Μπορεί οι ισχυρισμοί της Κίνας για τη σύνδεση του νέου κορωνοϊού με την αγορά άγριων ζώων Χουανάν της Γουχάν να υιοθετήθηκαν από τον περισσότερο κόσμο, ποτέ όμως δεν έπεισαν απόλυτα την επιστημονική κοινότητα της δύσης.
Αυτό που επί πολλούς μήνες έμοιαζε με σενάριο συνομωσίας ήταν στην πραγματικότητα για αυτήν ένα πολύ πιθανό ενδεχόμενο από την αρχή της πανδημίας, το οποίο όμως ελλείψει ικανών στοιχείων δεν θα μπορούσε να στηριχτεί με έμφαση στο δημόσιο λόγο.
Στην περίπτωση του Τύπου όμως είναι αλλιώς. Από τον Ιανουάριο του 2020 η DailyMail είχε αμφισβητήσει εμμέσως – πλην σαφώς σε άρθρο της την εκδοχή της φυσικής προέλευσης του ιού – τη μόλυνση δηλαδή ανθρώπου από ζώο. «Η Κίνα δημιούργησε εργαστήριο για να μελετήσει τους ιούς SARS και Ebola στη Γουχάν. Αμερικανοί ειδικοί βιοασφάλειας προειδοποίησαν το 2017 ότι ένας ιός θα μπορούσε να «διαρρεύσει» από τις εγκαταστάσεις», έγραφε τότε η βρετανική εφημερίδα, ενώ λίγο καιρό αργότερα (06/02) ένας ερευνητής μοριακής βιομηχανικής στο Πανεπιστήμιο Τεχνολογίας της Νότιας Κίνας, ονόματι Μποτάο Ξιάο, έδωσε στη δημοσιότητα ένα κείμενο που υποστήριζε ότι «ο δολοφονικός κορωνοϊός πιθανώς να προέρχεται από ένα εργαστήριο στη Γουχάν».
Είχε μεσολαβήσει μία έρευνα από Κινέζους επιστήμονες για τους πρώτους 41 ασθενείς που νοσηλεύτηκαν στη Γουχάν, οι οποίοι είχαν επιβεβαιωμένα προσβληθεί από τον ιό. Σύμφωνα με το συμπέρασμα που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Lancet, τα 13 από τα 41 περιστατικά, μεταξύ των οποίων και το πρώτο καταγεγραμμένο κρούσμα, δεν είχαν καμία σύνδεση με την αγορά άγριων ζώων της Γουχάν, η οποία θεωρείται το σημείο «μηδέν» της πανδημίας, ως υπεύθυνη για τις στενές επαφές ανθρώπου με νυχτερίδα.
Όμοιας βαρύτητας θα μπορούσε να είναι και η αποκάλυψη του αρθρογράφου της Washington Post, Τζος Ρόγκιν, στις 14 Απριλίου του 2020. Σύμφωνα με δικό του αποκλειστικό ρεπορτάζ, αξιωματούχοι του Στέιτ Ντιπάρτμεντ επισκέφτηκαν το 2018 το Ερευνητικό Ινστιτούτο Ιολογίας της Γουχάν (WIV) και «έστειλαν δύο επίσημες προειδοποιήσεις στην Ουάσιγκτον για ανεπαρκή ασφάλεια στο εργαστήριο, το οποίο διεξήγαγε επικίνδυνες μελέτες για τους κορωνοϊούς από νυχτερίδες».
Όλο αυτό το διάστημα έως ότου έρθουν νέα στοιχεία στη δημοσιότητα, η Κίνα απέρριπτε σθεναρά οποιονδήποτε ισχυρισμό περί εργαστηριακού ατυχήματος, επιμένοντας στη μία και μοναδική επίσημη εκδοχή των φυσικών αιτιών. Και όχι μόνο αυτό. Στις 28 Μαρτίου η εκπομπή «60 Λεπτά» του CBS μετέδωσε μία αναφορά για τις υπάρχουσες ερωτήσεις σχετικά με την προέλευση του κορωνοϊού, στην οποία συμμετείχε μεταξύ άλλων ο πρώην αναπληρωτής σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ, Ματ Πότινγκερ. Επικαλούμενος πληροφορίες από αποχαρακτηρισμένο υλικό των υπηρεσιών πληροφοριών, τόνισε ότι υπήρξε απευθείας εντολή από το Πεκίνο να καταστραφούν όλα τα δείγματα του ιού και καμία προθυμία από τους Κινέζους να μοιραστούν τις γενετικές αλληλουχίες του.
Προς επίρρωση αυτών, στις 4 Μαρτίου του 2021 διακεκριμένοι επιστήμονες από όλο τον κόσμο συνυπέγραψαν ανοιχτή επιστολή προς τον Π.Ο.Υ., καλώντας σε νέα έρευνα για την προέλευση του ιού και χαρακτηρίζοντας την προηγούμενη έρευνα προβληματική. Το γράμμα παρουσίαζε με λεπτομέρειες τα χαρακτηριστικά στοιχεία μία «απόλυτης και χωρίς περιορισμούς» έρευνας.
Μόλις ένα μήνα αργότερα ο πρώην επιστημονικός συντάκτης των New York Times, Νίκολας Ουέιντ, υποστήριξε σθεναρά το σενάριο της εργαστηριακής διαρροής, παραθέτοντας τα στοιχεία στo Δελτίο των Ατομικών Επιστημόνων. Συγκεκριμένα, ανέδειξε κατά κύριο λόγο τη φουρίνη, ένα κυτταρικό ένζυμο-ξενιστή που αυξάνει τη μολυσματικότητα του ιού στα ανθρώπινα κύτταρα. Η ανάλυση του κατέληγε σε πλήρη ταύτιση με τον ισχυρισμό του ιολόγου Ντέιβιντ Μπάλτιμορ, πρώην προέδρου του Ινστιτούτου Τεχνολογίας της Καλιφόρνιας: «Όταν είδα για πρώτη φορά τη φουρίνη στην αλληλουχία του ιού, με τα κωδικόνια αργινίνης, είπα στη σύζυγο μου ότι ήταν το κλειδί για την εύρεση της προέλευσης του ιού. Αυτά τα χαρακτηριστικά εγείρουν μία ισχυρή ένσταση στην ιδέα ότι ο SARS2 έχει φυσική προέλευση.
Και φτάνουμε στον περασμένο Μάιο, οπότε μια νέα επιστολή στο επιστημονικό περιοδικό Science, με την υπογραφή 18 διακεκριμένων επιστημόνων, αξιώνει ως επιτακτική ανάγκη μία νέα έρευνα, προκειμένου τα στοιχεία και τα διδάγματα να χρησιμοποιηθούν στο μέλλον, προς αποφυγή μιας νέας ενδεχόμενης πανδημίας. Στην επιστολή αναφέρεται ότι επιβάλλεται η διερεύνηση, καθότι παραμένει βιώσιμη τόσο η θεωρία περί «φυσικής μόλυνσης» όσο και αυτή «περί ατυχούς διαρροής από εργαστήριο»
Κατά τα φαινόμενα ούτε το ένα, ούτε το άλλο πρόκειται ποτέ να επιβεβαιωθεί και η πηγή της μεγάλης πανδημίας του 21ου αιώνα θα αποκτήσει μυθολογική υπόσταση ως ένα ακόμη από τα μεγάλα μυστήρια που συνοδεύονται από λογής θεωρίες συνωμοσίας.