δεισιδαιμονία

Εάν κάνεις το πρώτο «ει» λάθος, άστα να πάνε: Η λέξη που οι περισσότεροι Έλληνες «εκτελούν» στην ορθογραφία

Ακόμα και σωστά να τη γράψεις, πρέπει πρώτα να το σκεφτείς.

Ένα μόνο γράμμα μπορεί να προκαλέσει ένα μικρό λάθος. Στην αρχή, ίσως να φαίνεται ασήμαντο, αλλά αν αυτό το λάθος και η λανθασμένη αντικατάσταση του γράμματος αρχίσουν να χρησιμοποιούνται επανειλημμένα ως σωστά, τότε το λάθος επικρατεί και γίνεται αποδεκτό. Μάλιστα, όταν κάποιος το χρησιμοποιεί σε όλη του τη ζωή, είναι δύσκολο να πειστεί ότι κάνει λάθος.

Αν υπάρχει μια λέξη που ταλαιπωρεί τους λάτρεις της σωστής ορθογραφίας όσο λίγες, αυτή είναι η λέξη δεισιδαιμονία. Άλλοι τη γράφουν «δυσιδαιμονία», άλλοι «δισιδαιμονία», άλλοι τολμούν το μεγαλειώδες «δυσιδαιμονία». Γιατί, όμως, αυτή η λέξη μπερδεύει τόσο πολύ κόσμο; Γιατί δε μας πάει αυτόματα το χέρι στη σωστή γραφή και πρέπει, ακόμα και αν το γράψουμε τελικά σωστά, να σκεφτούμε στιγμιαία την ορθή γραφή της;

Ετυμολογία: Δεισι-τι;

Για να καταλάβουμε από πού προέρχεται η λέξη, πρέπει να τη διαλύσουμε στα εξ ων συνετέθη:

  • Δείδω (φοβάμαι, τρέμω)
  • Δαίμων (θείο ον, πνεύμα, θεότητα)

Άρα, η δεισιδαιμονία είναι κυριολεκτικά ο φόβος απέναντι στα πνεύματα και το θείο. Είναι η τάση του ανθρώπου να πιστεύει σε προλήψεις και υπερφυσικές δυνάμεις που επηρεάζουν τη ζωή του, συνήθως με έναν τρόπο που δεν μπορεί να ελέγξει.

Η λάθος γραφή «δυσιδαιμονία» είναι πολύ συνηθισμένη γιατί πολλοί υποθέτουν ότι το πρώτο συνθετικό προέρχεται από το «δυσ-» (που δηλώνει κάτι κακό ή δύσκολο). Όμως, η λέξη δεν αναφέρεται σε κάτι «κακό» από τη φύση του, αλλά σε έναν φόβο, ο οποίος μπορεί να είναι υπερβολικός ή αβάσιμος.

Η δεισιδαιμονία στην Ιστορία

Η δεισιδαιμονία δεν είναι καινούργια υπόθεση. Από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, οι άνθρωποι αναζητούσαν τρόπους να εξηγήσουν το ανεξήγητο.

Στην αρχαία Ελλάδα, η δεισιδαιμονία συνδεόταν με τον φόβο των θεών. Ο Αριστοφάνης τη σατίριζε στις κωμωδίες του, ενώ ο Θεόφραστος τη θεωρούσε χαρακτηριστικό των αμόρφωτων ανθρώπων.

Στη Ρώμη, οι δεισιδαίμονες φοβόντουσαν οιωνούς και προφητείες. Ακόμη και αυτοκράτορες, όπως ο Ιούλιος Καίσαρας, λάμβαναν πολύ σοβαρά υπόψη τις προειδοποιήσεις των μάντεων.

Στον Μεσαίωνα, η δεισιδαιμονία έγινε βασικό εργαλείο του θρησκευτικού ελέγχου. Οι άνθρωποι φοβόντουσαν μάγισσες, δαίμονες και κατάρες, οδηγώντας ακόμα και σε δίκες και εκτελέσεις.

Αν θέλουμε επιγραμματικά να σημειώσουμε μερικές κοινωνικές συνέπειες των δεισιδαιμονιών, μπορούμε να αναφέρουμε ότι:

Έδωσε εξουσία στους «ειδικούς»: Μάγοι, μάντεις, ιερείς και αστρολόγοι είχαν τεράστια επιρροή επειδή μπορούσαν να «ερμηνεύουν» τα σημάδια.

Προκάλεσε φόβο και προκατάληψη: Οι άνθρωποι απέφευγαν ορισμένες πράξεις ή πρόσωπα (π.χ. αριστερόχειρες ή «κακότυχα» παιδιά) επειδή θεωρούνταν γρουσούζικα.

Καθυστέρησε την επιστημονική πρόοδο: Αντί να αναζητούν φυσικές εξηγήσεις, πολλοί πίστευαν ότι οι αρρώστιες, οι καταστροφές και οι ατυχίες ήταν θεϊκές τιμωρίες ή αποτέλεσμα μαγείας.

Η δεισιδαιμονία ζει και βασιλεύει ακόμα, παρά την επιστημονική πρόοδο. Από το «χτύπα ξύλο» και το «μην περνάς κάτω από σκάλα» μέχρι τις θεωρίες συνωμοσίας και τις viral προκαταλήψεις, η τάση του ανθρώπου να αναζητά μεταφυσικές εξηγήσεις δεν έχει εξαφανιστεί.

Και για να κλείσουμε δεισιδαιμονικά, μην τολμήσεις να γράψεις τη λέξη λάθος, γιατί λένε πως φέρνει κακοτυχία.