Προσεχτικά σχεδιασμένες κινήσεις, μελέτη και έρευνα του ανταγωνισμού, περιορισμός του κόστους, αλλά όχι σε βάρος της ποιότητας και αποφυγή τραπεζικού δανεισμού. Αυτοί είναι μερικοί (οι κυριότεροι) λόγοι της μεγάλης επιτυχίας των καταστημάτων Pink Woman. Της ελληνικής εταιρείας που ανταγωνίζεται στα ίσια διεθνείς ομίλους και τους… βγάζει από τα ρούχα τους!
Πλέον η Pink Woman είναι εύκολα αναγνωρίσιμο brand, το οποίο στοχεύει σε συγκεκριμένο νεανικό κοινό, κατορθώνοντας να πετύχει αυτό το πολυπόθητο συναίσθημα ταύτισης που αναζητούν όλοι οι οίκοι μόδας –και όχι μόνο- ανά τον κόσμο. Να δημιουργήσουν, δηλαδή, πάθος για τα προϊόντα τους και πιστούς πελάτες που ταυτίζονται με αυτά που φοράνε.
Κι όμως, αυτή η ιδέα του Παύλου Χατζηπαυλίδη είχε ξεκινήσει πολύ διαφορετικά πριν από περίπου 20 χρόνια στην Καβάλα. Ήταν τότε που ο Έλληνας επιχειρηματίας αποφάσισε να αφήσει οριστικά πίσω του τον τομέα των fast foods και έχοντας την βοήθεια δικών του προσώπων άνοιξε το πρώτο κατάστημα ένδυσης στην συγκεκριμένη πόλη της Βόρειας Ελλάδας.
Βέβαια, τότε το target group ήταν το ανδρικό κοινό, όμως, σύντομα ο κ. Χατζηπαυλίδης αντιλήφθηκε το παρόν και προέβλεψε το μέλλον, κάνοντας μια δυναμική στροφή προς το γυναικείο κοινό, το οποίο θεώρησε ότι του έδινε πολύ μεγαλύτερα περιθώρια εξέλιξης και ανάπτυξης.
Στο δικό του μυαλό υπήρχε ένα ήδη επιτυχημένο μοντέλο ανάπτυξης το οποίο είχε επικρατήσει σε όλον τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας. Τα καταστήματα Zara, στα οποία –ιδιαίτερα το νεανικό κοινό- συνωστιζόταν και στριμωχνόταν, κάνοντας ουρές κάθε φορά που άλλαζε η σεζόν και λανσαρόταν η επόμενη κολεξιόν ρούχων, με βασικό χαρακτηριστικό τους τις χαμηλές τιμές, προσιτές σε κάθε πορτοφόλι.
Έτσι για σχεδόν μία ολόκληρη πενταετία ο Παύλος Χατζηπαυλίδης έμπαινε και ο ίδιος σε κάποιο από τα καταστήματα της γνωστής αλυσίδας, αλλά με διαφορετικό σκοπό από τους υπόλοιπους. Ήθελε να παρακολουθήσει από μέσα τον τρόπο λειτουργίας τους σε κάθε επίπεδο, να αξιολογήσει τις μεθόδους παραγωγής και πώλησης και να κρατήσει τις καλύτερες ιδέες συνδυάζοντάς τες με τις δικές του και δημιουργώντας ένα τελικό αποτέλεσμα που θα ταίριαζε «γάντι» στην ελληνική πραγματικότητα. Έχοντας, πάντα στην άκρη του μυαλό του ότι εάν τα πράγματα πήγαιναν καλά, το εγχείρημά του θα μπορούσε εύκολα να περάσει τα σύνορα και να απευθυνθεί σε άλλα μέρη του πλανήτη.
Κατά την διάρκεια όλου αυτού του διαστήματος της παρακολούθησης και του ελέγχου, ωστόσο, δεν μένει απλός παρατηρητής των άλλων. Από το 1998 έως το 2003 συνεχίζει να αναπτύσσεται επιχειρηματικά, επεκτείνοντας τις δραστηριότητες του σε Μακεδονία και Θράκη, προετοιμάζοντας παράλληλα και τα επόμενα βήματα του. Κι έτσι, το 2004 δημιουργεί το δικό του «παιδί». Την εταιρεία Pink Woman, με σειρές ρούχων που απευθύνονται σε νεαρές γυναίκες και κορίτσια ή όσες ένιωθαν τέτοιες. Η επιτυχία ήταν τόσο αναπάντεχη και εκρηκτική που σίγουρα τον έκανε να νιώσει απόλυτα δικαιωμένος για τις επιλογές του.
Βασικός παράγοντας του success story αποδεικνύεται η απόφασή του να δημιουργήσει την δική του σειρά ρούχων, αναλαμβάνοντας όλη την διαδικασία. Από τον σχεδιασμό και την κατασκευή μέχρι και την τελική πώληση λιανικής, περιορίζοντας όσο το δυνατόν το κόστος και αποφεύγοντας τρίτους και μεσάζοντες. Και επίσης, αποφεύγοντας και τον εξωτερικό τραπεζικό δανεισμό, κίνηση που αποδείχτηκε «ματ» τα επόμενα χρόνια όταν πολλές άλλες εταιρείας (όχι μόνο ένδυσης) «έσβησαν» κάτω από το βάρος των χρεών λόγω των μνημονίων.
Αντίθετα, η Pink Woman μπόρεσε όχι μόνο να σταθεί, αλλά και να θριαμβεύσει.
Την ώρα που 30 γαζώτριες μετουσίωναν τα πατρόν σε ρούχα σε ένα μικρό εργοστάσιο στην Νικήσιανη Παγγαίου, προκειμένου να τροφοδοτούν τα έξι (τότε) σημεία λιανικής πώλησης, η εταιρεία εγκαινίαζε στην Αθήνα το δικό της fashion room στο οποίο δειγμάτιζε τα προϊόντα της σε πελάτες του εξωτερικού, δείχνοντας την δυναμική της και τον εξαγωγικό προσανατολισμό της. Στο «παιχνίδι» μπαίνει και το franchise και πλέον (λίγο μετά το 2006) το brand Pink Woman αρχίζει να γίνεται ορατό και αντιληπτό όχι μόνο σε περισσότερα σημεία πώλησης στην Ελλάδα, αλλά και σε χώρες του εξωτερικού με τις οποίες προέκυψαν συνεργασίες, όπως η Ιταλία, η Τουρκία, η Κίνα, το Μαρόκο, η Ινδία, ακόμη και το Βιετνάμ!
Η ανάπτυξη δεν γνωρίζει όρια και σύντομα νέα καταστήματα ανοίγουν σε γειτονικές χώρες, όπως η Κύπρος, η Αλβανία ή η Ιορδανία, την ίδια ώρα που η εταιρεία –εν μέσω κρίσης- ακολουθεί επιθετική μεν, αλλά προσεκτική πολιτική. Καθοριστική αποδεικνύεται εκ του αποτελέσματος η συνεργασία της με την Δούκισσα Νομικού, η οποία γίνεται το πρόσωπο της καμπάνιας της, ενώ οι πωλήσεις παραμένουν στα ύψη διατηρώντας την κερδοφορία ακόμη και σε πολύ δύσκολες για όλους χρονιές, όπως το 2014 ή το 2015, όταν παρά την δύσκολη οικονομική συγκυρία, η Pink Woman παραμένει ισχυρή και κρατά την ηγετική θέση της στην αγορά.
Πλέον, με ένα δίκτυο 13 ιδιόκτητων καταστημάτων, περισσοτέρων από 100 με την μορφή των shop in shop και δεκάδων άλλων ως franchise, αλλά και τις δικές της συνεργασίες για την παραγωγή των κολεξιόν ενδυμάτων, η Pink Woman συνεχίζει να καλύπτει κάθε «θέλω» του κοινού της με εκατομμύρια κομμάτια τον χρόνο και να αποδεικνύει ότι η επιτυχία δεν είναι θέμα τύχης, αλλά ενός πολύ καλά προϋπολογισμένου ρίσκου.