Το βασικό αφήγημα της πλειονότητας όσων δεν έχουν κάνεο το εμβόλιο είναι ότι δεν χρειάζεται καθώς ο κορωνοϊός είναι… «μια απλή γρίπη». Μόνο που δυστυχώς τα στοιχεία που προκύπτουν απ’ τις τελευταίες μελέτες δείχνουν όχι μόνο ότι η νόσηση από covid δεν τελειώνει 14 μέρες μετά, αλλά οι συνέπειες της συνεχίζονται για μήνες.
Η βαριά νόσηση από covid-19 και ο άμεσος θανάσιμος κίνδυνος δεν είναι παρά η μία μόνο πτυχή των επιπτώσεων που προκαλεί η λοίμωξη.
Η επιστημονική έρευνα για τις μακροχρόνιες συνέπειες του κορωνοϊού είναι ακόμα στα αρχικά στάδια, αλλά όσο περνάει ο καιρός τόσο περισσότερο ενισχύεται η διαπίστωση ότι πρόκειται για μια πολυσυστηματική νόσο που συνδέεται με πληθώρα διαφορετικών συμπτωμάτων, ικανά να ταλαιπωρήσουν για εβδομάδες, μήνες ή και χρόνια όσους προσβλήθηκαν από τον ιό.
Στο μπακράουντ του αγώνα που δίνουν οι υγειονομικές μονάδες για να κρατήσουν βαριά νοσούντες στη ζωή, μαίνεται μία άλλη μάχη, τα αίτια της οποίας δεν έχουν προσδιοριστεί ακόμα επαρκώς. Τι είναι δηλαδή ακριβώς αυτό που προκαλεί το φαινόμενο που καταγράφεται ως Long Covid, Post-Covid ή PASC (Post-Acute Sequelae of SARS-CoV-2 Infection) και αποδίδεται στα ελληνικά ως χρόνια Covid ή μετά-Covid σύνδρομο. Αυτό στο οποίο συνηγορούν οι ειδικοί είναι ότι θα μας απασχολεί για πολύ καιρό, καθώς εκατομμύρια ασθενείς σε όλο τον κόσμο (και χιλιάδες στην Ελλάδα) υποφέρουν από μακροχρόνιες συνέπειες της νόσου, ακόμα και αρκετούς μήνες μετά από τη μόλυνση από τον ιό.
Το φαινόμενο δεν είναι πρωτόγνωρο για την επιστήμη. Έχει παρουσιαστεί στο παρελθόν με άλλους κορωνοϊούς – όπως ο SARS-CoV-1 ή ο MERS – αλλά φυσικά είναι πιο πολύ έντονο τώρα, λόγω της ευρείας διάδοσης του SARS-CoV-2. Θεωρείται βέβαιο ότι από τη στιγμή που τα εμβόλια νικήσουν την πανδημία, η έρευνα θα επικεντρωθεί στις ακριβείς αιτίες του φαινομένου «Long Covid». Κοινός τόπος έως τώρα των ειδικών είναι ότι πρόκειται για κάτι πολυπαραγοντικό, που πιθανότατα σχετίζεται με τις βλάβες και ανεπάρκειες που προκαλεί ο ιός σε διάφορα όργανα του σώματος.
Μία επίσης βάσιμη εικασία είναι ότι ο ιός παραμένει «κρυμμένος» σε διάφορα όργανα του σώματος, και «παραμονεύει» ώστε να επιτεθεί παρότι δεν ανιχνεύεται στα διαγνωστικά τεστ! Μπορεί να πρόκειται ακόμη και για ίχνη του ιού, όπως το RNA του. Υπάρχει όμως και μία τρίτη εκδοχή: να προκαλεί η αντίδραση του ανοσοποιητικού όλα αυτά τα προβλήματα, μέσω της «επίθεσης» των αντισωμάτων σε όργανα του σώματος. Ως αποτέλεσμα δηλαδή μιας ετεροχρονισμένης προσπάθειας άμυνας στον εισβολέα, ακόμη κι όταν αυτός έχει φύγει από τον οργανισμό. Αυτό σημαίνει ότι οι ειδικοί μελετούν πλέον τη Long Covid και υπό το πρίσμα της πολυσυστηματικής αυτοάνοσης διαταραχής.
Το βέβαιο για την ώρα είναι ότι το εύρος και η χρονική διάρκεια των συμπτωμάτων που έχει αναφερθεί από τους ασθενείς έχει εκπλήξει ακόμα και τους ίδιους τους επιστήμονες. Μία έρευνα που διεξήχθη μέσω διαδικτύου με τη συμμετοχή 3.762 εθελοντών από 56 χώρες, κατέδειξε το μέγεθος του προβλήματος: το 96% των συμμετεχόντων ανέφερε συμπτώματα πέραν των 90 ημερών από τη λοίμωξη, παρότι μόλις το 8,4% νοσηλεύτηκε. Μάλιστα, η ένταση των συμπτωμάτων κορυφώθηκε το δεύτερο μήνα μετά τη μόλυνση, ενώ το 85,9% ανέφερε υποτροπές των συμπτωμάτων, κυρίως μετά τη σωματική άσκηση ή τη διανοητική δραστηριότητα.
Οι μακροχρόνιες επιπτώσεις έχουν χωριστεί σε δύο διαφορετικές κατηγορίες. Σε αυτές που συνδέονται με το αναπνευστικό και σε όλες τις υπόλοιπες. Στην πρώτη κατηγορία εντάσσονται η δύσπνοια / αναπνευστική δυσχέρεια, ο βήχας και ο πόνος στο στήθος και στη δεύτερη μια πληθώρα αρνητικών παρενεργειών, με σημαντικότερες τα νεφρικά, ηπατικά και καρδιολογικά προβλήματα. Έχουν αναφερθεί περιπτώσεις νεφρικής και ηπατικής ανεπάρκειας, καθώς και έντονες καρδιολογικές διαταραχές που στην ήπια μορφή τους εκδηλώνονται ως μυοκαρδίτιδα ή περικαρδίτιδα και στην πιο βαριά ως έμφραγμα του μυοκαρδίου. Στις πλέον απευκταίες επιπτώσεις περιλαμβάνεται και η εμφάνιση ή απορρύθμιση σακχαρώδους διαβήτη, καθώς και οι επιληπτικές κρίσεις. Άλλα, πιο ελαφρά, συμπτώματα είναι τα εξής: πόνος σε μύες και αρθρώσεις, πονοκέφαλος (ημικρανία), αίσθημα κόπωσης, εγκεφαλική «ομίχλη», ανοσμία και παροσμία, αγευσία, πυρετική δραστηριότητα (δέκατα), ταχυπαλμία, εντερικά προβλήματα, προβλήματα όρασης, δερματικά εξανθήματα και τριχόπτωση.
Ορισμένοι ασθενείς έχουν αναφέρει επίσης ένα ή και περισσότερα από τα εξής: διαταραχές ύπνου, κατάθλιψη, άγχος, μετα-τραυματικό σύνδρομο, ψυχώσεις, αιφνίδιες αλλαγές στη διάθεση, αϋπνία και ψυχικές διαταραχές που συνδέονται με την παρατεταμένη αίσθηση ασθενείας.
Στην ίδια διαδικτυακή έρευνα των 3.762 εθελοντών αναφέρθηκαν συνολικά 205 διαφορετικά συμπτώματα (!), 66 εκ των οποίων εντοπίζονται ακόμη και επτά μήνες μετά. Τα τρία συμπτώματα που «επιμένουν» περισσότερο μετά τον έκτο μήνα είναι η κόπωση (77,7%), η κακουχία μετά από άσκηση (72,2%) και η γνωστική δυσλειτουργία (55,4%).
Οι περισσότεροι ασθενείς υποφέρουν από περισσότερα του ενός συμπτώματα. Περίπου το 44% των συμμετεχόντων σε ιταλική μελέτη αναφέρουν επιδείνωση στην ποιότητα ζωής τους, καθώς περισσότεροι από τους μισούς εμφάνιζαν τρία ή περισσότερα συμπτώματα.
Υπάρχει και ένα ιδιαίτερο σύμπτωμα που εμφανίζεται (προφανώς) αποκλειστικά στους άνδρες. Σύμφωνα με πρόσφατη που δημοσιεύτηκε στο «Andrology», όσοι ανάρρωσαν από Covid-19 έχουν έως και 5-6 φορές περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν στυτική δυσλειτουργία μέσα στους πρώτους μήνες από τη μόλυνσή τους. Οφείλεται στη δυσλειτουργία των ενδοθηλιακών κυττάρων που διαπιστωμένα προκαλεί η νόσος και στην παρουσία ιού στο πέος για μεγάλο διάστημα μετά την αρχική μόλυνση.
Τις σοβαρότερες μακροχρόνιες επιπτώσεις αντιμετωπίζουν ασθενείς που νοσηλεύτηκαν ή και διασωληνώθηκαν και απαιτούν αποκατάσταση και πολύμηνη παρακολούθηση. Στις βαρύτερες περιπτώσεις αναφέρονται καρδιακά, αναπνευστικά, νευρολογικά, αιματολογικά και νεφρικά προβλήματα, που δεν υπήρχαν πριν τη λοίμωξη.
Tο 58% όσων υποφέρουν από Long Covid είναι γυναίκες, ενώ μόλις το 68% είναι ηλικίας άνω των 45 ετών, στοιχείο που καταδεικνύει ότι η Long Covid δεν κάνει διακρίσεις. Ακόμα ένα είναι ότι οι μακροχρόνιες επιπλοκές αφορούν ακόμη και όσους πέρασαν τη νόσο ολιγοσυμπτωματικά ή ακόμη και ασυμπτωματικά.
Οι περισσότεροι αναφέρουν συμπτώματα από έναν έως τρεις μήνες μετά την αρχική διάγνωση, ενώ δεν είναι σπάνιες οι αναφορές για συμπτωματολογία έξι ή και περισσότερους μήνες μετά. Μία από τις πρώτες σε ασθενείς στην Κίνα κατέδειξε ότι το 76% των συμμετεχόντων, είχε τουλάχιστον ένα από τα αναφερόμενα συμπτώματα: κόπωση / μυϊκή αδυναμία (63%), δυσκολία στον ύπνο (26%), τριχόπτωση (22%), ανοσμία και αγευσία (11 και 9% αντίστοιχα) έως και έξι μήνες μετά την ανάρρωσή του.
Σε μία από τις αναλυτικότερες επισκοπήσεις σχετικών δεδομένων στις ΗΠΑ (με τη συμμετοχή 70.000 ασθενών), καταδεικνύεται ότι μετά τις πρώτες 30 ημέρες από τη λοίμωξη, τα άτομα που ανέρρωσαν από Covid-19 παρουσιάζουν υψηλότερο κίνδυνο θανάτου. Σημαντική είναι επίσης η αυξημένη χρήση φαρμάκων (οπιοειδών και μη οπιοειδή αναλγητικών, αντικαταθλιπτικών, αγχολυτικών, αντιυπερτασικών κ.ά.).
Από μία γερμανική μελέτη προκύπτει ότι το 78% εμφανίζει καρδιαγγειακά προβλήματα δύο έως τρεις μήνες μετά την ανάρρωση, ενώ βάσει των στοιχείων πολύ μεγαλύτερες είναι οι πιθανότητες θρομβωτικού επεισοδίου από τον covid-19 συγκριτικά με τα εμβόλια αδενοϊών για τα οποία έχει γίνει τόσος ντόρος. Συγκεκριμένα, στοιχειοθετείται ότι περίπου ένας στους 20 ασθενείς κινδυνεύει με θρόμβωση μετά την ανάρρωσή του! Το 2,5% των ασθενών που μελετήθηκαν στις ΗΠΑ υπέστησαν θρομβωτικό επεισόδιο κατά μέσο όρο 23 ημέρες μετά το εξιτήριο, ενώ το 3,7% εμφάνισε αιμορραγία έως και 30 ημέρες μετά την ανάρρωση.
Στο facebook και σε άλλες πλατφόρμες έχουν ιδρυθεί διεθνώς εκατοντάδες ομάδες υποστήριξης των ασθενών και των συγγενών, αποβλέποντας στην αναγνώριση και τη μελέτη των συνεπειών της μακρόχρονης νόσου, αλλά και την υποστήριξη των ασθενών. Ανάμεσά τους βρίσκουμε και την ελληνική ομάδα υποστήριξης «Long Covid Ελληνική ομάδα υποστήριξης».
Επιπλέον ιδρύονται διαρκώς κέντρα αποκατάστασης και διαχείρισης των ασθενών σε όλο τον κόσμο, ενώ και στην Ελλάδα λειτουργούν μονάδες και ιατρεία παρακολούθησης ασθενών ( «Σωτηρία», «Λαϊκό», «Γ.Ν. Παπαγεωργίου»). Βέβαια γιατροί και ειδικοί ερευνητές προσπαθούν ακόμα να κολυμπήσουν σε αχαρτογράφητα νερά, καθώς κάποια συμπτώματα, όπως η εγκεφαλική ομίχλη και το αίσθημα μόνιμης κόπωσης είναι δυσεξήγητα και άρα δύσκολα αντιμετωπίσιμα. Προφανώς δεν υπάρχει για την ώρα και τρόπος για την αποφυγή εκδήλωσης του συνδρόμου, οπότε αυτά που συστήνονται είναι τα μέτρα προστασίας και φυσικά ο εμβολιασμός για την αποφυγή σοβαρής μόλυνσης.
Οι πρώτες σχετικές έρευνες ότι μία έστω δόση του εμβολίου κατά της Covid-19, είναι αρκετή για να αμβλυνθούν ή ακόμη και να εξαφανιστούν τα συμπτώματα της χρόνιας Covid. Ακόμα και μετά από νόσηση, το 56,7% των συμμετεχόντων στην έρευνα της οργάνωσης Long COVID SOS παρουσίασε συνολική βελτίωση στα συνηθέστερα συμπτώματα της χρόνιας Covid μετά τον εμβολιασμό.
- Με πληροφορίες από το insidestory.gr