Η φήμη και η θρυλική υπόσταση του είναι εκ διαμέτρου αντίθετες με το μέγεθος του. Δεν στοιχειοθετείται ούτε καν ως κουκίδα στο χάρτη, καθώς η έκταση του είναι μικρότερη από δύο στρέμματα. Κι όμως το νησάκι Bardsey της Ουαλίας φιλοξενούσε κάποτε τόσο κόσμο, που η συντριπτική πλειονότητα του «πληθυσμού» του δεν βρίσκεται σήμερα πάνω αλλά κάτω από την επιφάνεια του εδάφους. Κι αυτό διότι έχει μείνει γνωστό ως «το νησί των 20.000 αγίων» ή «των 20.000 τάφων».
Το νησάκι βρίσκεται σε απόσταση 3 χιλιομέτρων από την ακτή της χερσονήσου Llyn, στη βόρεια Ουαλία, από όπου χρειάζεσαι 20 λεπτά με τη βάρκα για να φτάσεις σε αυτό. Ο θρύλος λέει πως το Bardsey θεωρείτο ιερό από τους Κέλτες δρυΐδες και ότι είναι το πραγματικό Avalon του Βασιλιά Αρθούρου, το μέρος δηλαδή όπου τάφηκε ο μεγαλύτερος Βρετανός μυθικός ήρωας.
Λέγεται ότι τον 6ο αιώνα δύο Ουαλοί βασιλείς ίδρυσαν εκεί ένα μοναστήρι, το οποίο ακολούθησε μια δοξασία, που μετέτρεψε την περιοχή στο πιο περιζήτητο «νεκροταφείο» της σημερινής Μεγάλης Βρετανίας: οποιοσδήποτε πέθαινε εκεί, δεν θα πήγαινε στην κόλαση…
Από τις αρχές του Μεσαίωνα οι παραδόσεις αυτές μετέτρεψαν το Bardsey σε ένα από τα πιο ιερά μέρη των Αγγλοσαξόνων. Παράλληλα απέκτησε και πολιτική ισχύ, με τον εκάστοτε ηγούμενο του να διαχειρίζεται έκταση στην ηπειρωτική χώρα.
Σταδιακά το νησί κατακλύστηκε από μοναχούς και εξελίχθηκε σε τόπο προσκυνήματος. Ένα από τα πιο βαρυσήμαντα βιβλία της θρησκευτικής ιστορίας της Ουαλίας («βιβλίο του Llandaff») – που γράφτηκε το 12ο αιώνα και διατηρείται έως σήμερα – αναφέρει ότι λόγω της ιερότητας του και μιας άλλης παραμέτρου το Bardsey χαρακτηριζόταν «Ρώμη της Βρετανίας. Η άλλη παράμετρος ήταν ότι εκεί είχαν ταφεί οι σοροί «20.000 ομολογητών της πίστης και ιερών μαρτύρων».
Οι ντόπιοι λένε πως αν σκάψεις σε οποιοδήποτε σημείο του νησιού θα «χτυπήσεις» πάνω σε κάποια σορό. Σε ανασκαφή που έγινε τη δεκαετία του 1990 μόλις σε ένα σημείο του νησιού, οι αρχαιολόγοι βρέθηκαν αντιμέτωποι με 25 μεσαιωνικούς τάφους. Ένας από τους νεκρούς είχε μέσα στο στόμα του ασημένιο νόμισμα του 10ου αιώνα.
Ναι, αλλά για ποιους ντόπιους μιλάμε; Το 19ο αιώνα το Bardsey είχε περίπου 140 κατοίκους. Σήμερα, ο πληθυσμός του περιλαμβάνει περίπου 200 φώκιες, 300 πρόβατα, 26 αγελάδες και μόλις τέσσερις μόνιμους κατοίκους! Είναι τα μέλη της οικογένειας Πόρτερ (γιος, κόρη και οι δύο γονείς), οι οποίοι και έχουν την επιμέλεια της εν λόγω φάρμας.
Όπως πολλά βρετανικά νησιά, το Bardsey αποτελεί εθνικό φυσικό καταφύγιο και σημείο ειδικού επιστημονικού ενδιαφέροντος. Ωστόσο διαφοροποιείται απο τα άλλα στο ότι εκτός από καταφύγιο διαθέτει και μια ενεργή κοινότητα.
Συνολικά εννέα άνθρωποι μένουν εκεί στο μεγαλύτερο διάστημα του χρόνου ενώ το καλοκαίρι μπορεί να φτάσουν και τους 80. Η κοινότητα άκμαζε ακόμα τον 19ο αιώνα, χάρη στο εμπόριο αστακών, οστράκων και καβουριών. Τη δεκατία του ’30 ωστόσο ο πληθυσμός του νησιού μειώθηκε σε κάτω από 60 άτομα.
«Στο μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας του, το νησί ήταν ανώτερο της ηπειρωτικής χώρας», λέει ο Κόλιν Έβανς, ο (ψαράς) πατέρας του οποίου ήταν ο τελευταίος μαθητής του σχολείου του νησιού πριν αυτό κλείσει, τη δεκαετία του ’50.
Το 1979 το ιδιωτικό ενδιαφέρον οδήγησε στη σύσταση της οργάνωσης «Bardsey Island Trust», η οποία και αγόρασε το νησί, με στόχο να το «αναβιώσει».
Σήμερα το Bardsey διαθέτει περισσότερα από 15 σπίτια, τα εννέα εκ των οποίων νοικιάζονται σε επισκέπτες σε εβδομαδιαία βάση. Εκτός από την κτηνοτροφία, η οικογένεια Πόρτερ παράγει μέλι, καλλιεργεί λαχανικά και έχει ένα μικρό κατάστημα με χειροποίητα προϊόντα και καφέ.
Οι συνθήκες διαμονής βέβαια είναι ιδιαίτερα αντίξοες. Δεν υπάρχει δίκτυο ηλεκτροδότησης, ούτε τρεχούμενο νερό, ενώ τα σπίτια διαθέτουν μόνο εξωτερικές τουαλέτες. Επιπλέον, ασφαλώς δεν υπάρχει ιατρική φροντίδα, ενώ το χειμώνα η κακοκαιρία μπορεί να γίνει πολύ βαριά, με καταιγίδες και ανέμους που φτάνουν έως τα 50 χλμ. την ώρα.
Τα βράδια δε ο μοναδικός φωτισμός προέρχεται από τα άστρα, το φεγγάρι και τη λάμψη του Δουβλίνου.
Ωστόσο τα 300 μέλη του «Bardsey Island Trust» προσπαθούν να προσελκύσουν νέους κατοίκους, προκειμένου να διατηρηθεί ενεργή η κοινότητα και ζωντανή η κληρονομιά του ιστορικού τόπου.
Είναι εξαιρετικά αμφίβολο όμως αν η προσπάθεια τους θα ευοδωθεί. Διότι μπορεί ένα παραδεισένιο μέρος που ονομάζεται «νησί των 20.000 τάφων» να είναι εξαίρετο για τουριστική επίσκεψη, ωστόσο για νυχτερινή διαμονή το αίσθημα τρόμου, μπορεί να επισκιάσει την όποια διάθεση κατάνυξης.
Έστω, και αν όπως θρυλείται, ακόμα και το χειρότερο σενάριο για κάποιον αποκλείεται να οδηγήσει στην κόλαση…