Δεν είναι ντροπή, ούτε θα μας κατηγορήσει κανείς για οίηση την οποία δεν μπορεί να αποδώσει σωστά ούτε η ποίηση- κοινώς, δε θα μας πούνε ψώνια: είχε γίνει πάρα πολύ εύκολο. Βόλτα στο πάρκο. Κάτι που θα μπορούσε να κάνει ακόμα κι ένα 7χρονο στο οποίο έχει χορηγηθεί μεγάλη ποσότητα παραισθησιογόνων, έχει δεμένα πισθάγκωνα τα χέρια του και, ταυτόχρονα, μια κορδέλα του σκεπάζει τα μάτια.
Κακά τα ψέματα, για όλους εμάς τους Έλληνες (απαντάμε και στο «Ελληναράδες») η οδήγηση έχει γίνει παιχνιδάκι πιο εύκολο κι από το να μετρήσουμε μέχρι το 5 (από κει και πάνω ζορίζει το πράμα).
Γι’ αυτό, κι επειδή όλοι μας έχουμε αναγάγει το multitasking σ’ επιστήμη, δε μας αρκεί απλά να κρατάμε το τιμόνι και να έχουμε στραμμένη την προσοχή μας στο δρόμο. Χρειαζόμαστε μια μικρή πρόκληση.
Έτσι, την ώρα που οδηγούμε, δε διστάζουμε να…
Ασχολούμαστε με το κινητό μας
Παλαιότερα- τότε που τα κινητά τηλέφωνα ήταν τόσο παράλογα μπανάλ που τα χρησιμοποιούσαμε μόνο σαν τηλέφωνα- απλά κάναμε καμιά κλήση τη στιγμή που αλλάζαμε από 3η σε 4η για να βγούμε στον περιφερειακό κι αυτό ήταν όλο.
Τώρα, όμως, η άτιμη η Τζένη έχει πάει παραλία και έχει ανεβάσει φώτο με το μπραζίλ της- και, μάλιστα, με φίλτρο Rise- στο instagram κι εμείς έχουμε smartphone. Ε πρέπει να τη δούμε ρε φίλε και, ναι, πρέπει τώρα. Τι είναι πιο σημαντικό, άλλωστε; Ο γυμνός, σχεδόν, κώλος της Τζένης ή η ζωή σου. Ακριβώς: Τζενάρα.
Κρατάμε, λοιπόν, το τιμόνι με το ένα χέρι, με το άλλο ανοίγουμε το app του instagram, πηγαίνουμε στο λογαριασμό της (“Jennoula_zouzounitsa”), παίρνουμε μάτι όσο έρχεται η νταλίκα καταπάνω μας και λίγο πριν την πρόσκρουση, πατάμε την καρδούλα.
Α ρε Τζένη, μας έκλεψες την καρδιά.
Κυριολεκτικά.
Κάνουμε καμάκι
Κίνηση που σε αφήνει ακίνητο 10 λεπτά στο ίδιο σημείο. Μετά, αρχίζει το σημειωτόν και βλέπεις στα δεξιά σου μια εκπληκτική γκόμενα (ή, τουλάχιστον, έτσι φαίνεται στα θολωμένα- από την 8μηνη αποχή από το σεξ- μάτια σου) να οδηγεί τον ροζ της Σκαραβαίο. Η άτιμη, φοράει αυτά τα ολόσωμα, φαρδιά φορέματα που ξεκινάνε από το λαιμό και καταλήγουν στις πατούσες και αφήνουν τα πάντα στη φαντασία.
Κατεβάζεις το παράθυρο και αφότου σφυρίξεις σαν τσέλιγκας για να της αποσπάσεις την προσοχή, της λες με το πιο λάγνο σου βλέμμα- χωρίς, εξυπακούεται, να κοιτάς τον δρόμο- «Βλέπω το κρατάς το τιμόνι. Σίγουρα είσαι μια γυναίκα που ξέρει να οδηγεί τη ζωή της εκεί που θέλει».
Ο εσώτερος εαυτός σου πανηγυρίζει με βεγγαλικά για την ατακάρα που μόλις ξεστόμισες, τη στιγμή που η κοπέλα παίρνει την πρώτη έξοδο που βρίσκει για Μαρούσι.
Αλλάζεις λωρίδα άμεσα και την ακολουθείς κατά πόδας, έχοντας το κεφάλι έξω από το παράθυρο και συνεχίζοντας το ανηλεές πέσιμο.
«Που θα μου πας; Θα σε τρακάρω κάπου!», ουρλιάζεις.
Πατάει φρένο.
Την τρακάρεις.
Να μανουριάζουμε
Ό,τι και να πεις, έχεις όλα τα δίκια του κόσμου με το μέρος σου: το πράσινο φανάρι είχε ανάψει εδώ και 3 δέκατα του δευτερολέπτου και ο μπροστινός σου παρέμενε επιδεικτικά κολλημένος στη θέση του.
Γι’ αυτό, το γεγονός πως πατούσες την κόρνα για τα επόμενα 4 μερόνυχτα είναι απολύτως δικαιολογημένο, ενώ εξίσου λογικά είναι και τα μπινελίκια που του έσουρες- ιδίως αυτό που αφορούσε τη μητέρα του, η οποία- όπως σωστά το έθεσες- έχει για αγαπημένο της χόμπι την πεολειχία σε καθημερινή βάση.
Το γεγονός, μάλιστα, πως αντέδρασε με πρωτοφανώς αγενή τρόπο («Ορίστε;», τόλμησε να πει ο θρασύδειλος) σου δίνει κάθε δικαίωμα να τον κυνηγάς σε όλη την πόλη κρατώντας το τιμόνι με τα πόδια, ούτως ώστε να είναι ελεύθερα και τα δυο σου χέρια για να χειρονομείς, προκειμένου να γίνει πιο παραστατική η παντομίμα του τι θα του κάνεις μόλις τον πιάσεις.
Αυτό το πράσινο φανάρι, σου άναψε τα κόκκινα λαμπάκια.
Να τραγουδάμε
Έλα τώρα, μην είσαι μετριοπαθής- το καινούριο σου γούφερ είναι ό,τι καλύτερο μπορούσες να «κουμπώσεις» στην αμαξάρα σου και σχεδόν εκλιπαρεί ν’ ανεβάσεις την ένταση της φωνής, επαναλαμβάνοντας ξανά και ξανά μία λέξη: «διαπασών».
Το γεγονός, μάλιστα, πως στο ραδιόφωνο παίζει Αργυρό είναι μια χρυσή ευκαιρία να δοκιμάσεις τις αντοχές των τυμπάνων στ’ αυτιά σου και να προσελκύσεις και κάνα τούμπανο. Γι’ αυτό…
«ΤΑ ΚΑΤΑΦΕΡΕΣ, ΕΤΣΙ ΟΠΩΣ ΤΑ ’ΦΕΡΕΣ!», τσιρίζεις ερχόμενος στο κέφι και μετά- καθώς τα ηλίθια πόδια σου είναι απασχολημένα στο να πατάνε τα πεντάλ- αναγκάζεσαι να χορέψεις μόνο με το πάνω μισό, κουνώντας σαν τρελός τα χέρια στο πιο εκθαμβωτικό στατικό τσιφτετέλι του κόσμου.
Βέβαια, μπορεί να διασκεδάζεις την πλάση γύρω σου και να βγάζεις ντέρτι, αλλά μόλις παραβίασες το STOP και κατευθύνεσαι με μαθηματική ακρίβεια πάνω σ’ ένα τζιπ.
Μπαμ.
Τα κατάφερες, έτσι όπως τα ’φερες.