Ό,τι αρχίζει ωραίο τελειώνει με πόνο λέει το άσμα και ισχύει 100%. Ήταν η δεύτερη φορά που Θα δούλευα μεσημεριανή βάρδια στο γραφείο, αντί για πρωινή. Τι ωραία σκέφτηκα, θα τελειώσω τις δουλειές μου στην εφορία χωρίς να χάσω το ρεπό μου και μετά θα πάω στη δουλειά. Η ημέρα είχε ξεκινήσει άσχημα με το γόνατο πάλι να με πονάει και ήξερα ότι είχα 25 λεπτά ανηφόρα ως την εφορία. Αλλά δεν με ένοιαζε γιατί ήλπιζα ότι θα ξεμπέρδευα και δε θα τους ξανάβλεπα μέχρι την επόμενη χρονιά.
Το τι έγινε στον πρώτο όροφο της ΔΟΥ Γαλατσίου δεν έχει τόση σημασία. Ήταν ένα συνηθισμένο πρωινό στο πρώτο κομμάτι του. Κλασική καθυστέρηση, βαριεστημένες φάτσες, αλλά μαθημένα τα βουνά στα χιόνια. Το ενδιαφέρον ξεκίνησε όταν τελείωσα με τις δουλειές στο πρωτόκολλο και το εισόδημα και έπρεπε να πάω στο τμήμα εσόδων στον 3ο.
Στο τρομακτικό τμήμα εσόδων ξεκίνησε το πάρτι. Νέα αίθουσα, γεμάτη κόσμο, νέο χαρτάκι, νέες ουρές. Δεν με ένοιαξε, έτσι και αλλιώς δεν κάθομαι ποτέ γιατί οι μισοδιαλυμένες καρέκλες στη ΔΟΥ Γαλατσίου για τους ανθρώπους πάνω από 80 κιλά είναι παγίδες θανάτου. Μισή ώρα πριν σταματήσει να δέχεται κόσμο, στο ένα ταμείο έγινε έκρηξη από την υπάλληλο η οποία άρχισε να φωνάζει «Φτάνει, ως εδώ, σταματάω, δε σας αντέχω άλλο, να πάτε σε άλλη εφορία, δε θα πεθάνω για σας. Θα τυφλωθώωω, δεν μπορούμε να σας εξυπηρετήσουμε, δυο άτομα μόνα μας και γκρινιάζετε. Τελείωσε. Ως εδώ. Φεύγω. ΚΥΡΙΑ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΦΕΥΓΩ. ΣΤΑΜΑΤΑΩ ΝΑ ΕΞΥΠΗΡΕΤΩ. ΠΑΙΡΝΩ ΤΟ ΜΙΣΑΩΡΟ ΔΙΑΛΕΙΜΜΑ ΠΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥΜΑΙ.» Και πήγε στη διπλανή αίθουσα και έπινε κάτι, δεν ξέρω, δεν μπήκα. Άλλοι που μπήκαν είπαν ότι την είδαν να κάθεται και να πίνει καφέ.
Γενικά σε τέτοιες περιπτώσεις σκέφτομαι χιουμοριστικές ατάκες-απαντήσεις. Πχ στο δε θα πεθάνω για σας έπρεπε να της πω «Για κανέναν μην πεθάνετε. Δεν είναι ωραίο να πεθαίνεις για κάποιον άλλον. Η θυσία ή η αυτοκτονία για τρίτους δεν είναι λύση. Αν είναι να πεθάνετε, να πεθάνετε για πάρτη σας. Γιατί έτσι γουστάρατε. Για τη χαρά του θανάτου.»
Εννοείται ότι ακολούθησε έκρηξη και από τον κόσμο που περίμενε, με την καλύτερη ατάκα που ακούστηκε να είναι «Θα φωνάξω όσα κανάλια έχουν μείνει ανοιχτά». Εκπληκτική έμπνευση μπορώ να παραδεχτώ. Γέλασε και η ίδια. Η ίδια κοπέλα που το φώναξε πήγε στο γραφείο της προϊσταμένης και ζητούσε να βγει έξω και να την εξυπηρετήσει αυτή αλλιώς δε θα έφευγε ποτέ από εκεί. Η απάντηση της προϊσταμένης ήταν «Απαξιώ». Δεν την άκουσα ομολογώ, μου μεταφέρθηκε.
Αν είχα και εγώ να εξυπηρετήσω την κυρία που έμοιαζε στην Σμαρώ Στεφανίδου, με γκρι περούκα και όλα τα ρούχα της μαντάμ Σουσού, με τον κουστουμάτο δικηγόρο γιο της που ήθελε να εκτυπώσει την ταυτότητά του (μάλλον) από φωτογραφία του κινητού, επειδή την είχε ξεχάσει στο γραφείο και με τρέλαιναν ότι στην άλλη εφορία τελείωσαν γρήγορα, έχοντας μπει για μια ερώτηση, πηδώντας την σειρά, μπορεί να είχα εκραγεί και εγώ.
Γενικότερα υπήρχε μια απαξίωση του κόσμου προς τους υπαλλήλους. Του ίδιου κόσμου που δεν είχε ιδέα βασικών αριθμών, βασικών γνώσεων που θα έκανε τη δουλειά του υπαλλήλου πολύ πιο γρήγορη. Πας στην εφορία χωρίς να ξέρεις ΑΦΜ; Πας στην εφορία μετά από 5 χρόνια γιατί «εγώ δεν ξέρω από αυτά» αλλά μόλις είδες επιστροφή φόρου ξαφνικά έμαθες από αυτά και ήθελες να εξυπηρετηθείς σε ρυθμούς πολυβόλου; Φαντάζομται θα περίμενες στο μισάωρο να έχεις μετρητά στο τσεπάκι σου. Πού πας και κυρίως πότε πας;
Φτάνεις 13:30, παίρνεις το νούμερο 96 και διαμαρτύρεσαι γιατί εξυπηρετούσαν το 68; Και όταν προσπαθεί ο κόσμος να σε βοηθήσει παριστάνεις τον ανήξερο τόσο για κωδικούς taxis, όσο και για κλειδάριθμους και υπηρεσίες που αν τις χρησιμοποιούσες δε θα χρειαζόταν να φτάσεις στην ουρά που κάποιοι έπρεπε να βρεθούμε γιατί απαιτούνταν η προσωπική παρουσία μας εκεί. Ο ίδιος τύπος, ο κλασικός τύπος που παριστάνει τον ανήξερο και ξεκινάει τους καβγάδες περιφερόμενος σε γραφεία με ένα τσαλακωμένο χαρτί, αγνοώντας ουρές γιατί «δεν ξέρω ρε παιδιά» και «γιατί αργούν τόσο; Όλοι αυτοί περιμένουν στην ίδια ουρά;». Όχι, τα νούμερα της κλήρωσης του ΚΙΝΟ περιμένουν και είπαν μήπως σήμερα τα βγάζουν οι οθόνες στην εφορία. Τύποι φαινομενικά ήρεμοι και αγαθοί που πριζώνουν με την προσποιητή ανιδεότητά τους αυτούς που είναι στα όριά τους. Αυτοί είναι οι χειρότεροι. Χειρότεροι και από τους φωνακλάδες ή τους νευρικούς.
Εννοείται ότι με τη μούτζα που έχω φάει ο αριθμός που σταμάτησε να εξυπηρετεί η υπάλληλος, που έπαθε τον νευρικό κλονισμό, ήταν ο προηγούμενος από μένα. Ήμουν ακριβώς μπροστά στο ταμείο όταν έγινε το μπαμ, με τον φάκελο μου, έτοιμο να τους τον βγάλω έξω και να τους τον δείξω. Η δεύτερη υπάλληλος, φοβερά ήρεμη και ευγενική (σε σχέση με όσα συνέβαιναν) που έμεινε πήγε να με εξυπηρετήσει, μου είπε ότι θα χρειαζόντουσαν δυο υπογραφές στον κάτω όροφο και ότι μάλλον δε θα προλάβαινα. Λογικό. Ούτε εγώ ήθελα να επιστρέψω ξανά στην αίθουσα που μύριζε μπαρούτι, με μια υπάλληλο μόνη και να προσπαθήσω να ολοκληρώσω μια δουλειά ενώ έχουν μπει άλλοι να εξυπηρετηθούν.
Αύριο το πρωί θα ξαναπάω στις 8 με ηρεμιστικά σε βελάκια και αν ξαναγίνει κάτι τέτοιο θα σηκώσω το κομπιούτερ να το πάρω σπίτι μου να τελειώσω τη δουλειά μου. Πάντα ψύχραιμα. Δεν πρόκειται να εμπλακώ σε καβγά.
Από αυτήν την ωραία ατμόσφαιρα κρατάω το «θα τυφλωθώ» που φώναζε η υπάλληλος μετά από 5,30-6 ώρες μπροστά σε υπολογιστή και το «θα καλέσω όσα κανάλια έμειναν ανοιχτά». Πολύ δυνατές ατάκες και οι δύο για διαφορετικούς λόγους. Μακάρι να είναι καλά τα ματάκια της υπαλλήλου. Κάθομαι εγώ μπροστά από οθόνες 17 ώρες την ημέρα και ξέρω πόσο δύσκολο είναι το πρώτο πεντάωρο. Μετά το μάτι σου συνηθίζει χωρίς υγρό, χωρίς να κλείνει τα βλέφαρα, με το κόκκινο εσωτερικό φωτάκι του να δηλώνει ότι έγινες πια ο Τ-800 που πάντα ονειρευόσουν.