Όταν ήμασταν στο σχολείο έπαιζε πολύ το αστείο με τις μανάδες. Ατάκες όπως «πες στη μαμά σου δε θα περάσω το βράδυ», «άλλα έλεγε η μάνα σου χθες» και «σκέφτομαι τη μαμά σου» έπαιζαν στην καθημερινή αναφορά (ο Μαλιάτσης και ο Νάσκαρης το κρατάνε ακόμα ζωντανό). Τότε νευρίαζες στο άψε σβήσε και ακόνιζες τις γροθιές σου. Καθώς μεγάλωνες, συνειδητοποίησες ότι οι γροθιές έπαψαν να στοχεύουν τους συμμαθητές και στράφηκαν προς τη μάνα σου. Ζούσες μέσα στις απαγορεύσεις, τηρούσες στρατιωτικό πρόγραμμα και πειθαρχία και αν έκανες ποτέ κάτι που ήθελες χωρίς να έχεις πάρει άδεια, πρέπει να είχες γενέθλια ή γιορτή.
Έχεις σκεφτεί πόσα πράγματα υπάρχουν μέσα στο σπίτι, τα οποία φτιάχτηκαν από τον κατασκευαστή και αγοράστηκαν για να επιτελέσουν έναν σκοπό, αλλά η φράου δεν σου επέτρεπε; Υπάρχουν τα κοινά σημεία, όμως είμαι σίγουρος ότι έχεις να μοιραστείς κάτι που συνέβαινε μόνο στο δικό σου σπιτικό. Σίγουρα είχες τα ακόλουθα.
Τα πιάτα. Τι κι αν ανοίξεις το ντουλάπι και δεις καμιά εκατοσταριά σερβίτσια; Η μάνα που σέβεται τον εαυτό της έχει τα δικά της βίτσια. Από όλα τα πιάτα εκείνα που είναι προς χρήση αφορούν τα άτομα του σπιτιού επί 3. Αυτός είναι ο κανόνας της μαμάς. Το Χ3 αφορά στις περιπτώσεις που υπάρχουν καλεσμένοι στο σπίτι. Τα ίδια ισχύουν και για ποτήρια, πιρούνια, κουτάλια και τραπεζομάντηλα.
«Είναι για ιδιαίτερες περιστάσεις» σου λέει η μαμά. Σε γενέθλια δεν τα έβγαλε, σε Πρωτοχρονιές και Πάσχατα το ίδιο, όταν αποφοίτησες σου έριξε μια στο χέρι που άπλωσες να τα πιάσεις. Ε, τότε ποιες είναι εκείνες οι περιστάσεις; Αν έρθει καλεσμένος ο πρίγκιπας Χάρι; Αδίκως τον περιμένεις μάνα!
Το καθαριστικό πιάτων. «Δεν τα κάνεις καλά εσύ. Δεν ξέρεις.» σου λέει. «Δείξε μου για να μάθω» της λες. «Όχι, θα τα κάνω εγώ, μ΄αρέσει» σου ξαναλέει. Ξέρεις ότι δε σε παίρνει άλλο και κάνεις πίσω αναλογιζόμενος ότι πρέπει να σε θεωρεί πολύ βρωμιάρη. Ώσπου έρχεται μια μέρα που σου πετάει το αμίμητο: «Όλα μόνη μου τα κάνω. Δε με βοηθάς και δε βγάζω άχνα». Κάπου εκεί πιστεύεις έντονα ότι η μάνα σου έχει απώλεια μνήμης ή σνιφάρει δίχως μέτρο.
Τα τζάμια στα παράθυρα. Θα κάνεις δαχτυλιές, θα κάνεις γρατζουνιές, μην τα ακουμπάς. Το πως θα ανοίξεις χωρίς να τα ακουμπήσεις είναι δικό σου πρόβλημα. Σε φροντιστήρια σε έστειλε, πανεπιστήμιο μπήκες, με επιστήμονες έχεις επαφές, λύσε τον γρίφο.
To πάτωμα. Οκ, δεν το αγγίζεις, πατάς πάνω του. Εκτός κι αν έχει σφουγγαρίσει. Τις 10 ώρες της ημέρας δηλαδή. Θες να πας στην τουαλέτα γιατί δεν κρατιέσαι; Να αποκτήσεις φτερά και να πετάξεις. Θες να πιεις νερό; Θα κάνεις υπομονή μισή ώρα να στεγνώσει το πάτωμα. Μην μπερδεύεσαι. Ζεις ακόμα σε δυτική χώρα. Η έρημος απέχει χιλιάδες χιλιόμετρα. Αλλά η γλυκυτάτη μητέρα σε σκληραγωγεί και σε γαλουχεί σε σκληρές συνθήκες.
Το σαλόνι. Δεν είναι αντικείμενο, αλλά χώρος. Ιερός. Άβατο για την φίλτατη μητερούλ$%&#%#! Μόνο αν φέρεις φίλους σπίτι έχεις ένα κάπως ισχυρό επιχείρημα για να βάλεις πατούσα στο σαλόνι. Ειδάλλως το τροπάριο είναι – θέλω να ελπίζω- γνωστό. «Μην μπεις μέσα, μόλις καθάρισα, θα μου το γεμίσεις σκόνη». Για πολλά χρόνια όταν ήμουν μικρός πίστευα ότι είτε υπήρχαν πτώματα στο σαλόνι ή κρύβει κάποιο γκόμενο.
Προσωπική οδύνη : Ο κάδος απορριμάτων στην τουαλέτα. Δεν ξέρω αν θα βρω ανταπόκριση και συμπάθια σε κάποιον άλλο εκεί έξω. Με όλο το θάρρος βγάζω τα σώψυχα μου. Στην τουαλέτα μου υπάρχει ένας κάδος με σακούλα μέσα. ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ όμως να ρίξεις κάτι μέσα. Τα βρώμικα χαρτιά πάνε σε μια σακούλα που στέκεται ΔΙΠΛΑ ακριβώς στον κάδο. Άρα τον έχουμε για διακοσμητικό. «Μόλις τον έπλυνα ρε αγόρι μου…Μην τον λερώνουμε συνέχεια». Ας έπαιρνες ένα βάζο ρε μάνα κι όχι κάδο ΓΙΑ ΤΑ ΣΚΟΥΠΙΔΙΑ!