Η χώρα που δοκιμάστηκε πιο σκληρά από τον κορωνοϊό κατά τη διάρκεια του δεύτερου κύματος της πανδημίας ήταν η Πορτογαλία, που τον περασμένο Ιανουάριο είχε τεθεί σε κατάσταση απελπισίας, με τις ανάγκες να έχουν υπερβεί κατά πολύ τις δυνατότητες του εθνικού συστήματος υγείας.
Μία από τις χώρες μάλιστα στις οποίες είχε απευθυνθεί τότε για βοήθεια ήταν η Αυστρία, η οποία σήμερα βρίσκεται σε πολύ χειρότερη μοίρα από την ίδια.
Η έκταση της υγειονομικής κρίσης τον Ιανουάριο αποτέλεσε ένα «σοκ» για τους Πορτογάλους – σε καμία άλλη δυτική χώρα (μετά το αρχικό, σαρωτικό κύμα βεβαίως) δεν πήρε η πανδημία τόσο εκρηκτικές διαστάσεις σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα. Μόνο σε εκείνο το μήνα ο αριθμός των θανάτων από covid-19 ανήλθε σε 5.576, αντιπροσωπεύοντας το 44,7% του συνολικού (έως τότε) αριθμού απωλειών από την αρχή της πανδημίας (12.482)!
Ο αριθμός νέων κρουσμάτων 24ωρου ήταν σε πολλές περιπτώσεις πενταψήφιος, ξεπερνώντας τρεις φορές ακόμα και το όριο των 15.000, ενώ ο αντίστοιχος των θανάτων υπερέβαινε σερί για ένα δεκαήμερο τους 250, κάνοντας peak στους 303 την 28η και 31η του μηνός. Ήταν σε εκείνο το διάστημα πρώτη στον κόσμο σε εβδομαδιαία αναφορά νέων μολύνσεων ανά 100.000 πληθυσμού.
Δέκα μήνες μετά η Πορτογαλία των 10 εκατ. κατοίκων έχει ανατρέψει πλήρως την κατάσταση και πρωτεύει πια στην αντίπερα όχθη της λίστας, αυτή με τα λιγότερα κρούσματα και τους λιγότερους θανάτους 24ωρου. Εδώ και ένα μήνα ο αριθμός θανάτων έφτασε μόνο μια φορά σε διψήφιο νούμερο, ενώ οι νέες μολύνσεις έχουν ξεπεράσει μόνο μία ημέρα τις 1500 και συχνά είναι κάτω των 1000.
Αν αναρωτιέστε γιατί συμβαίνει αυτό, προφανώς φαντάζεστε και ποια είναι η απάντηση. Η ιβηρική χώρα είναι μέσα στο top-4 σε εμβολιαστική κάλυψη σε παγκόσμιο επίπεδο. Την ξεπερνούν μόνο τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (88,7% οι πλήρως εμβολιασμένοι / 98,8% τουλάχιστον μία δόση!), η Σιγκαπούρη (85% και 86% αντίστοιχα) και η Δανία, που έχει εμβολιάσει το 86% του πληθυσμού άνω των 12 ετών. Στην Πορτογαλία το 83% του πληθυσμού είναι πλήρως εμβολιασμένο και το 86% έχει λάβει τουλάχιστον μία δόση. Παρότι το Ισραήλ και το Ηνωμένο Βασίλειο προπορεύτηκαν σημαντικά κατά την έναρξη των εμβολιασμών, σήμερα βλέπουν με τα… κιάλια την Πορτογαλία, καθώς το ποσοστό των πλήρως εμβολιασμένων σε αυτές τις δύο χώρες ανέρχεται αντίστοιχα σε 61% και 66%.
Το θεαματικό ντεμαράζ στην εκστρατεία εμβολιασμού αντανακλά στη μαζική συστράτευση και συσπείρωση της κοινωνίας, την οποία ανέλαβε να φέρει εις πέρας ένας… στρατιωτικός. Ο αντιναύαρχος Ενρίκε ντι Γκουβέια ε Μέλο, πρώην διοικητής των υποβρυχίων, είναι ο ιθύνων νους πίσω από το υγειονομικό «θαύμα» της Πορτογαλίας, καταφέρνοντας να επαναφέρει στη χώρα του την πολυπόθητη κανονικότητα.
Στα 60 του, έχοντας περάσει από τα πιο νευραλγικά πόστα στο Ναυτικό, ο «ήσυχος ήρωας», όπως αποκαλείται πια από τα Μ.Μ.Ε. της χώρας, επιστράτευσε τις ηγετικές του ικανότητες, το ταλέντο του στην επικοινωνία αλλά και τις οργανωτικές του δεξιότητες για να καταστρώσει τη δύσκολη μάχη ενάντια στον ύπουλο εχθρό.
Οι ειδικοί της υγείας αποδίδουν την επιτυχία της Πορτογαλίας στη δημιουργική συνεργασία μεταξύ ιατρικού προσωπικού, στρατού και τοπικών αξιωματούχων. Και επισημαίνουν ως συστατικό της και τη συλλογική μνήμη για το πόσο καλά απέδωσε στην αντιμετώπιση της ιλαράς, της πολιομυελίτιδας και άλλων θανάσιμων ασθενειών ο εμβολιασμός. Το πρώτο εθνικό εμβολιαστικό πρόγραμμα της Πορτογαλίας, το 1965, ήταν εξαιρετικά επιτυχημένο και αυτό συνέβαλε ώστε το αντιεμβολιαστικό μπλοκ να είναι σαφώς πιο ασθενές απ’ ότι σε άλλες χώρες. Ο Γκουβέια ε Μέλο όμως κατάφερε να πείσει και πάρα πολλούς σκεπτικιστές με το επικοινωνιακό χάρισμά του και τον απλό, πειθήνιο λόγο του.
Έστειλε εύγλωττα το μήνυμα στους πολίτες ότι επρόκειτο για πόλεμο με τον κορωνοϊό, στον οποίο η κοινωνία πρέπει να αγωνιστεί ενωμένη, «όχι ο καθένας ξεχωριστά». Οι Πορτογάλοι είδαν πολλές φορές τον αντιναύαρχο στα μέσα μαζικής ενημέρωσης πάντοτε με τη στρατιωτική περιβολή της μάχης. «Η μάχη μαίνεται, θα βγάλω τη στολή όταν θα την έχουμε κερδίσει», απαντούσε στα σχετικά ερωτήματα ο 60χρονος στρατιωτικός, ο οποίος σε πρόσφατη συνέντευξη του στην «Καθημερινή» ανέλυσε το σχέδιο του. «Ο κόσμος είχε στην αρχή αναστολές. Μιλούσα πολύ συχνά στα ΜΜΕ, εξηγούσα μέρα με τη μέρα πού βρισκόμαστε, πόσο απέχουμε από τον στόχο μας, όπως παλαιότερα έκανα με το στράτευμα. Όπως οι στρατιώτες ήθελαν να συνεισφέρουν στη νίκη, έτσι και οι πολίτες σταδιακά οικειοποιήθηκαν το σκοπό και έδωσαν τον καλύτερο εαυτό τους».
Η συνταγή της επιτυχίας του είναι ότι εκφράζεται πάντα με τρόπο απλό, ευθύ και ειλικρινή. Όταν κάποιος του έλεγε ότι ο εμβολιασμός είναι επικίνδυνος, εκείνος αποκρινόταν με την… αφοπλιστική λογική των πιθανοτήτων. «Είτε θα εμβολιαστείς μέσω της νόσησης, καθώς είμαστε σε πανδημία και είναι ζήτημα χρόνου, είτε από ένα εμβόλιο. Τι νομίζεις ότι είναι πιο επικίνδυνο; Από τον ιό, που είναι απόλυτα επικίνδυνος και δεν μπορείς να υπολογίσεις τις επιπτώσεις; Ή από το εμβόλιο, που είναι ασφαλές και ελεγμένο; Τι θα επιλέξεις; Δεν μπορείς να περιμένεις, γιατί δίνεις στον ιό χώρο να εδραιωθεί».
Στην εκστρατεία πειθούς ενέταξε φυσικά και στατιστικά δεδομένα, ειδικά για να κατευνάσει την ανησυχία σχετικά με το εμβόλιο της AstraΖeneca, το οποίο χορηγήθηκε σε ανθρώπους άνω των 60. «Αν είσαι πάνω από τα 60, το εμβόλιο μπορεί να σκοτώσει –στο χειρότερο σενάριο– μόνο έναν στο μισό εκατομμύριο, ενώ ο ιός έναν στους 500. Εσύ σε ποια ομάδα θέλεις να ανήκεις;»
Ο Γκουβέια ε Μέλο τέθηκε επικεφαλής της task force εμβολιασμού τον Ιανουάριο και κατάφερε να εμπνεύσει εμπιστοσύνη σε ένα πρόγραμμα που είχε ξεκινήσει δύο μήνες μέσα σε κλίμα δυσπιστίας, με κατηγορίες ότι κάποιοι καταστρατηγούσαν τη σειρά για να εμβολιαστούν πρώτοι, γεγονός που ανάγκασε τον προηγούμενο επικεφαλής να παραιτηθεί.
Μαζί του ο αντιναύαρχος έφερε μια ομάδα περίπου 30 στρατιωτικών, μαθηματικών και γιατρών για να συνεργαστούν με αξιωματούχους του υπουργείου Υγείας για τον συντονισμό ενός δικτύου περίπου 300 κέντρων εμβολιασμού, πολλά από τα οποία εδράζονται σε δημοτικά αθλητικά γήπεδα. Το σύστημα, το οποίο διαχειρίζονταν περίπου 5.000 γιατροί, νοσηλευτές και εθελοντές, χορηγούσε στο αποκορύφωμά του περίπου 154.000 δόσεις την ημέρα.
«Αρχικά εξασφάλισα ότι θα ήταν επιχειρησιακά εφικτό να εμβολιάζουμε με τον ίδιο ρυθμό σε όλη τη χώρα».
Ημερησίως πραγματοποιούνταν από 100.000 έως 150.000 εμβολιασμοί. Τα κέντρα ήταν παντού τα ίδια, με κοινές προδιαγραφές, θύμιζαν εργοστάσια εμβολιασμού. Την οργάνωση και το lay out ήλεγχαν «με στρατιωτικό τρόπο στρατιωτικοί», λέει ο ίδιος. Στη διαδικασία έκανε «συμμάχους» γιατρούς, νοσηλευτές, φαρμακοποιούς, δημάρχους, ακόμα και συλλόγους ασθενών. «Έγιναν όλοι κοινωνοί της εθνικής προσπάθειας κι έτσι μειώθηκαν οι αντιδράσεις αυξήθηκαν τα “αντισώματα” του συστήματος».
Δεν ήταν λίγες οι φορές που ο αντιναύαρχος επισκεπτόταν διά ζώσης τα εμβολιαστικά κέντρα και συνομιλούσε επί μακρόν με τους νοσηλευτές. «Ήθελα να με θεωρούν ως κάποιον που στέκεται πλάι τους, όχι κάποιον τεχνοκράτη, απομακρυσμένο στο γραφείο του, που σχεδιάζει χωρίς να γνωρίζει την πραγματικότητα στο πεδίο». Αυτό συνέβαλε στην καλλιέργεια ιδανικού κλίματος στην ομάδα των επαγγελματιών της πρώτης γραμμής.
Ο αντιναύαρχος τόνισε επιπλέον στην «Κ» ότι δεν χρειάστηκε να προσφερθούν ανταλλάγματα σε κανέναν για να προσέλθει στα εμβολιαστικά κέντρα. «Τους παρείχαμε μόνο την αίσθηση του ανήκειν σε μια ομάδα που αγωνίζεται. Απευθυνόμουν στον καθένα σαν να ήταν ένας στρατιώτης τον οποίο καλούσα να πολεμήσει μαζί μας, τον προέτρεπα να κάνει το καθήκον του, να μην είναι δειλός».
Η Πορτογαλία, που πλήρωσε βαρύτατο τίμημα στη μάχη με την covid-19, δρέπει σήμερα τους καρπούς ενός υποδειγματικού σχεδιασμού, μέσω του οποίου η αντιμετώπιση της πανδημίας εξομοιώθηκε με «πόλεμο» και επιλέχθηκε ο σωστός άνθρωπος στη σωστή θέση για να ηγηθεί σε αυτόν. Ο οποίος πόλεμος «δεν έχει τελειώσει ακόμα», σύμφωνα με τον ηγέτη. «Τώρα πρέπει να εστιάσουμε στην αντιμετώπιση της γρίπης και να καταλήξουμε εάν θα χρειαστεί τρίτη δόση για την Covid-19», λέει ο Γκουβέια ε Μέλο, με την αποφασιστικότητα εκείνου που θέλει να βρίσκεται ένα βήμα μπροστά από τις εξελίξεις.