Ας ξεκινήσουμε κάνοντας ένα rewind. Ένα ταξίδι στο χρόνο. Ας θυμηθούν όσοι (τυχεροί) το έζησαν, ας φανταστούν με τα μάτια της ψυχής οι μικρότεροι σε ηλικία.
Ήταν κάτι σαν ιεροτελεστία. Η μέρα που ήξερες πως κυκλοφορεί το περιοδικό (σου). Η μέρα που θα μάθαινες τη συνέχεια της ιστορίας που είχε μείνει στη μέση, σε έκαιγε η αγωνία περιμένοντας – δεν ήταν όλα τα «καρεδάκια» αυτοτελή stories. Ήταν η μέρα που θα ζητούσες από τους γονείς σου χαρτζιλίκι. Ήταν η μέρα που κυκλοφορούσε το «Γκολ», αν έπαιρνες μαζί και καμία σοκολάτα άγγιζες την απόλυτη ευτυχία…
Οι μύστες, ξέρουν. Καταλαβαίνουν απόλυτα καθώς θυμούνται πολύ καλά πως αυτή η σειρά κόμικ γεμάτη «Εικονογραφημένες ποδοσφαιρικές περιπέτειες», όπως μας ενημέρωνε ο υπότιτλος, ήταν ξεχωριστή. Δεν είχε το κοινό του «Μπλεκ», το διάβαζαν αισθητά λιγότεροι από το «Αγόρι». Αλλά είχε φανατικούς αναγνώστες, κολλημένους με την μπάλα. Ένα έντυπο με συγκεκριμένη στόχευση και απεύθυνση. Όσοι το αγόραζαν πρόσεχαν με ευλάβεια τα τεύχη, τα στοίβαζαν σε σειρές, τα διάβαζαν και τα ξαναδιάβαζαν. Δεν υπήρχε τότε internet και πληθώρα προσφερόμενων προϊόντων, τα πράγματα είχαν άλλη αξία.
Το «Γκολ» εκδόθηκε σε δύο περιόδους. Η πρώτη ήταν το διάστημα 1971-75 και θεωρείται σταθμός στην ιστορία των εντύπων της χώρας. Με ιστορίες όπως ο «Κανονιέρης Γκρεγκ» γίνεται ανάρπαστο και αποκτά ορκισμένους οπαδούς. Ξεκίνησε με τιμή πώλησης 3 δραχμές και έφτασε ως τις 5. Εκδότης ήταν ο Νίκος Δεληγιώργης που εξασφάλισε από την «Ελλάς Πρες» του Γιώργου Σγούρα (που διέθετε δικαιώματα εικονογραφημένων) βρετανικές ποδοσφαιρικές σειρές για να δημιουργήσει το περιοδικό. Κύρια πηγή έμπνευσης ήταν το βρετανικό περιοδικό Scorcher, ακόμα και το λογότυπο ήταν αρκετά παρόμοιο. Εκτός από ποδοσφαιρικά κόμικς, περιείχε και κάποια διηγήματα. Το περιοδικό πλησίασε τα 200 τεύχη έως τις αρχές του 1975, όταν και σταμάτησε την κυκλοφορία του.
Επανεκδόθηκε δώδεκα χρόνια αργότερα (1987), πάλι από τον Νίκο Δεληγιώργη, σε συνεργασία αυτή τη φορά με τον δημοσιογράφο Κώστα Μπαζαίο. Η μεγαλύτερη διαφορά είναι πως τώρα υπήρχαν και σελίδες ειδησεογραφίας, όπως και ξεχωριστή στήλη για το subbuteo. Βέβαια η βάση ήταν η ίδια πετυχημένη και τόσο ελκυστική συνταγή, με παλιές αλλά και νέες εικονογραφημένες ιστορίες. Και υπήρχε ένα «φρέσκο» κοινό που διψούσε για κάτι που στα μάτια του ήταν κάτι το διαφορετικό – μιλάμε για μια γενιά μετά, σχεδόν. Η λίστα είναι μεγάλη: «Ο γρουσούζης», «Η ιστορία ενός άσσου», «Εντάξει Τζο», «Ο θρύλος», «Τουϊστι», «Κιντ Κοξ», «Το μυστικό του Σάϊμον», «11 φυλακισμένοι», «Νίππερ», «Η βολίδα του Ρόι», «Ο σκληρός άντρας», «Θα πάει μπροστά», «Ο τερματοφύλακας», «Ντάρελς Πάλας». Και στην πορεία, «Τα μαγικά παπούτσια του Μπίλυ», «Ο ξοφλημένος», «Ο στρατηγός», «Δυο απίθανοι γκολτζήδες», «Ο μάγος της μπάλας», «Ο σιδερένιος άνθρωπος», «Η κούρσα των μεγάλων», «Η ενδεκάδα του ζόρικου», «Οι λύκοι του Γουέην», «Ο γιος του Ρόϋ», «Οι τρομεροί δίδυμοι», «Οι μαθητευόμενοι», «Η μεγάλη παρτίδα». Οι ιστορίες ήταν πολλές και άκρως θελκτικές για τα παιδιά της εποχής, που μάθαιναν μπάλα και με αυτόν τον τρόπο.
Κάποια στιγμή το λογότυπο του «Γκολ» υπέστη γενναίο λίφτινγκ, ενώ ενδιαφέρον παρουσιάζει και η πορεία της τιμής πώλησης. Είχε ξεκινήσει με 60 δραχμές και μετά από διαδοχικές αυξήσεις έκλεισε στις 150 (!) τρία χρόνια μετά. Κάλπαζε ο πληθωρισμός εκείνα τα χρόνια. Παράλληλα, άρχισε να παρατηρείται μια ανακύκλωση στις ιστορίες. Ήταν σημάδι. Η αντίστροφη μέτρηση είχε ξεκινήσει. Το τελευταίο τεύχος εκδόθηκε στις 6 Ιουλίου του 1990 και ήταν ένα 32σέλιδο μεγάλης διάστασης (29Χ21 εκ.), όπως δηλαδή είχε πρωτοκυκλοφορήσει, πριν από 19 ολόκληρα χρόνια.
Τα παιδιά που πήγαν την επόμενη εβδομάδα στο περίπτερο αδίκως έψαχναν το αγαπημένο τους περιοδικό. Ξαναπήγαν, μάταια. Ρωτούσαν δεξιά αριστερά, η απάντηση πάντα ίδια από τον εκάστοτε πωλητή, σαν κασέτα που παίζει ένα βαθιά λυπημένο τραγούδι: «Δεν μας το φέρνουν πια». Και πώς να ερχόταν; Η κυκλοφορία είχε σταματήσει. Απότομα. Οριστικά. Και αμετάκλητα. Ο κύκλος είχε ολοκληρωθεί, ο έντυπος Τύπος έμπαινε σε νέα φάση και εποχή, η πρωτοκαθεδρία και το ενδιαφέρον θα πήγαινε αλλού.
Ο Νίκος Δεληγιώργης πέθανε το καλοκαίρι του 2022. Σε ηλικία 85 ετών. «Καλό Ταξίδι πατέρα. Παρακαταθήκη για όλο τον κόσμο τα περιοδικά σου ΜΑΝΙΝΑ, ΑΓΟΡΙ, ΒΑΒΟΥΡΑ, ΠΑΤΤΥ, ΤΡΟΥΕΝΟ, ΓΚΟΛ. Για εμάς η φροντίδα σου, η αγάπη σου και το ανεπανάληπτο σου χιούμορ. Θα τα λέτε με τους φίλους σου εκεί ψηλά και θα μας πειράζετε», έγραψε στα social media ο γιος του, Αλέξανδρος. Αν έπρεπε πάντως να διαλέξει ένα από όλα αυτά τα εκλεκτά περιοδικά θα ήταν το «Γκολ». Αυτό ήταν το αγαπημένο του πατέρα του. Και πόσων άλλων ακόμα, στα 70s, στα 80s με ολίγη από 90s. Δύο γενιές, φανατικό κοινό…