Πέντε ελληνικές λέξεις που δεν μεταφράζονται σε καμία γλώσσα!
Βρείτε μας στο
EXTRAS

Πέντε ελληνικές λέξεις που δεν μεταφράζονται σε καμία γλώσσα!

Όχι, αν έχει άντερα ένας εκδοτικός οίκος, ας βγάλει ένα ελληνοαγγλικό λεξικό που να περιέχει εξήγηση για το λήμμα «κωλοφεράντζα» και το παραγγέλνω αύριο κιόλα(ς).

Όλοι έχουμε κολλήσει το περίφημο ελληνικό φιλότιμο, αλλά η γλώσσα μας είναι τόσο πλούσια που δεν σταμάτησε ποτέ να φτιάχνει νεολογισμούς-διαμάντια, τα οποία δεν μεταφράζονται με καμία κυβέρνηση ή with none government, για να το πούμε εγγλέζικα. Από όλον αυτό τον θησαυρό που κρύβουν τα ελληνικά λεκτικά πυροτεχνήματα, επιλέξαμε μόλις πέντε. Ένα ελάχιστο, μα χαρακτηριστικό δείγμα που φανερώνει τη μοναδικότητα των καταστάσεων που βιώνουμε και προσπαθούμε να περιγράψουμε στους ξένους.

Κωλοφεράντζα

Σύνθετη λέξη, σύνθετο πρόβλημα. Και καλά το πρώτο συνθετικό. Αυτό μεταφράζεται. Με τη φεράντζα, όμως, τι γίνεται; Σε τέτοιες περιπτώσεις, πάντα είναι χρήσιμο ένα παράδειγμα. Για παράδειγμα, λοιπόν, «τον πήγε κωλοφεράντζα», το οποίο μπορεί να ειπωθεί ως «he went him koloferantza» και αν δεις πως ο αγγλοσάξων… friend δεν το πιάνει το νόημα, τον αποτελειώνεις με το γραμματικά και ετυμολογικά ισοδύναμο «τον πήγε τάπα». Αν μετά και από αυτό δεν βγάζετε άκρη, πείτε του απλά πως δεν πρόκειται για μεταφορικό μέσο. Αν και το «τον πήγε» έχει εδώ μεταφορική έννοια και επ’ ουδενί δεν πρόκειται για συνδυασμό σεξ και ταξιδίου. Άστο, μιλάμε για μπλέξιμο. Περιορίσου στο «I don’t know, friend» και τέλος.

Μπουλκουμές

Σε γενικές γραμμές, είναι γνωστό τοις πάσι πως μπουλκουμές είναι ακόμη μία λέξη που χρησιμοποιείς για να περιγράψεις το αντρικό μόριο, όταν αυτό βρίσκεται… κάπου (προσπαθούμε να αποφύγουμε τις χυδαιότητες εδώ). Ποιο είναι, όμως, εκείνο το στοιχείο που κάνει τον μπουλκουμέ να διαφέρει από το πουλί, την τσουτσού, το τσουτσούνι και τόσα άλλα; Σύμφωνα με ορισμένους αναλυτές του έργου του Τάσου Μπουγά, πρόκειται για μόριο περιωπής, που προορίζεται για θηλασμό. Τουλάχιστον αυτό τεκμαίρεται από το κομμάτι «Ο Πλανητάρχης», στο οποίο περιγράφονται οι περιπέτειες νεαρής ιδιαιτέρας γραμματέως που γουστάρει «αμέρικαν κλαρινέ» ή αλλιώς «εμπιλκουμέ». Ευτυχώς που η μουσική είναι παγκόσμια γλώσσα…

Φελέκι, ταμ τιριρί (και κάτι τέτοια)

Παρακαλώ την προσοχή σας. Συντάσσεται ως εξής: Ρήμα (υποχρεωτικά το γ@μώ), άρθρο (το) και στη συνέχεια ακολουθεί το άγνωστο κείμενο. Συχνά συναντάται ως υπόσχεση που κατέχει όμως σχεδόν δεσμευτικό χαρακτήρα για εκείνον που το λέει. Π.χ «Θα σου…. το ταμ τιριρί). Σε περίπτωση που κάτι τέτοιο συμβεί, ο συνομιλητής οφείλει είτε να συναινέσει είτε να αντιδράσει. Εάν, κρίνοντας από τη σωματοδομή του άλλου, κρίνει πως καλό θα είναι να κάνει την κότα, δημιουργείται πρόβλημα. Κανείς δεν γνωρίζει τι ή πού βρίσκεται το «φελέκι» ή το «ταμ τιριρί» ώστε να λάβει τέτοια θέση που να επιτρέπει την υλοποίηση της δέσμευσης.

Υπάρχει ωστόσο και μια ειδοποιός διαφορά μεταξύ των δύο εκφράσεων, καθώς το φελέκι πολλές φορές είναι αυτοαναφορικό, γεγονός που αποτελεί τροχοπέδη για κάθε απόπειρα επεξήγησης. Βάλε «fuck my feleki» στο google translate και θα λαγκάρει το μηχάνημα.

Μήτρογλας

Νεολογισμός που προέκυψε μετά τον επαναπατρισμό του Κώστα Μήτρογλου ή «Μητρογλίνιο». Σκαπανέας (αν τύχει και το διαβάσει ο φορ της Μπενφίκα, ας του εξηγήσει κάποιος) της εποχής του, ο νεαρός επιθετικός απέδειξε πως όλα είναι θέμα στυλ και γούστου. Οι αδαείς θα προσπαθήσουν να σας πείσουν πως πρόκειται για συνώνυμο του «κάγκουρας», αλλά κάτι τέτοιο συνιστά υπεραπλούστευση που δεν δίνει τη διάσταση και την έκταση της έννοιας. «Μήτρογλας» είναι αυτός ο τύπος που κερδίζει το τζόκερ, λέει πως τα λεφτά δεν θα αλλάξουν τον χαρακτήρα του και την επόμενη μέρα επιστρέφει στη δουλειά του, ακόμη κι αν είναι χειριστής βοθρατζίδικου. Ε, λοιπόν, ο Κώστας της καρδιάς μας είναι ακριβώς αυτό, με τη διαφορά πως παίζει μπάλα. So (που λέει και ο Χατζηγεωργίου) it is very difficult to describe it in English, αλλά όπως λένε σε άπταιστα ελληνικά οι Κινέζοι μία εικόνα αξίζει χίλιες λέξεις.

Πέντε ελληνικές λέξεις που δεν μεταφράζονται σε καμία γλώσσα!

Την αγαπούσε πολύ ο Χατζιδάκις: Η αιωνόβια ταβέρνα που φημίζεται σε όλη την Αθήνα για τα κεφτεδάκια και την αυλή της
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ Την αγαπούσε πολύ ο Χατζιδάκις: Η αιωνόβια ταβέρνα που φημίζεται σε όλη την Αθήνα για τα κεφτεδάκια και την αυλή της

ΠΑΣΟΚος

Θεωρητικά ευκολάκι. Θεωρητικά. Διότι πρακτικά είναι αδύνατο να μεταφράσεις. Καμιάς γλώσσας ο πλούτος δεν αρκεί για να περιγράψει τον μεταΠΑΣΟΚικό Έλληνα, που δεν είναι ένας απλός ψηφοφόρος του Κινήματος. Ίσως, μάλιστα, να μην έχει ψηφίσει ποτέ στη ζωή του. Δεν έχει σημασία. ΠΑΣΟΚος δεν είναι πολιτικός προσανατολισμός, αλλά περισσότερο μια στάση ζωής.

Μια εξέλιξη του είδους για την οποία δεν υπάρχουν αντιδικίες σχετικά με την προέλευσή του. Ο ΠΑΣΟΚος είναι γέννημα-θρέμμα του ήλιου του πράσινου (του ελληνικού). Κουβαλάει πάνω του τη μυρωδιά της θάλασσας του Αιγαίου, όταν πλέει σε αυτήν υποβρύχιο που γέρνει. Αγναντεύει μονίμως αισιόδοξος την άβυσσο των επιλογών του και είναι πάντα πρόθυμος να στηρίξει τον επόμενο μεγάλο ηγέτη που θα γεννήσει η μεγάλη δημοκρατική παράταξη. After all, είμαστε όλοι ΠΑΣΟΚ.