Για μια once-in-a-century προσωπικότητα όπως ο Μίκης Θεοδωράκης το ασύλληπτο σε βάθος και επίδραση συνθετικό έργο είναι απλώς η εξέχουσα από μια σειρά ιδιοτήτων με τις οποίες πέρασε στην αθανασία.
Ασφαλώς θα επισκίασε οτιδήποτε άλλο αν ο τελευταίος των μεγάλων Ελλήνων δεν ήταν ένας «ματωμένος» αγωνιστής – σύμβολο του αντιδιδακτορικού αγώνα και ένας στοχαστής με πλούσιο λογοτεχνικό έργο, που αποτιμάται στη συγγραφή 19 βιβλίων και σε ένα άλλο «πεδίο δράσης» που οι περισσότεροι αγνοούν.
Περίπου το 1/10 των στίχων που έχει μελοποιήσει ο Θεοδωράκης είναι δικοί του, για την ακρίβεια είναι ο στιχουργός στα 78 από τα 712 τραγούδια που έχει υπογράψει μουσικά.
Και ένα εξ αυτών στα οποία έχει γράψει ο ίδιος (και) τους στίχους είναι από τα πιο εμβληματικά του ρεπερτορίου του. Πρόκειται για το βιωματικό «Σφαγείο», ένα από τα πιο σημαντικά έργα του αγώνα ενάντια στη Χούντα, που αναφέρεται στα βασανιστήρια που υποβάλλονταν ο μουσικοσυνθέτης, αλλά κυρίως ο συγκρατούμενός του Ανδρέας από τους χουντικούς στο κτήριο της Ασφάλειας.
«Χτυπούν το βράδυ στην ταράτσα τον Ανδρέα / μετρώ τους χτύπους το αίμα μετρώ / πίσω απ’ τον τοίχο πάλι θα ’μαστε παρέα / τακ τακ εσύ τακ τακ εγώ», τραγουδούσε ο ίδιος ο Μίκης στην πρώτη εκτέλεση του «Σφαγείου» σε συναυλιακό χώρο το 1974.
Ποιος είναι όμως ο Ανδρέας, που ενέπνευσε τον Μίκη να γράψει ένα ξεχωριστό έργο για αυτόν αποτελούμενο από πέντε τραγούδια υπό τον τα΄τλο «Τα τραγούδια του Ανδρέα»;
Το ανατριχιαστικό τραγούδι, ήταν ένας φόρος τιμής στον φίλο, συναγωνιστή και συγκρατούμενο του Μίκη στο «κολαστήριο» της Μπουμπουλίνας, το ιστορικό στέλεχος της Αριστεράς με έντονη αντιδικτατορική δράση, Ανδρέα Λεντάκη.
Στο αυτοβιογραφικό του έργο «Το Χρέος», ο Θεοδωράκης περιέγραφε:
«Πλάι στο αποχωρητήριο, το πρώτο μου κελί. Ο ιούδας ανοιχτός. Βάζω βιαστικά το μάτι. Ο Αντρέας! Υποχωρώ. Ένα μάτι με παρατηρεί. Μετά μεγαλώνει. Μπαίνω στο «μέρος».
Χτυπώ τον τοίχο συνθηματικά. Ξαναβγαίνω. Μια γρήγορη ματιά. Ο Αντρέας καθισμένος κατάχαμα, χορεύει! Μεσ’ στο κελί ετοιμάζω το Μορς των φυλακών. ΑΒΓΔ-ΕΖΗΘ-ΙΚΛΜ κ.λ.π. Χτυπάς πρώτα τη σειρά της ομάδας και στη συνέχεια τη σειρά του γράμματος μέσα στην ομάδα».
Και συνεχίζει:
«Το απόγιομα πετώ το χαρτάκι από την τρύπα του ιούδα. Μετά ξαπλώνω πλάι στον τοίχο κι αρχίζουμε το κουβεντολόι. Ο Αντρέας μου διηγήθηκε τη δράση του και τη σύλληψή του. Τις ανακρίσεις και το μαρτύριό του πάνω στην ταράτσα. «Με χτυπούσαν με μικρούς σάκκους γιομάτους με άμμο στο κεφάλι, γιατί γνώριζαν πως είχα μετατραυματική επιληψία…».
Το βράδυ χτυπούν στην ταράτσα. Ο Αντρέας με ειδοποιεί πως πρόκειται για κάποιον Λαμπράκη. Ουρλιαχτά. Η καρδιά μου πάει να σπάσει. Πότε επιτέλους θα γλιτώσω απ’ το ανθρώπινο σφαγείο; Τότε σαν αστραπή χτύπησε τη σκέψη μου η ιδέα της απεργίας πείνας».
Θεοδωράκης και Λεντάκης γνωρίστηκαν το 1963, λίγες μέρες μετά τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη, όταν η ΕΔΑ τον πρότεινε για τη θέση του μέλους της ηγετικής ομάδας της Δημοκρατικής Νεολαίας Λαμπράκη, στην οποία ο ήδη διάσημος συνθέτης ήταν πρόεδρος. «Από τότε και έως το 1967 ήμασταν αχώριστοι και μπορώ να πω ότι με κανέναν άλλον δεν ταίριαζαν τόσο πολύ οι ιδέες μας, τόσο για την τρέχουσα πολιτική όσο και για το όραμα της μελλοντικής Ελλάδας», έχει πει ο Θεοδωράκης σε εκδήλωση – αφιέρωμα στον Ανδρέα Λεντάκη στην Κάρπαθο τον Αύγουστο του 2010.
Και πρόσθετε τότε:
«Μετά τη Χούντα ο Ανδρέας υπήρξε ιδρυτικό μέλος του Πατριωτικού Αντιστασιακού Μετώπου, με αποτέλεσμα να βρεθούμε σε γειτονικά κελιά στο τέταρτο πάτωμα της Γενικής Ασφάλειας στην οδό Μπουμπουλίνας κάτω από την φοβερή ταράτσα, όπου τον βασάνισαν. Από εκείνη την περίοδο προέκυψε και το τακ-τακ του τραγουδιού «Το σφαγείο», που μαζί με άλλα τρία δημιούργησαν τον κύκλο τραγουδιών «Τα τραγούδια του Ανδρέα», ένα ελάχιστο δείγμα της αγάπης και του θαυμασμού μου στο πρόσωπό του. Μετά από λίγο καιρό, τα 1969-70 βρεθήκαμε δεσμώτες στο στρατόπεδο Ωρωπού.
Στην Μεταπολίτευση, στα 1976, ιδρύσαμε μαζί το Κίνημα Πολιτισμού και Ειρήνης και αργότερα συμμετείχαμε στην ίδρυση της Νέας ΕΔΑ μαζί με τον Ηλία Ηλιού και τον Μανώλη Γλέζο. Μετά και μέσα στην δίνη των γεγονότων οι δρόμοι μας χώρισαν, πράγμα που το θεωρούσα και το θεωρώ ως ένα από τα πιο βαρειά πλήγματα στη ζωή μου. Η βασική ιδέα που μας ένωνε ήταν οι απόψεις μας για τη συγκρότηση, τη λειτουργία και το ρόλο του Μαζικού Κινήματος, που το θεωρούσαμε ως τον μοναδικό μοχλό στα χέρια του Λαού για να κατορθώσει να διαφεντεύει τη Μοίρα του και να γράψει Ιστορία. Ομολογώ ότι έναν τέτοιο σύντροφο με τέτοιες ταυτόσημες ιδέες δεν ξαναβρήκα ως τώρα και καταριέμαι την ώρα και τη στιγμή που διάλεξε ο Χάρος να μας τον πάρει στον ανθό της ηλικίας του…».
O Λεντάκης, απόφοιτος της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, ανέπτυξε πλούσια δράση στα πλαίσια του φοιτητικού κινήματος κι έτσι ήταν από τους πρώτους «φακελωμένους» όταν οι Συνταγματάρχες «έκλεψαν» τις τύχες της χώρας. Υπέστη φριχτά βασανιστήρια κατά τη διάρκεια της Χούντας, ενώ κατά τη μεταπολίτευση έγινε ιδρυτικό στέλεχος και αργότερα βουλευτής του Συνασπισμού, ενώ υπηρέτησε και ως δήμαρχος Υμηττού.
Το 1993 προσχώρησε στην Πολιτική Άνοιξη του Αντώνη Σαμαρά και εκλέχθηκε εκ νέου βουλευτής.
Το 1997 έφυγε από τη ζωή μετά από καρδιακή προσβολή σε ηλικία μόλις 62 ετών. Άφησε πίσω του πλούσιο συγγραφικό έργο, το οποίο αριθμεί περισσότερα από 30 βιβλία, (ιστορικά, αρχαιολογικά, λογοτεχνικά, εθνολογικά). Δημοσίευσε πάνω από 450 λήμματα στη Μεγάλη Σοβιετική Εγκυκλοπαίδεια και στην Εγκυκλοπαίδεια «Υδρία», ενώ διακρίθηκε και για την αρθρογραφία του σε πολιτικά περιοδικά και εφημερίδες.