Χολαργός, μεσημέρι προς απόγευμα, η βουή απ’ την αυτοκίνηση στη Μεσογείων πλησιάζει ξανά στο φόρτε της και οι θαμώνες στις καφετέριες του Χολαργού απολαμβάνουν στα γρήγορα μια ακόμη ηλιόλουστη μέρα Οκτωβρίου.
Αυτή η λιακάδα είναι η μοναδική παραφωνία στη ρουτίνα των εικόνων για μια τέτοια εποχή του χρόνου.
Είναι όμως ίσως και η πλάνη στη ρουτίνα μιας εποχής που (αν είσαι από τους τυχερούς) είτε θα πιεις τον καφέ στο πόδι, στερούμενος ανέμελο χρόνο, είτε – άνεργος ων – θα βρεθείς να μασάς και το καλαμάκι, ώστε να σκοτώσεις τον άγονο ελεύθερο χρόνο σου.
Εκεί όμως, κάπου μεταξύ των μετρό Χολαργού και Νομισματοκοπείου, υπάρχει και μια… παραφωνία σταθερή. Ασυνάρτητη με τις καιρικές συνθήκες. Ένα μέρος απόδρασης από αυτή την οπτική ρουτίνα, μια ιδιότυπη γκαλερί, όχι έργων τέχνης, αλλά «εργαλείων» για ένα ταξίδι στο χρόνο.
Όπου χρόνος οι δεκαετίες του ’60 και του ’70 κι όπου ταξίδι η ξενάγηση από τον ιδιοκτήτη του (ανύποπτου) χώρου της… διπλανής πόρτας, Γιάννη Γουβιανάκη.
Πολλοί τον «γνωρίζετε» ήδη, όχι όμως με… ονοματεπώνυμο. Είναι ο κάτοχος της πιο «νοσταλγικής» και μιας από τις πιο δημοφιλείς (συγκριτικά με το χρόνο λειτουργίας της) σελίδας στο Facebook. Το όνομά της «konserva – vintage culture». Μια, σε ελεύθερη μετάφραση, ψηφιακή χρονομηχανή, που προβάλλει αποκλειστικά φωτογραφίες ρετρό από την Ελλάδα των 50s, 60s και 70s. Οι περισσότερες αφορούν την εικόνα των ελληνικών πόλεων εκείνα τα χρόνια (ιδίως της Αθήνας). Ο χρήστης που περιηγηθεί θα βρει επίσης συμβολικά αντικείμενα και πρόσωπα της εποχής.
Πρόκειται για μία από τις πιο διαδραστικές σελίδες στα social media, με την απήχηση στις αναρτήσεις της να αποτελεί έκπληξη ακόμα και για τον ίδιο το δημιουργό της.
Η (καρφιτσωμένη) εικόνα της Ομόνοιας τη δεκαετία του ’60 για παράδειγμα έχει 54.000 likes, πάνω από 5.700 κοινοποιήσεις και άνω των 1200 σχολίων! Δεν είναι εξαίρεση, αλλά κανόνας. Κάθε φωτογραφία που ανεβαίνει έχει χιλιάδες likes και τουλάχιστον εκατοντάδες κοινοποιήσεις. Η ίδια η σελίδα έχει φτάσει στο όριο των 50.000 likes στους 12 μήνες λειτουργίας της, χωρίς κείμενα ή άλλες προωθητικές δημοσιεύσεις. Μόνο με φωτογραφίες και σε ρυθμό αναρτήσεων, μία την ημέρα.
Συναντήσαμε τον αρχιτέκτονα στο επάγγελμα κ. Γουβιανάκη, στο vintage στέκι του, στο Χολαργό, όπου διαπιστώσαμε ότι το κομμάτι των φωτογραφιών είναι μόνο ένα μικρό μέρος της συλλογής.
Πίσω από τη σελίδα του Facebook «κρύβεται» μια ολοκληρωμένη vintage κουλτούρα, με μπόλικο μεράκι και πάμπολλες ώρες αναζήτησης. Ο κάτι σαν εκθεσιακός χώρος περιλαμβάνει κάθε λογής αναμνηστικά, από ένα κόκκινο τηλέφωνο (με το γνωστό κέρμα) έως μια… ολοκόκκινη Mercedes 280 sL του ’79!
Η φράση «vintage» αναφέρεται όμως μόνο σε original κομμάτια (και όχι σε ρέπλικες) και αυτό είναι κάτι που γνωρίζει πολύ καλά ο Γιάννης Γουβιανάκης. Τα πάντα εκεί μέσα είναι αυθεντικά: καρτ-ποστάλ, αφίσες από ελληνικές ταινίες των 60s και 70s, παιχνίδια, εξαρτήματα, τηλεοράσεις, pick-up, ραδιόφωνα, τηλέφωνα, έπιπλα, φωτογραφικές μηχανές, κ.α.
Μια έξτρα προϋπόθεση για να συμπεριληφθούν στη συλλογή είναι η δυνατότητα να λειτουργούν (όσα διαθέτουν φυσικά μηχανική λειτουργία). Ακούσαμε μουσική από το «space age» pick του ’70, πήραμε τηλέφωνο από μια μαύρη αντίκα του ’60 και κλείσαμε… θέση για μια βόλτα είτε με το θρυλικό Vespino (η Vespa 50s του ’72), είτε με την εντελώς «ανέγγιχτη» Mercedes cabrio, στην οποία φιγουράρει ακόμα η μητρική πινακίδα και παραμένει άβαφη για 38 χρόνια.
Ο ρομαντισμός που αναδύει ο χώρος ίσως να μοιάζει ασύμβατος με έναν αρχιτέκτονα minimal – μοντέρνας αισθητικής. Ποιος είπε όμως ότι τα μεγάλα… ρομάντζα αντανακλούν μόνο σε μη ετερόκλητους πόλους;
«Η δραστηριότητα αυτή είναι αποτέλεσμα της γοητείας που μου ασκεί η κουλτούρα εκείνων των δεκαετιών. Είναι καθαρά θέμα αισθητικής. Δεν έχει να κάνει με τον τρόπο ζωής, ή με τις πολιτικές και κοινωνικο-οικονομικές συνθήκες του τότε. Ούτε η σελίδα στο Facebook αποσκοπεί σε κάποια, άμεση ή έμμεση, σύγκριση του τότε και του τώρα. Κάποιοι – μια πολύ μικρή μειονότητα είναι η αλήθεια – το έχουν παρεξηγήσει αυτό και εκμεταλλευόμενοι τις φωτογραφίες, κάνουν αρνητικά σχόλια. Το κίνητρο δεν είναι να ωραιοποιηθεί εκείνη η εποχή, αλλά να αναδειχθεί η εικόνα και η αύρα της. Κάθε εποχή άλλωστε έχει τα θετικά και τα αρνητικά της. Μια μικρή μειονότητα χρηστών το έχει παρεξηγήσει », μας λέει ο Ηρακλειώτης στην καταγωγή Γιάννης, ο οποίος γεννήθηκε το 1966 και πολλά απ’ αυτά που αναρτά (η συλλέγει) δεν τα έχει προλάβει καν.
Ο Γάλλος συγγραφέας Αντρέ Μωρουά έλεγε ότι η πρώτη συνταγή για την ευτυχία είναι να αποφεύγεις τις μεγάλες αναπολήσεις από το παρελθόν. Τον ρωτήσαμε αν συμφωνεί, επιμένοντας στο ερώτημα αν αυτή η διαρκής αναδρομή στο παρελθόν κρύβει μια δόση νοσταλγίας.
«Η όποια νοσταλγία αφορά αποκλειστικά τη μόδα και το στιλιστικό ύφος εκείνης των 60s και 70s. Αλλά και πάλι δεν θα το έλεγα νοσταλγία, αλλά γούστο. Οι εικόνες από την Αθήνα εκείνων των δεκαετιών σε μεταφέρουν νοερά στην αισθητική εκείνης της εποχής», μας λέει και προσθέτει:
Προφανώς σε πολλές από τις εικόνες αυτές απεικονίζεται μια Αθήνα πιο όμορφη απ’ ότι είναι τώρα. Αυτό είναι κάτι υποκειμενικό, αλλά οι αντιδράσεις του κόσμου στο Facebook καταδεικνύουν ότι είναι πολλοί οι άνθρωποι που μοιράζονται την ίδια άποψη.
Όταν έκανα τη σελίδα δεν περίμενα ούτε κατά διάνοια αυτή τη μαζική απήχηση. Τους πρώτους μήνες ακόμα και φίλοι μου αντιμετώπιζαν το εγχείρημα με επιφύλαξη. Πλέον όμως όχι. Αντιλαμβάνονται ότι οι οπαδοί της vintage κουλτούρας μπορεί να είναι πολύ περισσότεροι απ’ όσο νομίζαμε όλοι».
Δεξαμενές της συλλογής του Γιάννη Γουβιανάκη είναι τα παλαιοπωλεία, κάποια διαδικτυακά καταστήματα και φυσικά ιδιώτες. Το «υπερατού» αυτής είναι οι διαφημιστικές αφίσες των ελληνικών ταινιών, περίπου 700 στον αριθμό, όλες αυθεντικές. Περίοπτη θέση κατέχουν τρεις διαφημιστές αφίσες του ΕΟΤ, από τις δεκαετίες ’50 και του ’60, φιλοτεχνημένοι από σπουδαίους καλλιτέχνες της εποχής, όπως η Μίνα Ορφανού και ο Γιάννης Μόραλης.
Σε λίγες ημέρες θα υποδεχτούμε στο διαδικτυακό αέρα το «Konserva.gr». Ένα καινοτόμο site με εικόνες, ιστορίες και βίντεο μιας εποχής που στο τέλος της μέρας διακρίνεται μεταξύ άλλων για το ανεξίτηλο αποτύπωμά της στην κουλτούρα της αισθητικής.
Εκεί όπου ο Γιάννης θα δίνει καθημερινό ραντεβού με τους «φίλους» του και όλους όσοι αναζητούν κάτι διαφορετικό στο διαδίκτυο. Κάτι (νοσταλγικά) «παράφωνο» στην οπτική ρουτίνα του σήμερα…