Υπήρξε μια εποχή που η μέση (αγία και τίμια…) ελληνική οικογένεια ένα μεγάλο όνειρο είχε για τα παιδιά της. Να τα καμαρώσει γιατρούς ή δικηγόρους. Κι αν το παιδί δεν τα παίρνε και τόσο πολύ τα γράμματα, να βολευτεί (το παιδί, πάντα…) σε καμία θεσούλα στο δημόσιο (for ever), μήνας μπαίνει, μήνας βγαίνει, να πέφτει ο μισθός. Σαν αρχαία ιστορία δεν φαίνονται όλα αυτά; Κι ας μην είναι διόλου παλιά. Απλά τα πράγματα αλλάξανε ραγδαία.
Για να φτάσει αυτή η συλλογική εθνική ονείρωξη να γίνει παρωχημένη, δεν πέρασαν παρά ελάχιστες δεκαετίες. Δεν είναι πως υποτιμάται πλέον η αξία του πανεπιστημίου. Παραμένει σημαντικό, χτίζει χαρακτήρα και γνώσεις κι αυτό είναι πολύ σπουδαίο πράγμα με αξία ανεκτίμητη. Μόνο που παράλληλα είναι πρακτικό, κυνικό αν προτιμάτε, το ζήτημα. Τι σου προσφέρει δηλαδή ένα πτυχίο ΑΕΙ σε συνθήκες «ζούγκλας» όπως η τρέχουσα στην αγορά εργασίας; Και με την Τεχνητή Νοημοσύνη να έρχεται με φόρα (αν δεν ήρθε ήδη), απειλώντας να σαρώσει σε βαθμό μη αναστρέψιμο πολλές δουλειές γραφείου, που άλλοτε απαιτούσαν ώρες επί ωρών στα αμφιθέατρα για να φτιάξουν επαγγελματίες;
Σε ένα τέτοιο ασφυκτικό και αβέβαιο εργασιακό περιβάλλον, που σταθερές και δεδομένα ετών παύουν να ισχύουν, την εναλλακτική δίνουν δουλειές που άλλοτε σνόμπαρε ο κόσμος. Τα λεγόμενα τεχνικά επαγγέλματα, τα «χεράτα». Αυτά που η μέση (αγία και τίμια) ελληνική οικογένεια δεν ήθελε άλλο(τε) για τα βλαστάρια της, επειδή δεν ήθελε να τα βλέπει να ταλαιπωρούνται και να καταπονούνται σωματικά. Αλλά και επειδή συχνά, δεν τους ταίριαζαν για λόγους ίματζ – αυτά μας μάραναν, τρομάρα μας…
Η διαμορφωθείσα πραγματικότητα δείχνει το πόσο λάθος μετριόντουσαν μέχρι πρότινος τα πράγματα. Το κάτωθι παράδειγμα αφορά έναν ψυκτικό. Θα μπορούσε να αφορά και οποιαδήποτε άλλο τεχνικό επάγγελμα, το νόημα είναι το ίδιο. Χωρίς πανεπιστημιακό πτυχίο, έχοντας τελειώσει το ΕΠΑΛ ή ένα ΙΕΚ (δημόσιο ή ιδιωτικό) και μετά από 2-3 χρόνια φοίτησης και πρακτικής, ένας νέος επαγγελματίας του συγκεκριμένου χώρου βλέπει από πολύ νωρίς το κοντέρ να γράφει, την τσέπη να γεμίζει. Τα 1.000 με 1.200 ευρώ καθαρά μηνιαίως είναι ως και στάνταρ για έναν νεοεισερχόμενο στο χώρο, φτάνοντας ακόμα και ως και τα 3.500 ευρώ καθαρά (το μήνα, πάντα) για τους πιο παλιούς και έμπειρους, με πελατεία και διασυνδέσεις. Ειδικά μόλις πάρει και καλοκαιριάζει και όλοι τρέχουν πανικόβλητοι να συντηρήσουν τα air-condition τους ή να αγοράσουν καινούρια. Καθώς στο πετσί μας βιώνουμε, οι περίοδοι υψηλής ζέστης που χρειάζεται κλιματισμός πάση θυσία, έχουν γίνει πολλές περισσότερες. Βασικά πρέπει να έχεις ως και… μέσο για να βρεις ψυκτικό άμεσα διαθέσιμο. Είναι ο νόμος της προσφοράς και της ζήτησης. Πολύς κόσμος ψάχνει, αναλογικά λίγοι ψυκτικοί υπάρχουν εκεί έξω. Γι’ αυτό και ανεβαίνουν οι τιμές.
Ένας ψυκτικός συνεπώς μπορεί να κάνει σχετικά άνετα 4-6 επισκέψεις την ημέρα. Δουλεύοντας σχεδόν ασταμάτητα αυτήν την εποχή. Να βάλουμε ένα μέσο όρο 50 ευρώ την επίσκεψη (βρήκαμε… φτηνό ψυκτικό); Να το κάνουμε λοιπόν το παράδειγμα: 6 επισκέψεις τη μέρα, επί 50 ευρώ η μία, 300 ευρώ. Επί 6 μέρες την εβδομάδα (τον αφήσαμε να ξεκουραστεί και μια μέρα τον άνθρωπο) φτάνουμε τα 1.800 ευρώ (μεικτά) την εβδομάδα. Ξέρετε πολλούς πτυχιούχους που βγάζουν τα ίδια χρήματα, όχι την εβδομάδα, αλλά το μήνα; Ρητορικό το ερώτημα. Αφαιρούμε φόρους – εισφορές (δεν πιάσαμε καν την περίπτωση των «μαύρων», παρότι και οι… πέτρες ξέρουν πόσο πολύ παίζουν σε αυτό το επάγγελμα, αλλά και σε αρκετά παραπλήσια) και βγαίνει το ζηλευτό μηνιάτικο. Και πού να δείτε τι ζητάνε στις τουριστικές περιοχές, ως και 250 ευρώ για τοποθέτηση air-condition (στην Πάρο) έφτασε καταγγελία στα αυτιά μας…
Εάν σας φαίνονται πολλά αυτά που παίρνει ένας ψυκτικός, απαντήστε ειλικρινά σε μια απλή ερώτηση: Μπορώ να το κάνω μόνος μου; Αν είπατε «όχι» μόλις διαπιστώσατε γιατί η υπηρεσία χρεώνεται τόσο ακριβά. Είπαμε, προσφορά – ζήτηση. Μαζί, η δυσκολία, γιατί μη γελιόμαστε, το επάγγελμα είναι ζόρικο, κουραστικό και επίπονο. Όλα λοιπόν εξηγούνται. Σε μια εποχή που αλλάζει ραγδαία. Γεμίσαμε πτυχιούχους, τεχνίτες δεν έχουμε.
