Θερμό επεισόδιο: Η λεπτή, κόκκινη γραμμή που αν ξεπεραστεί η Ελλάδα θα απαντήσει

Μπλόφα ή πολεμικά σχέδια απ' τον Ερντογάν;

Η ανακοίνωση του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών περί άδικης στάσης της Ελλάδας στο ζήτημα της υφαλοκρηπίδας μαρτυρά πιθανότατα την επιδίωξη της Τουρκίας πίσω από την έκδοση Navtex για τη δέσμευση περιοχών εντός και της ελληνικής υφαλοκρηπίδας, νότιο-ανατολικά από το Καστελόριζο, έως τις 2 Αυγούστου.

Προς υποστήριξη του τουρκικού πλωτού γεωτρύπανου Oruc Reis είχαν πλεύσει έως το πρωί της Τετάρτης 19 τουρκικά πολεμικά σκάφη, το ίδιο το ερευνητικό ωκεανογραφικό όμως παραμένει αγκυροβολημένο έξω από το λιμάνι της Αττάλειας, έχοντας να διανύσει μία απόσταση 24 ωρών έως ότου φτάσει στο σημείο όπου έχει δεσμεύσει για έρευνες η Άγκυρα. Το μόνο σίγουρο είναι ότι από τη στιγμή του απόπλου του, αυτές οι 24 ώρες θα είναι γεμάτες ένταση και πολεμικά σενάρια, καθώς οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις έχουν τεθεί ήδη σε πλήρη ετοιμότητα, σηκώνοντας το γάντι με την κατάληψη στρατηγικών θέσεων στη «θερμή ζώνη του Αιγαίου.

Η ελληνική πλευρά έχει καταστήσει σαφές ότι αυτή είναι η δική της κόκκινη γραμμή. Θα απαντήσει αν γίνει οποιαδήποτε απόπειρα οικονομικής ή ερευνητικής δραστηριότητας εντός των χωρικών της υδάτων και της ελληνικής υφαλοκρηπίδας.

Το μεγάλο ερώτημα είναι βέβαια αν το Oruc Reis πρόκειται πράγματι να σουλατσάρει στο κομμάτι της ελληνικής Αποκλειστικής Ζώνης, που έχει συμπεριλάβει στα πλάνα της η Τουρκία, ή αν πρόκειται για μία μπλόφα σε μορφή πολεμικής «ιαχής», με αποκλειστικό στόχο τη διαφήμιση διεθνώς της καταγγελλόμενης «ελληνικής αδικίας» και την ανατροπή των ισχυόντων δεδομένων, πιθανόν με μια προσφυγή στη Χάγη.

«Δεν μπορεί να είναι λογικό και συμβατό με διεθνές δίκαιο ένα νησί με έκταση 10 τετραγωνικών χιλιομέτρων, δύο χιλιόμετρα από την Ανατολία και 580 χιλιόμετρα από την ελληνική ηπειρωτική χώρα, να δημιουργεί υφαλοκρηπίδα 40.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων. Αυτός ο μαξιμαλιστικός και υπερβολικός ισχυρισμός της Ελλάδας περί υφαλοκρηπίδας είναι αντίθετος με το διεθνές δίκαιο, τη νομολογία και τις δικαστικές αποφάσεις», αναφέρει η ανακοίνωση του τουρκικού ΥΠΕΞ.

Βάσει αυτής, η θαλάσσια περιοχή που θα πραγματοποιήσει έρευνες το Oruc Reis βρίσκεται «εντός των ορίων της υφαλοκρηπίδας που έχει κοινοποιηθεί στα Ηνωμένα Έθνη», ενώ οι ισχυρισμοί της Ελλάδας απορρίπτονται ως καταχρηστικοί. Τονίζεται επίσης η πάγια θέση της Τουρκίας να επιθυμεί το διάλογο με την Ελλάδα σε όλα τα επίπεδα, «όπως έχει διατυπωθεί πολλές φορές μέχρι σήμερα».

Είτε το θέλουμε, είτε όχι, δεν είναι δύσκολο να μαντέψουμε ότι η τουρκική θέση περί υφαλοκρηπίδας είναι εξαιρετικά πιθανό να φαντάζει απολύτως φυσιολογική στα μάτια κάποιου «τρίτου». Αυτός είναι πιθανότατα και ο λόγος που το State Department χρησιμοποίησε τη φράση «disputed» (αμφισβητούμενα ή διαφιλονικούμενα) για τον προσδιορισμό των υδάτων της περιοχής που επιδιώκει να δεσμεύσει η Τουρκία και ο οποίος προφανέστατα προβλημάτισε την ελληνική πλευρά.

Ποια είναι η δική μας θέση στο ζήτημα της ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας; Ότι βάσει του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας, ένα νησί που κατοικείται έχει τα ίδια δικαιώματα σε θαλάσσιες ζώνες με τα δικαιώματα που έχουν τα ηπειρωτικά εδάφη, ανεξάρτητα από το μέγεθος του. Το κύριο κριτήριο είναι η οικονομική βιωσιμότητα, δηλαδή η δυνατότητα να συντηρεί ανθρώπινη διαβίωση και στην περίπτωση του Καστελόριζου πληρείται η προϋπόθεση. Εξάλλου οι εκάστοτε Έλληνες ΥΠΕΞ υπενθυμίζουν με δηλώσεις τους κάθε τρεις και λίγο στην Τουρκία ότι ο Δήμος Μεγίστης περιλαμβάνει, εκτός από το Καστελλόριζο, τη Ρω και τη Στρογγύλη, νησιά που επίσης κατοικούνται και έχουν, συνεπώς, δικαίωμα σε υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ.

Οι βραχονησίδες στην περιοχή των Ιμίων αποτελούν ωστόσο μετά τα γεγονότα του 1996 ουσιαστικά «γκρίζα ζώνη» και δεν χρειάζεται να έχει κάποιος μεγάλη φαντασία για να αντιληφθεί ότι αυτό προσπαθούν να πετύχουν οι Τούρκοι πέριξ και του Καστελόριζου. Είναι προφανές τουλάχιστον 40 χρόνια τώρα ότι η διένεξη δεν πρόκειται να λυθεί χωρίς την παρέμβαση του διεθνούς παράγοντα, όσο δηλαδή θα παραμένει επισήμως μη οριοθετημένη η ελληνική ΑΟΖ. Πακτωλός εκατομμυρίων ευρώ δαπανώνται κάθε χρόνο από τις δύο χώρες σε εξοπλιστικά προγράμματα, καθώς η ένταση στο Αιγαίο αντανακλά σε ένα ζήτημα που από τη δεκαετία του ’80 θα έπρεπε να είχε επιλυθεί μέσω διεθνούς διαιτησίας (Χάγη) ώστε να τεθεί μια και καλή ο επίλογος και να πάρει ο καθένας αυτό που βάσει Διεθνών Συνθηκών δικαιούται.

Ποιος ο λόγος να διαιωνίζεται επί σειρά τόσων ετών ένα ζήτημα που ανά τακτά χρονικά διαστήματα θέτει σε πολεμικό συναγερμό τις δύο χώρες, ενώ υποτίθεται ότι υπάρχουν τα εργαλεία για να εξαχθεί ετυμηγορία;

Η Ελλάδα εκφράζει σε κάθε τόνο ότι θα υπερασπιστεί τα κυριαρχικά δικαιώματά της και μέσω διπλωματικών χειρισμών επιδιώκει να τραβήξει το χαλί κάτω από τα πόδια του Ερντογάν, διαμηνύοντας του ότι σε περίπτωση ενός «θερμού» επεισοδίου μόνο εκείνη θα έχει «φίλους».

Αν όμως ο αμερικανικός παράγοντας αντιλαμβάνεται ως «disputed» τη συγκεκριμένη θαλάσσια περιοχή, το πρόβλημα είναι υπαρκτό και ίσως είναι η κατάλληλη ευκαιρία να λυθεί εδώ και τώρα, ώστε να κλείσει αυτή η οικονομική πληγή στον ετήσιο Προϋπολογισμό, με την κατασπατάληση πόρων σε πολεμικό υλικό, αντί την αξιοποίησή τους στην Υγεία, την Παιδεία και την Κοινωνική Πρόνοια.

Και ο τρόπος να λυθεί δεν είναι βέβαια η εφαρμογή των επιχειρησιακών ασκήσεων που έχουν κάνει – ακόμα και στο πρόσφατο παρελθόν – οι Ένοπλες Δυνάμεις για την αποτροπή της τουρκικής απόπειρας να πραγματοποιηθούν έρευνες εντός ελληνικών υδάτων, αλλά ο εξαναγκασμός των γειτόνων σε διάλογο με «ξένους» διαιτητές και αφορμή την επιμονή των απέναντι να εκμεταλλευτούν ορυκτό φυσικό πλούτο που εμείς ορίζουμε ως γαλανόλευκη ιδιοκτησία.