάκ Μπόγκοτς, καθηγητής στο Κέντρο Ερευνών Επιδημιών του Τορόντο. «Καθώς η Κίνα θα προσπαθεί να επαναφέρει την κανονικότητα στη ζωή των πολιτών είναι πιθανό να βρεθεί αντιμέτωπη με νέες περιπτώσεις μόλυνσης. Δεν έχουν ξεμπερδέψει ακόμα και αυτό είναι κάτι που δεν έχει τελειώσει».
Η άνοδος της θερμοκρασίας (και άρα των επιπέδων υγρασίας που πλήττει τον ιό) και η πιθανότητα ανακάλυψης αντιικής θεραπείας είναι αυτά στα οποία ποντάρει όλο το… βόρειο ημισφαίριο, μαζί και η Ελλάδα, στην προσπάθεια να μετατεθεί το πρόβλημα χρονικά με τις λιγότερο δυνατές απώλειες.
Το μοντέλο που βρίσκεται πάντως ανάμεσα σε αυτό της Κίνας και της Αγγλίας και φαίνεται να έχει αποδώσει καλύτερα από κάθε άλλο σε παγκόσμιο επίπεδο είναι αυτό της Νοτίου Κορέας.
Σε 8.236 επιβεβαιωμένα κρούσματα η Νότια Κορέα έχει 75 θανάτους, ένα ποσοστό 0,9%, που είναι χαοτικά μικρότερο από το ασύλληπτο 7% της Ιταλίας. Το σημαντικότερο είναι ότι ο αριθμός των νέων κρουσμάτων έχει μειωθεί δραστικά, από τις 851 νέες περιπτώσεις την 3η Μαρτίου (αριθμός – ρεκόρ), η χώρα των 51 εκατ. κατοίκων έφτασε στις 35 την 10η Μαρτίου, ενώ η τελευταία καταγραφή (15 Μαρτίου) περιελάμβανε 76 νέες περιπτώσεις.
Η Σεούλ δεν στηρίχθηκε στα σκληρά μέτρα απομόνωσης, αλλά στα μαζικά τεστ διάγνωσης κορωνοϊού, που έχουν ξεπεράσει τις 220.000. Πραγματοποιήθηκαν περισσότερα ιατρικά τεστ από οποιαδήποτε άλλη χώρα, με ρυθμό έως και 10.000 ημερησίως, γεγονός που επέτρεψε την έγκαιρη αντιμετώπιση των νέων εστιών διάδοσης. Το τεστ διαρκεί το πολύ 10 λεπτά, είναι προ παντών δωρεάν (το κόστος καταβάλλεται από την κυβέρνηση) και τα αποτελέσματα βγαίνουν περίπου ύστερα από έξι ώρες.
Στη χώρα υιοθετήθηκε μία στρατηγική που συνδυάζει ενημέρωση του κοινού, συμμετοχή του πληθυσμού και μαζική εκστρατεία ανίχνευσης κρουσμάτων. Οι συγγενείς όλων των προσβεβλημένων ατόμων εντοπίσθηκαν συστηματικά και πέρασαν διαγνωστικά τεστ. Σύσσωμος ο υγειονομικός μηχανισμός λειτούρησε σαν καλοκουρδισμένο ρολόι. Η χώρα διαθέτει 500 κλινικές που έχουν την δυνατότητα να πραγματοποιήσουν τα τεστ ανίχνευσης, ανάμεσά τους περί τις 40 κινητές κλινικές (Drive-through centers), ώστε να περιορίζονται οι επαφές ανάμεσα σε εν δυνάμει ασθενείς και ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό.
Η εκστρατεία διάγνωσης επέτρεψε την έγκαιρη φροντίδα των ασθενών και τον εντοπισμό προσβεβλημένων ατόμων ασυμπτωματικών ή με ελαφρά συμπτώματα, που δεν περνούν από τεστ στις άλλες χώρες. Η ανίχνευση περισσότερων ασθενών περιορίζει μαθηματικά τις πιθανότητες μετάδοσης, αφού ακόμα και οι ασθενείς με ήπια συμπτώματα τίθενται σε καραντίνα.
Αυτή η στρατηγική διαμορφώνει και τη συμπεριφορά του πληθυσμού – τον εκπαιδεύει σε ότι αφορά τη σοβαρότητα του προβλήματος και τον ενθαρρύνει να πάρει σοβαρά έννοιες όπως η κοινωνική απόσταση. Οι μαζικές δοκιμές ώθησαν τους ανθρώπους να αποκτήσουν υπευθυνότητα και να φροντίσουν αυτοβούλως για μέτρα προστασίας. «Αυτοί οι τύποι μέτρων σήμαιναν ότι οι Νοτιοκορεάτες ήταν πραγματικά σε θέση να καταλάβουν τι συνέβαινε με την επιδημία τους», λέει η Καρολάιν Μπάκι, καθηγήτρια Επιδημιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ.