Η ταβέρνα είναι ένας χώρος ιερός. Ο Καζαντζάκης την κατέταξε στα τετραθέμελα του κόσμου. Όχι άμεσα. Έμμεσα. Αλλά που αλλού θα βρεις άφθονο κρασί; Το κρασί βέβαια δεν είναι το μόνο που εξυφαίνει την ιερότητα της ταβέρνας. Είναι οι άνθρωποι πάνω απ΄όλα. Αυτές οι κλασσικές φιγούρες που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο καταφέρνουν να επιβιώνουν στο πέρασμα των δεκαετιών. Οι φυλές της ταβέρνας είναι από εκείνα που δεν ήξερε ο Ηράκλειτος όταν έλεγε ότι όλα ρέουν.
Το μαστόρι
Από τις πολύ must φυλές. Γραφικός όσο δεν πάει. Ο χαρακτηρισμός «μαστόρι» δεν αφορά αυτόν. Δεν κατευθύνεται δηλαδή προς αυτόν. Προέρχεται από αυτόν. Για κάποιο λόγο έχει την τάση να φωνάζει τον σερβιτόρο ή τον ιδιοκτήτη «μάστορα». Οι άνθρωποι δεν του απαντάνε επιθετικά γιατί είναι πελάτης, αλλά μόλις πάνε στην κουζίνα ρίχνουν λίγο πιπέρι παραπάνω στο φαγητό του. Κι εντάξει με αυτούς, πες είναι ένα άτυπο έθιμο. Με τον μουσικό στην ορχήστρα πού κολλάει το «μάστορα»;
Ο «δεν θα φάω κανονικά, θα τσιμπήσω κάτι»
Ακούς αυτή την ατάκα και υπολογίζεις την ποσότητα που θα χρειαστείτε. Σκέφτεσαι ότι το τσιμπολόγημα δεν είναι παραπάνω από 2-3 μπουκιές. Οπότε κάνεις τα κουμάντα σου. Στο τέλος της μάσας, αυτός που δεν πεινούσε καθόλου έχει φάει ίδια ή και παραπάνω ποσότητα από σένα.
Κι εσύ νιώθεις ένα κενό στο στομάχι. Κάνεις πρόσθετη παραγγελία γιατί την βλέπεις τη δουλειά κι ελπίζεις να μην πεινάει άλλο το αδηφάγο τέρας δίπλα σου. Ευτυχώς είναι από τις φυλές που κάνουν γκεστ εμφανίσεις. Γιατί μετά τις πρώτες δύο φορές φροντίζεις να τους αφήνεις σκόπιμα εκτός.
Ο ματάκιας
Δεν πα να έχετε παραγγείλει της Παναγιάς τα μάτια στο τραπέζι; Πάντοτε θα υπάρχει εκείνος που η λαίμαργη όραση του δεν ικανοποιείται με τίποτα. Δεν άκουσα; Δεν υπάρχει λαίμαργη όραση; Παρατηρήστε τα μάτια κάποιου που του έχουν βάλει μπροστά του ένα λαχταριστό T-bone χωρίς να του επιτρέπουν να το αγγίξει και θα καταλάβετε. Ο
ματάκιας λοιπόν είναι ο κλασσικός τύπος που κοιτάζει φιλήδονα τα πιάτα που σερβίρονται στα γύρω τραπέζια. Στην αρχή δικαιολογείται κάπως αφού μέχρι να του έρθει η παραγγελία, η όρεξη του έχει τρυπήσει ταβάνι. Μόλις ολοκληρώσει το πιάτο του, ηρεμεί για λίγα δεύτερα και «απλώνει» ξανά το βλέμμα του στους διπλανούς.
Ο «κουμανταδόρος λογιστής»
Θα μπορούσες να τον πεις και ηγέτη της παρέας. Την κόλλα που ενώνει όλα τα μέλη. Αν αυτός σηκωθεί και φύγει, η παρέα διαλύεται. Είναι ο τύπος που ξέρει τι αρέσει στον καθένα, τι δεν τρώει ο καθένας και πόσα λεφτά είναι διατεθειμένος να δώσει ο καθένας. Γι΄αυτό ο σερβιτόρος που θα πάρει την παραγγελία στέκεται πάντα κοντά του. Με εκείνον συζητάει, αυτόν στοχεύει για το πουρμπουάρ.
Η πρώτη αποστολή τελείωσε. Σαν από μηχανής θεός θα ορθώσει ανάστημα την ώρα της πληρωμής. Κάνει τα μαθηματικά σε χρόνο dt με το μυαλό του και η πληρωμή είναι παιχνιδάκι. Δυστυχώς πρόκειται για αναντικατάστατο άτομο. Αν ήταν δηλαδή πρόεδρος δεν θα υπήρχε αναπληρωτής. Αν ήταν σε πενταμελές δεν θα μπορούσε να τον αναπληρώσει κάποιο τακτικό μέλος. Τις φορές που δεν βρίσκεται στο τραπέζι κάποιοι βγαίνουν υπερχρεωμένοι, άλλοι δεν πληρώνουν…Πανικός.
Ορισμένες φορές, παρόλο που είναι στην παρέα, αφήνει επίτηδες κάποιον άλλο να αναλάβει και γελάει σαρδόνια καθισμένος. Εν τέλει παρεμβαίνει και τα διορθώνει όλα.
Ο διαπραγματευτής
Θα τον βρεις σε μια φοιτητική παρέα συνήθως. Γνωρίζει εξ αρχής ότι ακόμα κι αν συμφωνήσουν ένα όριο εξόδων, θα τον ξεπεράσουν. Κατά πολύ. Η πρώτη του κίνηση είναι να θέσει το όριο χαμηλότερα απ΄ό,τι μπορούν, ώστε αν ξεφύγουν να μην υπάρχει χαώδης απόσταση.
Η δεύτερη και λυτρωτική κίνηση είναι η διαπραγμάτευση με τον καταστηματάρχη. Κάνει μια εκτίμηση της κατάστασης, παίζει πάντα με καλό χαρτί στο χέρι και συνήθως καταφέρνει να πάρει ένα σκόντο στον λογαριασμό. Αν δεν πετύχει η αποστολή, τότε ξεκινάει να «σκάβει στις τσέπες».
Το μαχίμι
Έχει τον ασταμάτητο. Με το που ακουμπήσουν όλα τα πιάτα στο τραπέζι έχει ήδη καταβροχθίσει τρία κομμάτια κρέας. Εν ριπή οφθαλμού. Όσο κάποιος προτείνει να πάρουν κάτι παραπάνω, το μαχίμι θα στέκεται στο πλάι του. Είτε πρόκειται για φαγητό είτε για κρασί.
Ο γκαρίδας
Έχει βαλθεί να σπάσει τα νεύρα των γύρω του. Μιλάει δυνατά ούτως ή άλλως. Άπαξ και πιει 3-4 ποτηράκια, δεν κάνει καν προσπάθεια να μιλάει σε ήρεμα ντεσιμπέλ. Βάρβαρο γέλιο, βάρβαρο χιούμορ. Η θρυαλλίδα της βραδιάς είναι όταν υπερβαίνει τις φωνές των μουσικών τραγουδώντας. Από τις φυλές που δεν μπορείς να αποφύγεις με τίποτα.
Ο βετεράνος παππούς
Έχει το δικό του τραπεζάκι, την δική του γωνία στην ταβέρνα. Τις περισσότερες φορές δεν θα πληρώσει τίποτα. Ίσως μόνο ένα συμβολικό ποσό. Θα πιάσει καμία κουβέντα με πιτσιρικάδες, θα τους κεράσει και κανένα ποτηράκι και θα κοιτάζει γύρω του με ένα τόσο όμορφο και βαθύ χαμόγελο.