Το 1998 οι συνιδρυτές της Google, Λάρι Πέιτζ και Σεργκέι Μπριν, πρότειναν στη Yahoo να εξαγοράσει την εταιρία τους για 1 εκατομμύριο δολάρια.
H Yahoo απέρρριψε το deal, σε αυτήν που αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες επιχειρηματικές γκάφες της ιστορίας – η Google είναι σήμερα ο μεγαλύτερος παίκτης της αγοράς, με κεφαλαιοποίηση της τάξεως των 1,2 τρισ. δολαρίων.
Δύο χρόνια αργότερα ωστόσο εκτυλίχθηκε ένα story που μάλλον ξεπέρασε σε επίπεδο… αβελτηρίας τους ιθύνοντες της Yahoo, δίνοντας την ευκαιρία στο Netflix να εξελιχθεί αυτό που είναι σήμερα.
H Blockbuster ήταν μια εταιρία παροχής υπηρεσιών ενοικίασης DVD, βιντεοκασετών, δίσκων Blu-ray και βιντεοπαιχνιδιών, που ιδρύθηκε το 1985 στο Τέξας. Εξελίχθηκε σε μια γιγαντιαία αλυσίδα – video club, που στην περίοδο ακμής της είχε περίπου 84.000 υπαλλήλους σε περισσότερα από 9.000 καταστήματα στις ΗΠΑ και σε άλλες 17 χώρες. Τα χρόνια της τεράστιας ανέλιξης ήταν τα τελευταία της δεκαετίας του ’90, οπότε υπολογιζόταν ότι άνοιγε περίπου ένα νέο blockbuster κατάστημα κάθε 17 ώρες! Η αξία της ξεπερνούσε τότε τα 3 δισ. δολάρια – είχε «καταπνίξει» τον ανταγωνισμό, βασιλεύοντας μόνη της και τίποτα δεν προδίκασε ότι αυτό θα μπορούσε να διαταραχθεί στο άμεσο μέλλον.
Το 1997 ο καθηγητής μαθηματικών στο επάγγελμα Ριντ Χέιστινγκς, αποφασίζει μαζί με τον «τεχνολογικό» επιχειρηματία Μαρκ Ράντολφ να δημιουργήσουν μια εταιρία που θα πουλάει κάτι στο ίντερνετ, χωρίς όμως να έχουν καταλήξει στο τι θα μπορούσε να είναι αυτό. Όταν ο πρώτος αναγκάστηκε να πληρώσει 40 δολάρια ως πρόστιμο για την καθυστερημένη επιστροφή της ταινίας «Apollo 13», που είχε νοικιάσει από ένα κατάστημα Blockbuster, συνέλαβε την ιδέα που θα έκανε πλούσια και τα… τετρασέγγονα του.
Στις 14 Απριλίου του 1998 βγαίνει στον αέρα η ιστοσελίδα του Netflix, διαφημίζοντας ότι φέρνει την επανάσταση στον τρόπο με τον οποίο το κοινό καταναλώνει το τηλεοπτικό και κινηματογραφικό προϊόν. Ποιος ήταν αυτός; Τέλος στη χρέωση ανά προϊόν και στα πρόστιμα καθυστερημένης επιστροφής του, γεννάται το μοντέλο της μηνιαίας συνδρομής και των κατ ‘αποκοπήν απεριόριστων ενοικίων.
Ο τρόπος με τον οποίο λειτουργούσε όμως η υπηρεσία έως το 2000 δεν ευνοούσε ιδιαίτερα την ανάπτυξη της: οι πελάτες λάμβαναν τις ταινίες τους σε DVD μέσω του αμερικανικού ταχυδρομείου, τις κρατούσαν και τις επέστρεφαν. Η εταιρία είχε μόλις 300.000 πελάτες και έμπαινε «μέσα». Τότε ο Χέιστινγκς παίρνει μια σημαντική απόφαση: έχοντας κατανοήσει ότι το επενδυτικό μέλλον του κλάδου θα είναι διαδικτυακό, επιβιβάζεται σε ένα αεροπλάνο και πάει να πουλήσει κυριολεκτικά την εταιρεία του στην Blockbuster.
Ο CEO του Netflix μεταβαίνει στο Ντάλας για να συναντήσει τον τότε CEO της Blockbuster, John Antioco. Η πρόταση του αξιώνει το ποσό των 50 εκατομμυρίων δολαρίων από την Blockbuster. Βάσει αυτής, η ιστοσελίδα του Netflix θα ονομαστεί Blockbuster.com και θα «τρέχει» τις διαδικτυακές ενοικιάσεις ταινιών, ενώ η Blockbuster θα αναλάβει τα DVD, απομακρύνοντας τη Netflix από τις ταχυδρομήσεις.
Ο Χέιστινγκς εισπράττει από τον Antioco ένα μεγαλοπρεπέστατο «όχι»! Εκτιμά ότι το Netflix είναι μια «πολύ μικρή, εξειδικευμένη, υπηρεσία», αλλά η ιδέα του διαδικτυακού «ανοίγματος» του αρέσει και για να τη μετουσιώσει θα απευθυνθεί στην κολοσσιαία εταιρία ενέργειας Enron. Μόλις λίγο καιρό μετά το ραντεβού με τον Χέιστινγκς, η Blockbuster υπογράφει 20ετη συμφωνία με την Enron, που όμως πολύ γρήγορα θα ακυρωθεί, λόγω του τεράστιου σκανδάλου που ξεσπάει στα θεμέλια της τελευταίας.
Καθώς η Blockbuster έκανε αποτυχημένες και καθυστερημένες προσπάθειες να μπει σε αγορές που δεν είχε δημιουργήσει, αντιμετώπιζε εσωτερικές διαμάχες, έκλεινε καταστήματα και βυθιζόταν στην παρακμή, το Netflix βρήκε τον τρόπο να συνδεθεί διαδικτυακά με τους συνδρομητές του και να αλλάξει για πάντα το τοπίο της αγοράς, φιλοξενώντας ολοένα και περισσότερες ταινίες στα διαδικτυακά μενού του. Η εκτόξευση ήρθε μέσα σε μια πενταετία και σήμερα εκείνοι οι 300.000 συνδρομητές του 2000 είναι 195 εκατομμύρια σε όλο τον κόσμο.
Σε πλήρη αντίθεση, η Blockbuster θα περιέλθει σε τέλμα και σήμερα το όνομα της είναι συνυφασμένο στον επιχειρηματικό κόσμο με την αποτυχία και τις άστοχες επιχειρηματικές αποφάσεις. Καθυστερώντας χαρακτηριστικά να εισέλθει στη νέα εποχή, διαλύθηκε σε χρόνο – ρεκόρ από τον ανταγωνισμό και τον νέο γίγαντα της αγοράς. Το 2009 το Netflix ανακοίνωσε κέρδη 116 εκατ. δολαρίων και η Blockbuster ζημιές 518 εκατ. δολαρίων. Ένα χρόνο αργότερα το ποσό αυτό σχεδόν διπλασιάστηκε (1,1 δισεκατομμύρια δολάρια) και η εταιρία κήρυξε πτώχευση, έχοντας εκπέσει σε χρηματιστηριακή αξία στα 24 εκατ. δολάρια.
Το 2011, η Dish Network, ο τρίτος μεγαλύτερος αμερικανικός πάροχος pay TV, εξαγόρασε τα εναπομείναντα καταστήματα Blockbuster, αντί 320 εκατομμυρίων δολαρίων. Μάταιος κόπος, η επένδυση ήταν απολύτως αποτυχημένη. Επιθανάτιος ρόγχος ήταν ένα tweet του 2011, με το οποίο η Blockbuster καλούσε τους πελάτες της, μέσω του επίσημου λογαριασμού της να περιγράψουν «γιατί αφήνουν το Netflix», προσφέροντας δωρεάν συνδρομή ενός έτους στα τρία πιο δημιουργικά tweets με το hashtag #GoodbyeNetflix.
Tweet why you’re leaving Netflix. The top three most creative tweets using #GoodbyeNetflix will win a 1-year subscription to Blockbuster!
— Blockbuster (@blockbuster) September 21, 2011
Αξιομνημόνευτη η προσπάθεια, ήταν όμως πολύ αργά για να αντιστραφεί η ροή των πραγμάτων. Σήμερα έχει απομείνει μόνο ένα κατάστημα Blockbuster σε όλο τον κόσμο (!), αυτό που βρίσκεται στο Μπεντ του Όρεγκον.
Μόλις 20 χρόνια μετά από εκείνο το ραντεβού Netflix – Blockbuster, ο… ζητιάνος του τότε είναι η πιο αναπτυσσόμενη εταιρία παγκοσμίως στον 21ο αιώνα και ο «δυνάστης» της αγοράς δεν υφίσταται καν. Οι τηλεοράσεις που δεν υποστηρίζουν το Neftlix και τα τηλεκοντρόλ που δεν έχουν ειδικό κουμπί για την υπηρεσία μένουν στα… ράφια, ενώ το τόσο (εμπνευσμένο κατά τα άλλα) μπραντ «blockbuster» είναι στις ΗΠΑ συνώνυμο αναχρονισμού.
Και όλα αυτά για 50 εκατομμύρια δολάρια. Τα οποία πλέον το Netflix μπορεί να βγάζει με μία μόνο παραγωγή που φέρει την υπογραφή του.