Πολλοί χαρακτηρίζουν τον Πίτερ Σκοτ ως ένα σύγχρονο «Ρομπέν των Δασών». Θα μπορούσε να είναι έτσι εάν δεν υπήρχαν δύο σοβαρές διαφορές. Πρώτον, δεν φορούσε ο ίδιος ούτε έκανε παρέα με άλλους τύπους με πράσινα κολάν και δεύτερον, σε αντίθεση με τον μυθικό Άγγλο λαϊκό ήρωα, ό,τι βούταγε από τους πλούσιους το κράταγε αποκλειστικά για την πάρτη του.
Και τα τσάκισε όλα μέχρι τελευταίας δεκάρας, διεκδικώντας με αξιώσεις τον τίτλο του πιο YOLO ληστή της ιστορίας.
Σαράντα χρόνια επάγγελμα διαρρήκτης
Σίγουρα αξίζει συγχαρητήρια για τα επιτεύγματά του στα περίπου 40 χρόνια που κράτησε η σταδιοδρομία του. Όπως επίσης για το γεγονός ότι μπόρεσε να βγάλει κάτι καλό από τα σκανδαλοθηρικά και κουτσομπολίστικα έντυπα της εποχής του. Στις σελίδες τους έκανε… κάστινγκ στα θύματά του που προέρχονταν αποκλειστικά από τον κόσμο της αριστοκρατίας και του θεάματος. Ωστόσο μην μπερδεύεστε, δεν ήταν ταξικοί ή ηθικοί οι λόγοι για τους οποίος τους επέλεγε. Απλά αυτοί κατείχαν τα πολλά λεφτά ή τα ακριβά αντικείμενα που θα τον βοηθούσαν να ζήσει κι εκείνος τη… φάση του.
Ο ίδιος περιέγραφε τον εαυτό του ως ένα δώρο του Θεού στον κόσμο ώστε να πάρει πίσω λίγα από όσα οι πλούσιοι είχαν στερήσει από τους φτωχούς. Αλλά η αλήθεια είναι πως ούτε η φιλανθρωπία ούτε οι αγαθοεργίες υπήρξαν ποτέ το φόρτε του. Γεννημένος στο Μπέλφαστ της Βορείου Ιρλανδίας ως Πίτερ Κρεγκ Λάστον, σύντομα άλλαξε όνομα, τόπο διαμονής και συνήθειες. Ακολουθώντας το ρητό «follow the money» βρέθηκε στο Λονδίνο όπου ξεκίνησε τις… κατ’ οίκον ληστείες, πριν ανέβει επίπεδο.
Το Hall Of Fame των θυμάτων
Μεταξύ των θυμάτων του, όπως τουλάχιστον υποστήριζε ο ίδιος, ήταν η Μαρία Κάλας, η Ζα Ζα Γκαμπόρ, η Λορίν Μπακόλ, η Λιζ Τέιλορ. Και δεν σταμάτησε εκεί, αλλά πρόσθεσε και γαλαζοαίματους στη συλλογή του, όπως τον Σάχη της Περσίας ή την βασιλομήτορα Ελισάβετ! Πολλές από αυτές τις ιστορίες τις οποίες συμπεριέλαβε στην αυτοβιογραφία του με τίτλο «Gentleman Thief» δεν τις επιβεβαίωσε ποτέ η αστυνομία. «Για να μην υπάρξει σκάνδαλο», σύμφωνα με τη δική του εκδοχή. Και κάπως έτσι οι καταδίκες του ήταν για σχετικά μικρές περιόδους εγκλεισμού. Εθισμένος, όμως, σε ένα συγκεκριμένο τρόπο ζωής σύντομα ακολουθούσε την ίδια διαδρομή που τον οδηγούσε ξανά στη φυλακή.
Μια από τις πλέον διάσημες «δουλειές» του αφορούσε ένα μυθικό κολιέ της Σοφία Λόρεν. Η Ιταλίδα ηθοποιός βρέθηκε στην Αγγλία για γυρίσματα το 1960 κι εκείνος βρήκε την ευκαιρία να γλιστρήσει σαν γάτος –όπως ήταν κι ένα από τα παρατσούκλια του- και να κλέψει το περιδέραιο αξίας 200.000 λιρών.
Αποκαλέστηκε η «μεγαλύτερη κλοπή κοσμήματος στην ιστορία της Βρετανίας». Αυτά, όμως, του ήταν αδιάφορα. Το πούλησε για 30 χιλιάρικα και πετάχτηκε μέχρι τις Κάννες, μπήκε στο καζίνο και λίγες αργότερα βγήκε από εκεί απένταρος! Γιατί αυτός ήταν ο Πίτερ Σκοτ. Ένας μποέμ τύπος που ζούσε αποκλειστικά για την έξαψη που του δημιουργούσε η έξη του και με σκοπό την χρηματοδότηση του πάθους του. Συνεπής στο «σήμερα είμαστε αύριο δεν είμαστε» απλά έψαχνε θύματα χωρίς ποτέ να καταφύγει στη βία.
Δεν χρησιμοποιούσε κανενός είδους όπλο και έμπαινε στα σπίτια πάντα καλοντυμένος. Έχοντας αγοράσει καινούργιο κοστούμι, το οποίο δεν χρησιμοποιούσε ποτέ ξανά. Κάποιες φορές μέσα στη νύχτα υποδυόταν ακόμη και τον μπάτλερ (!) απαντώντας πως όλα είναι καλά όταν οι ιδιοκτήτες ξυπνούσαν από τη φασαρία που έκανε.
«Κάτω από τα χτυπήματα της μοίρας, το κεφάλι μου είναι ματωμένο αλλά αλύγιστο»
Με αυτή τη φράση, που ουσιαστικά αποτελεί την απολογία του, ο Πίτερ Σκοτ τα είπε όλα. «Έχω ένα ανήθικο πάθος για κλοπή», πρόσθετε, καταρρίπτοντας τη… ρομαντική εικόνα του ιδεολόγου ληστή των πλουσίων και διασήμων αυτού του κόσμου. Ωστόσο αυτό δεν αλλάζει την αποστροφή του στη βία. Μόνο μια φορά «αναγκάστηκε» να καταφύγει σε αυτήν, όταν χτύπησε στη μύτη αστυνομικό που προσπαθούσε να τον συλλάβει. Α, όλα κι όλα, μπορεί να ήταν κλέφτης ή να έπαιζε με διαφορετικούς από τους συνηθισμένους όρους το παιχνίδι της ζωής, αλλά ήταν πάντα έτοιμος να αποδεχτεί την τιμωρία του.
Κατά τη διάρκεια της… καριέρας του, ο επονομαζόμενος και «Γάτος του Λονδίνου», υπολογίζεται ότι απέκτησε με (ας είμαστε ειλικρινείς) παράνομο τρόπο μετρητά και αντικείμενα των οποίων η αξία ξεπερνά τα 30 εκατ. ευρώ. Αφού πέρασαν όμως οι μέρες της… δόξας, το μόνο που του είχε απομείνει ήταν 400.000 σε… χρέη και μια παλιά Μερσέντες. Δώρο από τον διαβόητο Μπίλι Χιλ, τον γκάνγκστερ ο οποίος επίσης έκανε συστηματική αφαίμαξη στους πλούσιους Άγγλους και υπήρξε θαυμαστής της «δουλειάς» του Πίτερ Σκοτ. Του πιο YOLO διαρρήκτη ever, που πέρασε οριστικά στην ιστορία πριν από περίπου 4 χρόνια έχοντας ζήσει ακριβώς όπως ήθελε…