Μεγάλη ήττα για τον Μπάιντεν...
Βρείτε μας στο

Μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και αφού ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Χάρι Τρούμαν, είχε συνειδητοποιήσει το μέγεθος της καταστροφής σε Ναγκασάκι και Χιρόσιμα (όχι απόλυτα βέβαια ακόμα τότε) , αποφάσισε ότι η εξουσία χρήσης πυρηνικών όπλων θα έπρεπε να φύγει από στρατιωτικά «χέρια».

Το διάταγμα που νομοθετήθηκε προέβλεπε ότι καμία ατομική βόμβα δεν θα μπορούσε να ενεργοποιηθεί αν δεν ήταν απόφαση του ίδιου προσωπικά. Με αυτό το χειρισμό έθεσε έκτοτε τη χρήση των πυρηνικών όπλων υπό τον έλεγχο ενός μόνο ανθρώπου. Οι ατομικές βόμβες έγιναν «τα όπλα του προέδρου» και ο ακόλουθος «Ψυχρός Πόλεμος» εδραίωσε αυτό το καθεστώς, για τους εντελώς αντίθετους ωστόσο λόγους.

Η ιδέα κατά τη διάρκεια του αβυσσαλέου ανταγωνισμού με τη Σοβιετική Ένωση ήταν ότι η αποκλειστική δικαιοδοσία χρήσης του πυρηνικού οπλοστασίου από έναν και μόνο άνθρωπο εξυπηρετούσε τα συμφέροντα των ΗΠΑ. Με ποιο τρόπο; Εξασφάλιζε την ταχύτατη αντίδραση της χώρας σε περίπτωση επίθεσης από τους Σοβιετικούς, μειώνοντας στο ελάχιστο το χρόνο μιας μαζικής δυναμικής απάντησης, που θα εξαφάνιζε τη Μόσχα από τον παγκόσμιο χάρτη μέσα σε λίγες ώρες. Ήταν δήθεν αποτρεπτικό για το Κρεμλίνο να γνωρίζει ότι στις ΗΠΑ δεν απαιτούνται χρονοβόρες – γραφειοκρατικές – διαδικασίες για την απόφαση να εκτοξευτούν από τις βάσεις της διηπειρωτικοί βαλλιστικοί πύραυλοι.

Η διαιώνιση του νομοθετήματος Τρούμαν αποσκοπούσε στο να μην υπάρχει καμία σύγχυση σχετικά με το ποιος έχει την εξουσία μιας πυρηνικής επίθεσης. Ο πρόεδρος δεν θα χρειαζόταν να έχει την έγκριση κανενός άλλου θεσμικού οργάνου για τη χρήση των όπλων μαζικής καταστροφής και χάρη σε αυτό το «προνόμιο» καμία χώρα δεν θα τολμούσε να επιτεθεί σε αμερικανικό έδαφος.

Αυτό δεν άλλαξε ποτέ. Έως και σήμερα, ο πρόεδρος είναι ο ένας και μοναδικός βάσει Συντάγματος, κλειδοκράτορας του πυρηνικού οπλοστασίου, χωρίς την υποχρέωση να λάβει τη συγκατάθεση ούτε του Κογκρέσου, ούτε της στρατιωτικής ηγεσίας προτού πατήσει δώσει εντολή για να ενεργοποηθεί το… κουμπί.

Δεν είναι κάτι αφηρημένο. Το περίφημο σακίδιο έκτακτης ανάγκης του προέδρου, γνωστό ως «πυρηνικό ποδόσφαιρο» (ονομασία που προήλθε από ένα σχέδιο επίθεσης με το όνομα «Dropkick»), ή κουμπί, ή μαύρο κουτί, είναι ένας χαρτοφύλακας με κωδικούς εκτόξευσης για πυρηνικά όπλα, που φέρει πάντα μαζί του ένας στρατιωτικός ακόλουθος που συνοδεύει παντού τον εκάστοτε πρόεδρο. Πρόκειται για έναν μεταλλικό χαρτοφύλακα που κατά το πρωτόκολλο μεταφέρεται σε ένα μαύρο δερμάτινο μπουφάν – ένα πακέτο που ζυγίζει περίπου 20 κιλά.

Το να έχει ο Ντόναλντ Τράμπ επί μια τετραετία στα χέρια του τέτοια εξουσία ήταν κάτι που ελάχιστα είχε απασχολήσει τους Αμερικανούς έως και χθες. Έως τη στιγμή δηλαδή που η πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ, Νάνσι Πελόζι, έθιξε ευθέως το θέμα, φτάνοντας μάλιστα να ρωτά τον αρχηγό του Γενικού Επιτελείου, στρατηγό Μαρκ Μίλι, για το τι θα μπορούσε να γίνει ώστε να αφαιρεθεί μια τέτοια δικαιοδοσία από τον Ντόναλντ Τραμπ στις 12 ημέρες που του απομένουν στην προεδρία των ΗΠΑ.

Άφησε άναυδη ως και την ίδια τη Mercedes: Το ταξί-«σκυλί» του Σαλονικιού οδηγού που «κατάπιε» 4,6 εκατ. χιλιόμετρα
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ Άφησε άναυδη ως και την ίδια τη Mercedes: Το ταξί-«σκυλί» του Σαλονικιού οδηγού που «κατάπιε» 4,6 εκατ. χιλιόμετρα

«Η κατάσταση αυτού του ανεξέλεγκτου προέδρου δεν θα μπορούσε να είναι πιο επικίνδυνη, και πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να προστατέψουμε τον αμερικανικό λαό από την ανισόρροπη επίθεσή του στη χώρα και στη δημοκρατία μας», ανέφερε η επιστολή που έστειλε η Πελόζι στους Δημοκρατικούς Βουλευτές. «Μίλησα με τον στρατηγό Μαρκ Μίλι για να συζητήσω τις διαθέσιμες προφυλάξεις για την αποτροπή ενός ασταθούς προέδρου από την έναρξη στρατιωτικών εχθροπραξιών ή την πρόσβαση στους κωδικούς εκτόξευσης και την παραγγελία μιας επίθεσης με πυρηνικά», προσθέτει η Δημοκρατική πρόεδρος της Βουλής.

Κινδυνολογία; Μάλλον σε βαθμό υπερβολικό. Οκ., δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι ο Τραμπ είναι ανισόρροπος, απρόβλεπτος, ακραίος και ο ορισμός του αριβίστα, ωστόσο σε τι θα τον εξυπηρετούσε προσωπικά να πάρει στην παρούσα φάση μια απόφαση τόσο επιζήμια για τις ΗΠΑ; Το «ηλίθιος» δεν είναι άλλωστε ένα από τα χαρακτηριστικά του.

Μερίδα των αμερικανικών Μ.Μ.Ε. βλέπει καθαρή πολιτική σκοπιμότητα πίσω από την παρέμβαση της Πελόζι, η οποία, βάσει αυτών, αποσκοπεί στο να μαζικοποιηθεί η κατακραυγή προς τον Τραμπ για την υποκίνηση της θανατηφόρας εισβολής στο Καπιτώλιο και να υποκινηθεί η προσπάθεια άμεσης καθαίρεσής του. Το Ρεπουμπλικάνικο κόμμα έχει διχαστεί βαθιά από τη μετεκλογική συμπεριφορά του Τραμπ και το ζήτημα αποπομπής του, προτού τη λήξη της θητείας του, έχει φανερούς υποστηρικτές και εντός αυτού. Η επιδίωξη να εμφανιστεί ο Τραμπ ως επικείμενη απειλή για την παγκόσμια ασφάλεια θα μπορούσε να πλαισιώσει το κάδρο της «δαιμονοποίησης» του, σε βαθμό ανεξίτηλο για τη μνήμη της κοινής γνώμης, που ει δυνατόν θα θυμάται για χρόνια ότι από την παράταξη των Ρεπουμπλικάνων ανέβηκε στην ηγεσία του πλανήτη ένας τόσο επικίνδυνος άνθρωπος. Το βασικό επιχείρημα αυτών των ισχυρισμών είναι ότι η πρόεδρος της Βουλής γνωρίζει πολύ καλά ότι δεν είναι στη δική της δικαιοδοσία, ούτε κανενός άλλου, η αφαίρεση των κωδικών της χρήσης πυρηνικών όπλων από τον πρόεδρο. Αρά η επιστολή της προς τον Μαρκ Μίλι απηχεί καθαρά σε παιχνίδι εντυπώσεων, ως ένα επικοινωνιακό τρικ.

«Δεν υπάρχει νόμιμος τρόπος να συμβεί κάτι τέτοιο. Ο πρόεδρος έχει πλήρη, χωρίς περιορισμούς εξουσία να διατάξει τη χρήση πυρηνικών όπλων, χωρίς να απαιτείται “δεύτερη ψήφος”», υπενθύμισε, σχετικά ερωτηθείς, ο Τζέφρι Λιούις, καθηγητής στο Ινστιτούτο Διεθνών Μελετών Μίντλμπερι στο Μοντέρεϊ της Καλιφόρνια.

Την ίδια ώρα πάντως, η πρόταση της Πελόζι πυροδότησε την ανάπτυξη μιας φιλολογίας πάνω στην ουσία του ζητήματος, όπως αποκρυσταλλώθηκε σε άρθρο του Politico και άλλων μέσων του ηλεκτρονικού Τύπου. «Σαν έθνος οφείλουμε να αναρωτηθούμε: για ποιο λόγο παίρνουμε αυτό το ρίσκο; Πιστεύουμε πραγματικά ότι ο Τραμπ, ή ο οποιοσδήποτε Τραμπ του μέλλοντος είναι επαρκώς υπεύθυνος και αξιόπιστος ώστε να έχει αποκλειστικά στα δικά του χέρια τη δύναμη ενός πυρηνικού ολέθρου»;

Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, ο ψεύτικος συναγερμός είναι ο σύγχρονος μεγάλος πονοκέφαλος των επιτελείων στρατού, διότι τα συστήματα άμυνας και ραντάρ είναι ευάλωτα σε κυβερνοεπιθέσεις (cyberattacks), όπως η πρόσφατη – προερχόμενη από τη Ρωσία – εκτεταμένη επίθεση hacking στην κυβέρνηση των ΗΠΑ, (SolarWinds hack).

Το άρθρο του Politico αφήνει ξεκάθαρα υπόνοιες ότι ο πλανήτης μπορεί να ήταν τελικά και τυχερός για το ότι επί τέσσερα χρόνια δεν υπήρξε κάποιος ψεύτικος συναγερμός που να παίξει με τα… νεύρα του Ντόναλντ Τραμπ και να τον παρακινήσει να «χαϊδέψει» τους κωδικούς.