Οι τύποι που συναντάς σε μία πτήση

Ταυτότητα; Τσεκ. Διαβατήριο; Τσεκ. Boarding Pass; Τσεκ. Οk, τα έχεις όλα. Ώρα, λοιπόν, να γνωρίσεις τους συνεπιβάτες σου.

«Καλημέρα, καλώς ήλθατε!», σου λέει η σέξι αεροσυνοδός χαμογελώντας κι εσύ- κυνηγός θηλέων από τα μικράτα σου- της ανταπαντάς μ’ ένα τραύλισμα που δείχνει να κρατά κατά τι λιγότερο από την τριλογία του «Άρχοντα των Δαχτυλιδιών». Έπειτα, ικανοποιημένος από την «απόδοσή» σου (δεν υπάρχει ούτε μία στο εκατομμύριο να μη σου δώσει με στυλ το τηλέφωνό της), βρίσκεις τη θέση σου και κάθεσαι.

Η επιβίβαση μετά από λίγο ολοκληρώνεται, ακολουθεί το σύνηθες καλωσόρισμα από την υπεύθυνη πληρώματος, έπεται η παραγωγή ασαφών λέξεων από τον πιλότο («Κρς και κριοι λσπερα σς, μλάει ο κυβρτς του αρσκαφς, σχζζσχζζζζ, ονομάζομαι τς-τσς-ζζζ-φφφφ-χχχ, για Θεσσαλονίκη, διάρκ-χχχχ- αίθριος, ’στούμε που σχχχχχζζζζ, πτήση») και μετά όλα είναι έτοιμα για την απογείωση.

Και, βέβαια, έχει φτάσει η στιγμή να γνωρίσεις κι εσύ τους συνεπιβάτες σου, οι οποίοι, φυσικά, είναι παντού και πάντα οι ίδιοι.

Βλέπετε, σε όλες τις πτήσεις υπάρχει ο…

1) Πλακατζής

Ή, αλλιώς, ο καταπιεσμένος stand-up comedian που λόγω συνθηκών αναγκάζεται να είναι καθιστός. Δεν πειράζει όμως- ο άνθρωπος είναι επαγγελματίας: ακόμα κι έτσι, υπό αυτές τις απάνθρωπες συνθήκες, θα καταφέρει να κάνει καλά τη δουλειά του.

Μιλάει απαραίτητα σε ντεσιμπέλ που συναγωνίζονται αυτά στο γήπεδο της Μπόκα Τζούνιορς στο ντέρμπι με τη Ρίβερ Πλέιτ, καθώς είναι αμαρτία να χάνει αυτός που κάθεται στη δεύτερη σειρά τα λεγόμενα του Έλληνα Woody Allen από τη γαλαρία.

Ξεκινάει, συνήθως, μ’ ένα τραγουδάκι («Το αεροπλάνο έπεσε, το αεροπλάνο πέφτει…»), πειράζει τις αεροσυνοδούς δανειζόμενους στίχους του Γονίδη («Έχω πετάξει μαζί σου»), σκουντάει τον διπλανό του και του λέει πως έχει ακούσει ότι ο συγκεκριμένος πιλότος έχει ρεκόρ 13-11 σ’ επιτυχείς προσγειώσεις/ ανώμαλες συγκρούσεις με το έδαφος και, τέλος, ουρλιάζει προς πάσα κατεύθυνση «Παιδιά, λίγο την προσοχή σας: ας κάνουμε εδώ, στα 10.000 πόδια, ένα πλάνο της πτήσης. Για την ακρίβεια, ένα… αεροπλάνο!».

Λύνεται συνεχώς στα γέλια, όμως είναι πασιφανώς για δέσιμο.

2) Αγχόπουλος

Το κάνει περίπου μ’ αυτή τη σειρά: φιλί στο κομποσκοίνι- μισή μετάνοια γιατί τα ρημάδια τα καθίσματα είναι πολύ κοντά το ένα στο άλλο- διάβασμα ενός εδαφίου της Βίβλου- προσευχή υπό τη μορφή των ακατάληπτων μουρμουρητών- καρφιτσωμένο βλέμμα μη ελεγχόμενου πανικού.

Ο συγκεκριμένος τύπος είναι αυτός που στην πρώτη ανατάραξη στριγγλίζει περισσότερο κι από την Νιβ Κάμπελ στο “Scream”, ενώ στο στοίχημα τον δίνει 1.05 να ρωτήσει over 7.5 φορές τις αεροσυνοδούς αν όλα είναι εντάξει με τις μηχανές του αεροπλάνου.

Οι πιθανότητες να προλάβει την προσγείωση δεν είναι ποτέ με το μέρος του, μιας και υπό το φόβο του να πάει κάτι στραβά, πεθαίνει από το στρες.

Ναι, πάντα με τον τρόμο ζωγραφισμένο στο πρόσωπό του.

3) Μπίζνεσμαν

Τι πα να πει «Μα είναι μόνο 30 λεπτά πτήση, μπορείτε να κανονίσετε τις δουλειές σας αφότου προσγειωθούμε;». ΟΧΙ- πιο κατηγορηματικό κι από αυτό του Μεταξά: ο μπίζνεσμαν μπαίνει πάντα εντός του αεροπλάνου με το hands free να έχει πάρει φωτιά, κοιτάζει με ύφος «φύγε-κυρά-μου-από-μπροστά-μου-μη-σε-λιώσω-σαν-σκουλήκι» την μπροστινή του που τον εμποδίζει να φτάσει στη θέση του κι έπειτα κλείνει σε μισή ώρα 2 συμφωνίες με το Περού, μία με την Κίνα, άλλες τρεις με Ντουμπάι και μιάμιση (η δεύτερη κόπηκε στη μέση) με τη Γη του Πυρός.

Ναι, φυσικά- εννοείται: η αντιστοιχία ελληνικών- αγγλικών λέξεων είναι 50-50.

Μιλάμε για μπίζνεσμαν με πρόσωπο, όχι αστεία.

4) Μπέμπης

Άχου το μωρέ, ακούστε το τι ευχάριστα που προσπαθεί να ξηλώσει τις φωνητικές του χορδές κλαίγοντας από την πρώτη στιγμή που μαζευτήκατε όλο το παρεάκι στο αεροσκάφος. Ο πιτσιρικάς είναι ικανός να κάνει ακόμα και τις Σειρήνες να μοιάζουν με αποτυχημένους ερασιτέχνες, καθώς πιάνει οκτάβες τσιρίδας που οι άλλοι ούτε καν φαντάζονται ότι υπάρχουν.

Όλοι όσοι βρίσκονται γύρω από τον μικρό χαμογελούν βεβιασμένα στη μητέρα και τον πατέρα, όμως από μέσα τους σκέφτονται μονάχα μία λέξη.

Είναι: «Ηρώδης».

5) Υπναράς

 

Μπορεί τα κενά αέρος να είναι τόσο μεγάλα που ν’ αναρωτιούνται όλοι αν υπάρχει έστω και λίγος αέρας εκεί έξω. Ή οι αναταράξεις να θυμίζουν το περιβόητο «Ταψί» στο Λούνα- Παρκ. Μπορεί ν’ αναβοσβήνουν τα φώτα στην καμπίνα και να έχουν πέσει οι μάσκες οξυγόνου. Μπορεί άπαντες μέσα στο αεροπλάνο να μιμούνται τον μπέμπη στο 4 και να τσιρίζουν με όλη τη δύναμη των πνευμόνων τους. Μπορεί, ακόμα, ο πιλότος να φωνάζει να βγάλουν όλοι το σκασμό, το φελέκι του μέσα, και να τον αφήσουν να προσπαθήσει να προσγειώσει το ρημάδι στο πλησιέστερο αεροδρόμιο.

Ο Υπναράς, όμως, στον κόσμο του: όχι μόνο κοιμάται έχοντας το στόμα ανοιχτό σαν το λιοντάρι της MGM, αλλά ο μπαγάσας δείχνει να το απολαμβάνει κιόλας. Δεν ξυπνάει ούτε με ρίψη ατομικής βόμβας στο 18 D, κι ας κάθεται αυτός στο 18E.

Ανοίγει τα πρησμένα του ματάκια στο τέλος, βλέπει τους πάντες να θυμίζουν κέρινες κούκλες πανικού και να πιάνουν την καρδιά τους και ρωτάει γεμάτος αφέλεια «Τι έγινε ρε παιδιά; Τι έχασα;».

Εσύ τίποτα, μεγάλε. Οι άλλοι 10 χρόνια από τη ζωή τους.