Έχει το υψηλότερο κατά κεφαλήν εισόδημα της Λατινικής Αμερικής (περίπου 17.000 δολάρια), το χαμηλότερο ποσοστό φτώχειας (7%) και ένα από τα χαμηλότερα επίπεδα ανισότητας. Το Economist Intelligence Unit την κατέταξε το 2023 ως την 13η ισχυρότερη δημοκρατία στον κόσμο, μπροστά από το Ηνωμένο Βασίλειο (18), την Ισπανία (24) και από τις ΗΠΑ (26), ενώ χαώδης ήταν η απόστασή της από τους Λατίνους περίοικους, όπως η Βραζιλία (47) η Κολομβία (59) και το Μεξικό (86).
Όλα αυτά για μια χώρα που ούτε καν μπορούσε να τα διανοηθεί στις αρχές του 21ου αιώνα, την Ουρουγουάη. Τότε μάζευαν με κάρα τα σκουπίδια από τους δρόμους της πρωτεύουσας Μοντεβιδέο και το ποσοστό φτώχειας αφορούσε το 40% του πληθυσμού. Στα πέντε χρόνια διακυβέρνησης του ανυπέρβλητου Χοσέ Μουχίκα (2010-15), του επονομαζόμενου και «πιο φτωχού ηγέτη στον κόσμο», το ποσοστό ανεργίας έπεσε από το 13% στο 7% και το ποσοστό φτώχειας από 40% σε 11%, ενώ ο κατώτατος μισθός αυξήθηκε κατά 250%!
Πέραν της κατακόρυφης αύξησης του βιοτικού επιπέδου, η Ουρουγουάη παρουσιάζεται σήμερα από διεθνείς μελέτες ως λιγότερο διεφθαρμένη χώρα της Λατινικής Αμερικής και αυτή με το μεγαλύτερο πρόσημο πράσινης ανάπτυξης.
Αυτή η επιτυχία δεν έχει ασφαλώς περάσει απαρατήρητη στη διεθνή κοινότητα. Ένα συνέδριο τον περασμένο Μάιο στο Πανεπιστήμιο της Κατόλικα στη Χιλή είχε τίτλο «Η υπόθεση της Ουρουγουάης: Ένα πιθανό μοντέλο;», εστιάζοντας στο πώς συνδύασε την οικονομική ανάπτυξη με ένα ισχυρό δίχτυ κοινωνικής ασφάλειας.
Η Ουρουγουάη προσελκύει αριθμούς ρεκόρ ομογενών όχι μόνο από την Αργεντινή, όπως συμβαίνει συχνά σε περιόδους κρίσης εκεί, αλλά και από τη Βραζιλία, τη Χιλή, τη Βενεζουέλα, το Περού.
Το θέρετρο της Πούντα ντελ Έστε έγινε πόλο έλξης για απομακρυσμένους εργαζόμενους κατά τη διάρκεια της πανδημίας, τροφοδοτώντας μια έκρηξη στον τομέα των ακινήτων που εκτιμάται σε 7 δισεκατομμύρια δολάρια σε νέες επενδύσεις μόλις τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Ένα ιδιωτικό σχολείο εκεί έχει μαθητές από 34 διαφορετικές χώρες. Η ιδέα ότι η Ουρουγουάη μετατρέπεται σε ένα είδος Σιγκαπούρης για τη Νότια Αμερική, μια σχετική όαση για τις επιχειρήσεις και το εμπόριο σε μια πολύπαθη ήπειρο, έχει τραβήξει την προσοχή από τις παγκόσμιες εταιρείες και τις μεγάλες δυνάμεις.
Η χώρα διακρίνεται από ισχυρή αίσθηση δημοκρατίας, πολιτικό πολιτισμό μεταξύ των κομμάτων και την κουλτούρα της αποδοχής και εφαρμογής αποφάσεων που πήρε μια προηγούμενη κυβέρνηση. Ως αποτέλεσμα, η Ουρουγουάη διαφέρει παρασάγγας από την πολιτική της καμένης γης που παρατηρείται αλλού στη Λατινική Αμερική, καθώς και από την αστάθεια που διακρίνει τις ΗΠΑ και χώρες της Ευρώπης (συμπεριλαμβανομένης φυσικά της Ελλάδας), όπου οι κυβερνήσεις αναλαμβάνουν τα καθήκοντά τους αποφασισμένες να αναιρέσουν τα επιτεύγματα των προκατόχων τους.
Αυτή η σταθερότητα έχει δώσει βεβαιότητα στους επενδυτές – μια αίσθηση μακροπρόθεσμης κατεύθυνσης που απουσιάζει από την Κεντρική και Νότια Αμερική. «Το βαρετό είναι θετικό. Θεέ μου, μακάρι η Αργεντινή και η Βραζιλία να ήταν τόσο βαρετές…», σχολίαζε ένας επενδυτής σε ανταποκριτή αμερικανικού μέσου ενημέρωσης.
Λαμβάνοντας όλα αυτά υπόψιν, είναι μάλλον ο μοναδικός τρόπος για να κατανοήσουμε την «ξένη» προς τις δικές μας αντιλήψεις απόφαση του εκλογικού σώματος σε δημοψήφισμα που έγινε για το συνταξιοδοτικό σύστημα στην Ουρουγουάη, παράλληλα με τις προεδρικές εκλογές της 25ης Νοεμβρίου. Το δημοψήφισμα αφορούσε την αναμόρφωση του συνταξιοδοτικού συστήματος, η οποία προέβλεπε αυξήσεις συντάξεων και μείωση κατά πέντε έτη του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης (από τα 65 στα 60).
Οι ψηφοφόροι της χώρας των 3,4 εκατομμυρίων στήθηκαν στις κάλπες και αντίθετα με ότι θα περίμενε κανείς ψήφισαν σε ποσοστό 61% κατά της μεταρρύθμισης. Βεβαίως ήταν δεδομένο από τις δημοσκοπήσεις το αποτέλεσμα, αφού και τα δύο κύρια πολιτικά κόμματα (ο κεντροδεξιός συνασπισμός αλλά και το αριστερό Πλατύ Μέτωπο) κάλεσαν τους ψηφοφόρους να ψηφίσουν εναντίον της μείωσης της ηλικίας συνταξιοδότησης! Το παράδειγμα (προς αποφυγή) της Αργεντινής, που έχοντας υπάρξει μία από τις πλουσιότερες χώρες του κόσμου κατάντησε να εκλιπαρεί για διεθνή οικονομική βοήθεια, παραπαίοντας από τη μια χρεoκοπία στην άλλη, έχει γίνει πολύτιμο δίδαγμα για τους Ουρουγουανούς.
Τα κόμματα δεν υπέπεσαν στον πειρασμό του δημοσιονομικού λαϊκισμού και της πολιτικής δημαγωγίας, προφανώς διότι η χώρα έχει φτάσει στο επίπεδο να παράγει πολιτικούς με αίσθημα ευθύνης απέναντι στη χώρα και όχι με ζήλο για την καρέκλα.