Το παν, λένε, είναι η ποιότητα και όχι η ποσότητα.
Δεν κατάλαβα ποτέ γιατί κάποιος να πρέπει αναγκαστικά να επιλέξει κάποιο από τα δυο (και όχι να τα συνδυάσει) αλλά εν πάση περιπτώσει ας δεχθούμε ότι ισχύει.
Ή μάλλον ότι ισχύει τώρα που μεγαλώσαμε. Γιατί κάποτε, όταν ήμασταν παιδάκια, τα πράγματα ήταν πολύ απλότερα.
Δεν παιδεύαμε το μυαλό μας αν κάτι που διαθέταμε/απολαμβάναμε/μας προσφερόταν ήταν αρκετά καλό.
Μας ενδιέφερε σε πρώτη φάση ότι το διαθέταμε. Και η ικανοποίησή μας εξαρτιόταν αποκλειστικά και μόνο από ένα πράγμα: Από το πόσες φορές θα επαναλαμβανόταν!
Δεν είχε σημασία λοιπόν το πόσο φχαριστιόσουν κάτι ή οι συνθήκες που θα το έκανες ή θα το αποκτούσες. Είτε μιλούσαμε για κάτι υλικό, είτε για κάποια δραστηριότητα, το θέμα ήταν να… γράφει το κοντέρ!
Έτσι, το μέτρημα ήταν απαραίτητο. Οι συγκρίσεις και οι κόντρες με τους συμμαθητές και τους φίλους ήταν ατελείωτες.
Σε συγκεκριμένα πράγματα λοιπόν το θεωρούσες ΔΕΔΟΜΕΝΟ ότι πρέπει να κρατάς λογαριασμό. Όπως, για παράδειγμα, στα εξής:
Μπάνια
Τι σημασία είχε που ήταν (ακόμα) Μάιος; Ποιος ενδιαφερόταν αν είχε κρύο; Το ψηστήρι στους γονείς για το πρώτο μπάνιο -ώστε να αρχίσεις από νωρίς να γράφεις και να βρεθείς στην… pole position έναντι των ανταγωνιστών- ξεκινούσε από νωρίς.
Η παραλία, η παρέα και το πόσο έμενες δεν είχε τόση σημασία. Ακόμα και αν βουτούσες στο νερό για διάστημα μικρότερο της βάφτισής σου, το μπάνιο θεωρείτο έγκυρο. Κι αν ήσουν και λίγο ζαβολιάρης, μεγάλωνες τον αριθμό μετρώντας και δυο διαφορετικές επισκέψεις στην παραλία την ίδια μέρα.
Παγωτά
Καταρχάς στη δική μου την εποχή (ναι, είμαι τόσο μεγάλος) τον χειμώνα δεν ήταν καθόλου βέβαιο ότι θα βρεις περίπτερο που να πουλάει παγωτά. Από μόνο του λοιπόν το γεγονός ότι έπρεπε να περιμένεις τους τελευταίους μήνες της άνοιξης/πρώτους του καλοκαιριού για να το απολαύσεις, εκτόξευε την προσμονή.
Έτσι, όταν έφτανε ο καιρός, έπεφτες με τα μούτρα (κυριολεκτικά κι εδώ) στη μάχη. Χωρίς να μετράει παγωτό χύμα που έφαγες στο σπίτι -αλλά μόνο αυτά από το περίπτερο- και με τη συλλογή των δώρων από το Lucky Cup, που έκανε θραύση τότε, να βοηθούν στην καταμέτρηση.
Κορίτσια που τα ‘χαμε φτιάξει
Ναι, ok, το συγκεκριμένο… στατιστικό συνεχίστηκε και μετά τα παιδικά μας χρόνια. Ανεξάρτητα από το αν το κριτήριο ήταν οι σχέσεις ή τα μαρσαρίσματα, είχε ο καθένας το δικό του νούμερο. Μόνο που όταν ήμασταν παιδιά το πράγμα ήταν πολύ αθωότερο.
Καταρχάς δεν υπήρχε ο περιβόητος «κανόνας του 3» (ο πραγματικός αριθμών γυναικών +3 για το εφέ). Το να απαντήσει θετικά το κορίτσι στην ερώτηση «θέλεις να τα φτιάξουμε» ήταν αρκετό για να πιαστεί ως σχέση. Και προφανώς στις αμέτρητες κόντρες των αγοριών είχε περίοπτη θέση το ποιον «τον αγαπάνε» οι περισσότερες.
Λεφτά από τα κάλαντα
Θα πει κάποιος πως όταν μιλάμε για λεφτά είναι δεδομένο ότι θα μετρήσεις. Εκείνα που βγάζαμε όμως τα Χριστούγεννα από τα κάλαντα δεν ήταν μόνο ένα εξαιρετικά χρήσιμο έσοδο. Ήταν και ένας (ακόμα) λόγος ανταγωνισμού με τους φίλους, τις παρέες ή ακόμα και τα αδέρφια μας.
Ξεκινώντας ΠΑΝΤΑ με μειονέκτημα εναντίον των κοριτσιών (που κέρδιζαν μεγαλύτερες συμπάθειες με τη φωνή και την παρουσία τους, άρα και καλύτερο… κασέ για το πρόγραμμά τους) το δικό σου σχήμα με τον κολλητό σου έπρεπε να κάνει περισσότερες επισκέψεις για να καλύψει το χάντικαπ. Και φυσικά να φάει ΟΛΑ τα κέρδη το απόγευμα στα ηλεκτρονικά.
Τα τσουτσούνια μας
Ας μη λέμε ψέματα. Ας μην κρυβόμαστε. Menshouse λέγεται το site, μιλάμε μεταξύ μας σαν άντρες. Το μέγεθος του ανδρισμού μας λοιπόν αποτέλεσε συχνά θέμα συζήτησης όταν ήμασταν έφηβοι. Και τουλάχιστον μια φορά στη συγκεκριμένη περίοδο της ζωής μας όλοι μπήκαμε στον πειρασμό να κάνουμε μια πρόχειρη μέτρησή του.
Είτε για να δούμε που βρισκόμαστε σε σχέση με τους μέσους όρους, είτε για να μπορούμε να μιλήσουμε με… στοιχεία (ίσως και ελαφρώς διογκωμένα) στην επόμενη εποικοδομητική συζήτηση του «ποιος τον έχει μεγαλύτερο».