Δεν έχει σημασία αν έχεις καλή φωνή ή όχι.
Δεν παίζει ρόλο αν μαγεύεις όποιον σ’ ακούει ή μαραίνονται τα λουλούδια στις γλάστρες όταν ανοίγεις το λαρύγγι σου.
Επίσης δεν έχει να κάνει με το πόσων χρονών είσαι, τι ομάδα υποστηρίζεις, σε ποιο κόμμα ανήκεις, τι εθνικότητας είσαι…
Ό,τι απ’ όλα αυτά και αν ισχύει και ό,τι δουλειά κι αν κάνεις, ισχύει μέχρι τη στιγμή που θα μπεις στο μπάνιο.
Γιατί από τη στιγμή που θα πατήσεις το πόδι σου στην μπανιέρα είσαι ένα και μόνο πράγμα:
Τραγουδιστής!
Σε μια από τις ελάχιστες συμφωνίες της ανθρωπότητας παγκοσμίως, η ανάγκη να… σπικάρεις δυο φωνήεντα αφότου μπεις για ντουζάκι είναι κοινή.
Από τον Μπαράκ Ομπάμα (όπως έχει αποκαλύψει η ίδια η σύζυγός του) μέχρι τη Σούλα την ψιλικατζού από τα Κάτω Σεπόλια όλοι θα μπουν στον πειρασμό να χρησιμοποιήσουν το τηλέφωνο του μπάνιου ως μικρόφωνο.
Είναι η καλή διάθεση επειδή έχεις χαλαρώσει; Είναι οι υδρατμοί που μαλακώνουν τις φωνητικές χορδές;
Είναι η ακουστική από το πλακάκι που κάνει τη φωνή σου -ακόμα κι αν είσαι ο Ταμπάκης- να ακούγεται καλύτερη;
Όποια κι αν είναι η εξήγηση, το αποτέλεσμα είναι το ίδιο: Θα μπεις για μπάνιο… και θα πεις κι ένα τραγούδι!
Το ρεπερτόριο λοιπόν μπορεί να ποικίλει: Θέλεις να εκτελέσεις το «Αλίμονο» του Μητροπάνου; Ψήνεσαι να ερμηνεύσεις Μάλαμα; Γουστάρεις να κοπανηθείς με Megadeth ή να μερακλώσεις με βλάχικα και κρητικά;
Μέσα στην μπανιέρα σου εσύ κάνεις κουμάντο! Κανένα κοινό δεν θα σε κρίνει. Είσαι για την πάρτη σου και μόνο.
Γι’ αυτό μπορείς να τραγουδήσεις κομμάτια τα οποία ΠΟΤΕ δεν θα τολμούσες μπροστά σε άλλους.
Όπως, για παράδειγμα, τα εξής:
«Γυμνός μες στην Ελλάδα». Καταρχάς συντρέχουν και οι δυο προϋποθέσεις: Και γυμνός είσαι (αν δεν κάνεις μπάνιο με μαγιό) και κάπου στη χώρα βρίσκεσαι (αν δεν θεωρείς απαραίτητο να βρεθείς στο εξωτερικό για να κάνεις ένα ντουζάκι).
Ε, τα υπόλοιπα έρχονται από μόνα τους. Και όπως κυλάει γάργαρο το νεράκι, τα δίνεις όλα με τον συγκλονιστικό στίχο της Έφης «στα βράχια της Αλόννησου βρήκα το παντελόνι σου, στην όμορφη Καστέλλα σορτσάκι και φανέλα».
«Μπουρνουζοπετσέτα». Όχι αυτή που είναι κρεμασμένη απέναντί σου και θα σκουπιστείς όταν τελειώσεις το μπάνιο (και το πρόγραμμα). Την άλλη, του Καναράκη.
Που είναι «τρυφερή σαν την καρδιά ενός μαρουλιού». Και είναι αδύνατο να μη σε συνεπάρει στο γλυκό παραλήρημα «μην κατεβάζεις τα πακέτα και καπνίζεις σιγαρέτα, σώσε τη χελώνα καρέτα-καρέτα».
«Φιλάκια». Μπάνιο χωρίς σαμπουάν γίνεται. Μπάνιο χωρίς παπάκι να επιπλέει γίνεται. Ακόμα και μπάνιο χωρίς… νερό μπορεί να γίνει. Μπάνιο όμως χωρίς ΛεΠα ΑΠΟΚΛΕΙΕΤΑΙ!
Ρουθούνισμα που με την ηχώ μιμείται ακόμα καλύτερα τη φωνή του, χέρι παλλόμενο να κάνει τη χαρακτηριστική (του) κίνηση μέσα στη σαπουνάδα και το ρούφηγμα από το φιλάκι (μετά το ρεφρέν «κι αν δεν με πιστεύεις…») να αντηχεί στο πλακάκι!
«Πειράζει που είμαι μεγάλη φίρμα»; Δηλαδή αν δεν αναρωτηθείς στο μπάνιο σου απέναντι στον καθρέφτη, πού θα αναρωτηθείς; Σε κανέναν τρίτο να σε περάσει για… ψώνιο;
Ο ύμνος του Γιάννη Φλωρινιώτη αποτελεί ένα από τα must του ντους. Ρυθμός, σκέρτσο, δυνατός στίχος και… προσοχή στη μίμηση των χορευτικών του καλλιτέχνου, μη φας καμιά γλίστρα και αφήσεις κάνα γοφό στην μπανιέρα.
«Θα με πάει αίμα». Ως γνωστόν, ερέθισμα για έμπνευση μπορείς να πάρεις από τα πάντα. Από οτιδήποτε υπάρχει στο οπτικό σου πεδίο. Ε, όταν βρίσκεσαι στο μπάνιο δύσκολο να μην πέσει το μάτι σου (και) στη λεκάνη.
Και ακατόρθωτο -σε αυτή την περίπτωση- να μην παρασυρθείς και να μην ερμηνεύσεις αυτό το (απ’ τη ζωή βγαλμένο) αριστούργημα!