Πείτε μας περίεργους, πείτε μας γκρινιάρηδες, πείτε μας υποχόνδριους. Το καλοκαίρι μπορούμε να δεχτούμε τα πάντα. Από τις εσπαντρίγιες και τους ρακέτα-ρακέτα, μέχρι την Μπήλιω Τσουκαλά και το «Έχει γούστο». Κουβέντα δεν θα πούμε.
Υπάρχει μια λέξη όμως, που ποτέ κανείς άντρας δεν αντέχει να ακούει (ειδικά) το καλοκαίρι. Μια λέξη που μπορεί να μας ανεβάσει την πίεση στο 32 (τη μικρή). Ποια είναι αυτή η καταραμένη λέξη; Η λέξη «κουνούπια». Και υπάρχει εξήγηση…
Το μίσος μας γι’ αυτά τα σιχαμένα ασχημομούρικα δίπτερα έντομα, που αποτελούν την ντροπή του κλάδου τους, μας ενώνει όλους.
Αν πεις ότι θες να εξολοθρεύσεις με ναπάλμ τις κατσαρίδες, όλο και κάποιος περίεργος θα πεταχτεί να πει «όχι, όχι γιατί το γάλα τους είναι η υπερτροφή του μέλλοντος».
Αν πεις ότι θες να εξολοθρεύσεις τα κουνούπια και να κάνεις τραμπολίνο πάνω τους μέχρι να φτύσουν και την τελευταία γουλιά αίματος που σου έχουν ρουφήξει, όχι μόνο θα σου φιλήσουν όλοι τις πατούσες σου, αλλά και θα σε προτείνουν για το Νόμπελ Ειρήνης (Παπαδοπούλου).
Καταρχήν η ύπαρξη τους αποδεικνύει ότι η κιβωτός του Νώε ήταν το μεγαλύτερο παπατζιλίκι, όλων των εποχών. Είσαι Νώε, αραχτός στην κιβωτό και έχεις την ευκαιρία, να γίνεις πιο αγαπητός και απ’ τον Πάτρικ Ογκουνσότο, ξεχνώντας (και καλά) να βάλεις μέσα τους ιπτάμενους βρικόλακες. Ή στη χειρότερη να τους πεις ότι γέμισε η κιβωτός και αν θέλουν να ταξιδέψουν με το Blue Star Ιθάκη (στο πεντάλεπτο απ’ το κρύο θα ‘χουν γίνει frozen yogurt).
Και την κλωτσάς έτσι ελαφρά τη καρδία για να σώσεις ποιους; Τους δίπτερους δοσίλογους της οικογένειας Culicidae Και δεν μιλάμε για κάτι τίμια κουνουπάκια που σε τσιμπάνε και νιώθεις λιγότερα απ’ ότι η Σάε όταν συνευρέθη με τον Τύριον Λάνιστερ, αλλά για κάτι drones που όταν σε μουντάρουν, το μάγουλό σου γίνεται απ’ το πρήξιμο σαν της Ντονασέλα Βερσάτσε…
Άσε που αν το καλοσκεφτείς μιλάμε για τα μεγαλύτερα τεμπελόσκυλα που έχουν γεννηθεί ποτέ. Κουνούπια ρε φίλε. Όλη μέρα αραλίκι και το βράδυ βγαίνουν δυο ώρες αιματότσαρκα για να δικαιολογήσουν το μισθό τους. Πιο ΠΑΣΟΚ πεθαίνεις.
Είναι και το άλλο. Δεν φτάνει που έρχονται και μας πίνουν το μεδούλι όπως ο Ρόμπερτ Πάτινσον στο Twilight, αλλά προκαλούν και από πάνω (φίλαθλοι, μην απαντάτε στις προκλήσεις του καραγκιόζη). Αντί να έρχονται σεμνά και αθόρυβα πατώντας στις μύτες των φτερών, αυτά βάζουν την σειρήνα και την ώρα που ακούς το μακρόσυρτο «ιιιιιιι» νομίζεις ότι βγήκε παγανιά η Ζουμπουλία του «Παρά Πέντε».
Για να μην θυμηθούμε και τα μεταλλαγμένα του καλοκαιριού. Αυτά, επειδή απ’ το βάρος δεν μπορούν να πετάξουν, έρχονται με τα πόδια, βάζουν τη μάνικα να σου ρουφήξουν το αίμα και περιμένουν να τους χτυπήσεις και την πλάτη για να ρευτούν πριν πάνε για ύπνο. Και έχεις και τον Σπύρο Σούλη να σου λέει μετά ότι υπάρχουν αποτελεσματικοί τρόπο για να μη σε πλησιάζουν τα κουνούπια, όπως το δεντρολίβανο και το να φας περισσότερο σκόρδο.
Το γεγονός βέβαια ότι αν το κάνεις αυτό εκτός απ’ τα κουνούπια δεν θα σε πλησιάζει και άνθρωπος στα 13 χιλιόμετρα, είναι μια μικρή παράπλευρη απώλεια που δεν ακυρώνει την επιτυχία της μεθόδου.