Ο μαραθώνιος από μόνος του αποτελεί έναν άθλο. Είτε πρόκειται για την κλασική διαδρομή των 42.195 μέτρων είτε για μια από τις πολλές (ακόμη πιο δύσκολες και απαιτητικές) παραλλαγές του που καλύπτουν οι υπερμαραθωνοδρόμοι, είναι μια διαδικασία που οδηγεί την ανθρώπινη φύση στην αναζήτηση των ορίων της.
Στην Αμερική, όμως, εδώ και 30 χρόνια διεξάγεται ένας αγώνας που ξεπερνά κάθε άλλον. Με κανόνες που παραπέμπουν σε εκπαίδευση στις ειδικές δυνάμεις ή reality επιβίωσης και προϋποθέσεις που δεν συναντά κανείς σε κανένα άλλο σπορ.
Ο μαραθώνιος του Μπάρκλεϊ (στην πραγματικότητα αγώνας ανωμάλου δρόμου ή κάτι παραπάνω) στα ποτισμένα από την ομίχλη Απαλάχια Όρη είναι ένα παιχνίδι κρυμμένου θησαυρού. Όπου οι συμμετέχοντες έχουν μεν να νικήσουν το χρόνο, όμως ο πραγματικός αντίπαλός τους είναι ο εαυτός τους. Διόλου ανεξήγητα, μόλις 15 έχουν κατορθώσει να τρέξουν την απόσταση μέχρι τέλους και μπορούν να πουν με περηφάνια πως βγήκαν νικητές.
Τα παράξενα ξεκινούν από την αίτηση συμμετοχής
Για να μπορέσει κάποιος να πάρει μέρος αρκεί να δαπανήσει 1 δολάριο και 60 σεντς. Τόσο είναι το κόστος που συνοδεύει την αίτηση. Παράλληλα, όμως, οφείλει να στείλει κι ένα κείμενο στο οποίο συνοπτικά να εξηγεί τι πήγε τόσο λάθος στη ζωή του ώστε να υποβάλλεται εκούσια σε ένα τέτοιο βασανιστήριο.
Μόνο 40 δρομείς γίνονται δεκτοί κάθε χρόνο, αλλά πριν ακούσουν το πολυπόθητο «ναι», πρέπει να απαντήσουν σε ένα ερωτηματολόγιο. Μια γραπτή εξέταση με ερωτήσεις που κυμαίνονται από το «πώς επηρεάζει η θεωρία των υπερχορδών τα όσα γνωρίζουμε περί κβαντικής βαρύτητας», μέχρι το «ποιος είναι ο σωστός χρόνος βρασμού ενός αυγού προκειμένου αυτό να βγει μελάτο». Κανείς δεν ξέρει γιατί επιλέγονται τέτοια θέματα ή αν έχει οποιαδήποτε σημασία το τι θα απαντήσεις. That’ s the name of the game.
Εκείνοι που θα ξεπεράσουν και αυτό το εμπόδιο, θα χρειαστεί να κουβαλήσουν μαζί τους μέχρι τα Απαλάχια Όρη -εκτός από την αυτοπεποίθησή τους- και κάτι ακόμη. Οι «παρθένοι» που θα συμμετάσχουν για πρώτη φορά, μια πινακίδα αυτοκινήτου από την πολιτεία τους. Όσοι έχουν ξαναπεράσει το μαρτύριο χωρίς να τερματίσουν, ένα κομμάτι ρούχου, ένα ζευγάρι κάλτσες ή ένα φορεμένο πουκάμισο. Ενώ οι ελάχιστοι εκλεκτοί που στο παρελθόν ολοκλήρωσαν την διαδρομή (οι «απόφοιτοι», όπως τους αποκαλούν) αρκεί να παραδώσουν ένα πακέτο τσιγάρα Camel στους διοργανωτές. Απλά πραγματάκια.
Τέλος, απαιτείται και μια απλή υπεύθυνη δήλωση που να γράφει «αφού είμαι αρκετά ηλίθιος για να συμμετάσχω στον μαραθώνιο του Μπάρκλεϊ, μου αξίζει να θεωρούμαι αποκλειστικά υπεύθυνος για κάθε συνέπεια της απόπειράς μου. Οικονομική, σωματική, ψυχική ή οποιαδήποτε άλλη».
Η διαδρομή
Στη θεωρία πρόκειται για μια μη σταθερή διαδρομή που καλύπτει από 150 μέχρι 200 χιλιόμετρα. Κάθε χρόνο αλλάζει, ενώ και η απόσταση μεταβάλλεται. Μέσα σε 60 ώρες οι αθλητές πρέπει να έχουν ολοκληρώσει 5 «γύρους» σε ένα δραματικά αφιλόξενο, ορεινό περιβάλλον. Πνιγμένο στην ομίχλη των βουνών του Τενεσί, περνώντας μέρα και νύχτα μέσα από δύσβατα μονοπάτια, εγκαταλελειμμένα ορυχεία, παγωμένα ποτάμια και άγρια φύση.
Υπολογίζεται πως χρειάζεται να καλύψουν δυο φορές το ύψος του Έβερεστ (περίπου 16.500 μέτρα) σε αναρριχήσεις και καταβάσεις, μιας περιοχής της οποίας τον χάρτη παίρνουν στα χέρια τους μόλις το προηγούμενο βράδυ. Μπορούν να έχουν μαζί τους πυξίδα, εννοείται όχι GPS και τέτοιες… φλωριές, ενώ σε κάθε γύρο των 30 χιλιομέτρων υπάρχουν 2 σημεία με βρύσες για νερό. Αυτή είναι και η μοναδική εξωτερική βοήθεια. Αν τα προσπεράσεις χωρίς να τα δεις, απλά συνεχίζεις με την ελπίδα πως δεν θα συμβεί το ίδιο με τα επόμενα.
Συνολικά υπάρχουν 10-13 σημεία ελέγχου, ώστε να διασφαλιστεί πως κανείς δεν κόβει δρόμο. Σε κάθε ένα από αυτά βρίσκεται ένα βιβλίο. Κάθε συμμετέχων, ανάλογα με το νούμερό του, πρέπει να φτάσει εκεί και να κόψει τη σελίδα με τον αντίστοιχο αριθμό ως απόδειξη πως πέρασε από εκεί που έπρεπε. Όσοι δεν το βρουν μέσα στο προκαθορισμένο χρονικό όριο ή απλά τα παρατήσουν, γίνονται βούκινο στην κυριολεξία. Ένας κύριος με σάλπιγγα παίζει το πένθιμο εμβατήριο ενημερώνοντας τους υπόλοιπους για την απώλεια ενός ανταγωνιστή.
Πώς ξεκίνησε
Η ιδέα για τον πιο απαιτητικό αγώνα στις ΗΠΑ, αν όχι στον κόσμο, ξεκίνησε από ένα από τα πλέον τραγικά γεγονότα του 20ού αιώνα. Τη δολοφονία του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ. Όταν ο φονιάς του, Τζέιμς Ερλ Ρέι, δραπέτευσε από την φυλακή, συνελήφθη περίπου 55 ώρες μετά. Είχε προσπαθήσει να διαφύγει στα βουνά, αλλά δεν πρόλαβε να καλύψει παρά μόνο 8 μίλια. Διαβάζοντας την είδηση ένας ντόπιος δρομέας, ο Λαζ Καντρέλ, σχολίασε πως ο ίδιος θα μπορούσε να είχε διανύσει τουλάχιστον 100.
Αποδείχτηκε πως ήταν υπερβολικός και είχε μεγάλη ιδέα για την πάρτη του. Στις φορές που συμμετείχε στο event που δημιούργησε ο ίδιος δεν κατόρθωσε ποτέ να ξεπεράσει τα 40. Όσο για την ονομασία, αποτελεί φόρο τιμής για τον επί σειρά ετών φίλο και παρτενέρ του στο τρέξιμο μεγάλων αποστάσεων, Μπάρι Μπάρκλεϊ.
Το πιο κλειστό κλαμπ του κόσμου
Ένας τόσο παράξενος αγώνας δεν θα μπορούσε παρά να έχει παράδοξη εκκίνηση. Κόντρα σε όλα τα πρότυπα υγιεινούς ζωής και άθλησης, ο Λαζ απλά ανάβει το τσιγάρο του. Πριν καν κατεβάσει την πρώτη τζούρα, οι συμμετέχοντες αμολιόνται και ξεκινούν την αναμέτρησή τους με το χρονόμετρο, τη φύση και τον εαυτό τους, που μετά τα πρώτα χιλιόμετρα τους εκλιπαρεί «σταματήστε».
Στον πρώτο αγώνα το 1986 πήραν μέρος 13 άτομα. Δεν τερμάτισε κανείς. Το ίδιο συνέβη και όλα τα επόμενα χρόνια, μέχρι να φτάσουμε στο 1995. Ένας Άγγλος, ο Μαρκ Γουΐλιαμς είχε την τιμή να γίνει ο πρώτος που τα κατάφερνε και μέχρι το 2001 δεν βρέθηκε κανένας άλλος για να προσθέσει το όνομά του δίπλα στο δικό του.
Από εκείνο το σημείο και μετά ολοένα και περισσότεροι θέλησαν να το πετύχουν. Αυτή η ιδιότυπη διοργάνωση συγκέντρωσε το ενδιαφέρον υπεραθλητών που προέρχονταν από τον στίβο, το τρίαθλο ή ακόμη και τις ειδικές δυνάμεις του στρατού. Από ανθρώπους που ένιωσαν πως είχαν πράγματα να αποδείξουν.
Ή ήταν απλά αρκετά μαζοχιστές ώστε να συμμετάσχουν. Στα χρόνια που ακολούθησαν, πάντως, μόλις 15 τα κατάφεραν, συνθέτοντας ένα από τα πιο κλειστά κλαμπ στον κόσμο. Εκείνο των νικητών του μαραθωνίου του Μπαρκλεϊ. Ξεχωριστή θέση σε αυτό έχει ο Τζάρεντ Κάμπελ ο οποίος τερμάτισε το 2012 κι επέστρεψε για να το κάνει άλλες δύο φορές. «Πιθανότατα έπαθα κάποια εγκεφαλική βλάβη», απαντά χαμογελώντας στην ερώτηση «γιατί να το δοκιμάσει κάποιος ξανά»!
Δραματικό φίνις
Μεταξύ των νικητών δεν έχει υπάρξει ποτέ κάποια γυναίκα. Η καλύτερη θηλυκή εμφάνιση ήταν αυτή της Σου Τζόνστον το 2001 όταν κάλυψε κάτι παραπάνω από 100 χιλιόμετρα. Μην βιαστείτε να υποτιμήσετε το ρεκόρ της. Δεκάδες συμμετέχοντες δεν έχουν καταφέρει να φτάσουν καν στο πρώτο check point, στο πρώτο βιβλίο, που βρίσκεται συνήθως 3-4 χιλιόμετρα μετά την αφετηρία…
Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Τζον Κέλι. Ένας ντόπιος με διδακτορικό και αγάπη για αυτά τα βουνά και τον συγκεκριμένο αγώνα στον οποίο δοκίμασε για τρίτη φορά. Παρά την δραματική εμπειρία της προηγούμενης χρονιάς όταν εγκατέλειψε αιμόφυρτος από τα αμέτρητα αγκάθια που είχαν διαπεράσει το κορμί του. Με μια από τις κορυφές να φέρει το επώνυμό του, όμως, καθώς η οικογένειά του ζει στην περιοχή για πάνω από δύο αιώνες, ήταν ένα προσωπικό στοίχημα που έπρεπε να κερδίσει.
Ο Κέλι τερμάτισε σε 59 ώρες 30 λεπτά και 53 δευτερόλεπτα. «Είναι αλήθεια πως είχαμε μερικούς πολύ γρήγορους αθλητές φέτος», παρατηρεί ο Λαζ Καντρέλ, «αλλά ξέρετε, συχνά η ταχύτητα σκοτώνει», συμπληρώνει. Εκείνος πάντως που είδε τις ελπίδες του να πεθαίνουν ήταν ο Καναδός Γκάρι Ρόμπινς, ένας υπερμαραθωνοδρόμος που θεωρείτο το μεγάλο φαβορί. Μια λάθος στροφή ήταν αρκετή για να χαθεί πολύτιμος χρόνος και να τερματίσει τελικά σε 60 ώρες και 6 δευτερόλεπτα.
Μετά από 60 ώρες υπεράνθρωπης προσπάθειας έχασε τον στόχο για 6 δευτερόλεπτα. Ένας δραματικός τερματισμός με απροσδόκητο κι επώδυνο τέλος το οποίο όμως δεν του έσβησε ούτε το χαμόγελο ούτε τη δίψα να επιστρέψει ξανά μετά από ένα χρόνο προκειμένου να μετρηθεί με τη φύση και τα όρια της ύπαρξής του. Όπως συμβαίνει με κάθε ξεχωριστό «τρελό» που αποφασίζει να λάβει μέρος στον Μαραθώνιο του Μπάρκλεϊ.
*Με πληροφορίες και φωτογραφίες από esquire.com, runningmagazine.ca, garryrobbinsun και mattmahoney.net